της Δήμητρας Γκουντούνα
Η διαφυγή μου, μου δίνει καινούργιο ραντεβού .Θα με κάνει πάλι να γελάσω και να ισχυροποιήσω τις αντοχές μου. Γυρνώντας στο σπίτι θα ακούσω την κορνέτα του Λούις Άρμστρονγκ για να παρατείνω λίγο την κουβέντα που είχα με τον έφηβο ανιψιό μου το Σπύρο. Και επαναστάτη δεν σας κρύβω. Έχουν κάτι κοινό αυτοί οι δύο-απόσταση φωτός σ΄ ηλικία και ουρανό- Όμως …περιγελάνε την περπατησιά μας σ΄ αυτό τον πλανήτη. Κι αφουγκράζονται την πίκρα των Λαών ανεβαίνοντας σ το ουράνιο τόξο της ηλικίας του ο ένας και στον ήχο της τζαζ ο άλλος. Ο Σπύρος μου τινάζει το νευρικό σύστημα στον αέρα όταν μου υπενθυμίζει την αναθεματισμένη μου γενιά του πολυτεχνείου και όταν μου λέει ότι ξεφεύγω και εκδικούμαι τα ανεκπλήρωτα μου όνειρα πάνω στον καναπέ του σπιτιού μου.
Μα δεν ξέρει ότι εγώ κάθε βράδυ συναντώ τον Λούις Αρμστρονγκ στην μακρινή Νέα Ορλεάνη και τον ακούω να σολάρει πάνω από το κεφάλι ενός παιδιού .Και εκείνο να τον κοιτάει με το απορημένο βλέμμα του, καθισμένο στην κόχη του πεζοδρομίου, αναζητώντας την στοργή από το χέρι ενός ξένου… Κάθε φορά που ακούω τον Σπύρο ακούω τη φωνή του ποιητή που σκύβει στο αυτι μου και μου λέει ‘Εκανες μια τρύπα στο χαρτί, μπήκε ο άνεμος και έφερε το ποίημα. Ο Σπύρος δεν ξέρει , ότι κρύβω ακόμη. κάτω από την καρδιά μ ου τον Γιώργο Θαλάσση τον μικρό ήρωα που μαζί με την αγαπημένη του Κατερίνα τρομοκρατούσαν τους γερμαναράδες. Δεν ξέρει , ότι αναζητώ τον πεινασμένο Σπύρο Σπίθα ,δεν ξέρει ακόμη ότι τα πιστεύω μου έχουν ξεφύγει από τις ράγες των ονείρων μου και χορεύω τανγκό αγκαλιασμένη με τη σκόνη του ουρανού με τη σκόνη του τίποτα.