«Ο ανταγωνισμός δεν είναι καλό πράγμα. Ο συναγωνισμός είναι… Ευχαριστώ όλους από καρδιάς» είπε ο νεαρός ηθοποιός παραλαμβάνοντας το έπαθλο
«Είναι δύσκολοι καιροί. Ο ανταγωνισμός δεν είναι καλό πράγμα. Ο συναγωνισμός είναι… Ευχαριστώ όλους από καρδιάς», δήλωσε ο Δημήτρης Λάλος, παραλαμβάνοντας το βραβείο «Δημήτρης Χορν» (ο σταυρός που φορούσε ο ηθοποιός, ο οποίος περνάει κάθε χρόνο από τον έναν βραβευμένο στον άλλο, συνοδευόμενος από περγαμηνή) από τα χέρια του περσινού βραβευθέντος, Θάνου Τοκάκη. Η τελετή των δωδέκατων στη σειρά βραβείων «Χορν» πραγματοποιήθηκε χθες βράδυ, στο θέατρο «Δημήτρης Χορν», σε μια βραδιά τρυφερή, ζεστή, οικεία.
Δεν ήταν μόνο τα λόγια που ακούστηκαν («Θεωρώ δώρο στη ζωή μου τη γνωριμία και την αναστροφή με τον Δημήτρη Χορν», τόνισε ο Χρήστος Γιανναράς, βασικός ομιλητής της εκδήλωσης), ούτε το «Ποιος το ξέρει» του Μίμη Πλέσσα, σε στίχους Κώστα Πρετεντέρη, που πρώτος ερμήνευσε ο Χορν για την ταινία «Οι μέρες του Οκτώβρη» και τώρα επί σκηνής τραγούδησαν οι προηγούμενοι βραβευθέντες του επάθλου (Ημελλος, Ξάφης, Λούλης, Βασαρδάνης, Αλευράς, Καρδώνης, Οικονόμου, Τοκάκης). Ηταν το αίσθημα που γεννήθηκε σε όλους, όταν σε τέτοιες δύσκολες για τη χώρα ημέρες υπάρχουν εστίες που τιμούν ανθρώπους του μεγέθους του Χορν, προσπαθώντας να διατηρήσουν ζωντανή τη μνήμη του στους νεότερους, και μάλιστα μέσα από ένα (επαμειβόμενο) βραβείο.
Οι υπόλοιποι υποψήφιοι του βραβείου, εξίσου άξιοι, ήταν (αλφαβητικά) οι: Αλμπάνης, Μοθωναίος, Παπαγεωργίου, Τσαμπουράκης, Φραγκούλης. Την εκδήλωση της απονομής χαιρέτισε ο Σταμάτης Φασουλής. Ο τελευταίος, μιλώντας για τον Χορν, τόνισε ότι έφερε «κάτι καινούργιο επί σκηνής, που δεν το συναντάς πλέον… Μια κρυφή ποιητική ατμόσφαιρα». Για τον Χρήστο Γιανναρά ο Χορν «ανελάμβανε την ετερότητα του ήρωα που ενσάρκωνε».
Στον θεσμό του Βραβείου αναφέρθηκε ο πρόεδρος της επιτροπής Κώστας Γεωργουσόπουλος (μέλη της επιτροπής είναι ο Σταμάτης Φασουλής, η Ξένια Καλογεροπούλου, η Λυδία Κονιόρδου και η δημοσιογράφος Αντιγόνη Καράλη). Την οργάνωση της εκδήλωσης επιμελήθηκαν ο Σταμάτης Φασουλής και ο Θεοδόσης Ισαακίδης.