Παρουσιάζεται για πρώτη φορά στο Contemporary Art Meeting Point: Εικαστικά, λογοτεχνία, μουσική, κινηματογράφος
(φωτό) Κολάζ του Νάνου Βαλαωρίτη, στο περιοδικό Πάλι, που εκδιδόταν από τον ίδιο, τον Δημήτρη Πουλικάκο, τον Λεωνίδα Χρηστάκη και άλλους
Βρισκόμαστε στα μέσα της δεκαετίας του ’60. Δίπλα στις ταινίες της Φίνος Φιλμς, στα κοσμικά κέντρα, στον Μανώλη Χιώτη και τη Μαίρη Λίντα, παράλληλα με την ανοικοδόμηση της μεταπολεμικής Αθήνας και την άνοδο της μικρο- και μεσοαστικής τάξης, ένας άλλος κόσμος υπάρχει, ενεργεί και δημιουργεί, υπόγεια, κάτω από το έδαφος της κυρίαρχης κουλτούρας. Ο κόσμος του Λεωνίδα Χρηστάκη και του Λάζαρου Ζήκου, του Στέργιου Δεληαλή, του Κωστή Τριανταφύλλου, του Σίμου του Υπαρξιστή, του Νάνου Βαλαωρίτη και του Γιώργου Μακρή, του Πάνου Κουτρουμπούση, του Νικόλα Άσιμου, του Παύλου Σιδηρόπουλου.
Είναι ο κόσμος του αθηναϊκού underground, ξεχασμένος από τους παλιούς, άγνωστος στους νέους, ο οποίος παρουσιάζεται σε πλήρη ανάπτυξη στην έκθεση που πραγματοποιείται στους χώρους του Contemporary Art Meeting Point (CAMP), στην Πλατεία Κοτζιά στην Αθήνα. H έκθεση άνοιξε στις 29 Ιουνίου και θα διαρκέσει ως τις 30 Αυγούστου.
Το εικαστικό underground παρουσιάζεται στον πρώτο όροφο του CAMP με έργα 15 καλλιτεχνών: Αλέξης Ακριθάκης, Μίνως Αργυράκης, Στηβ Γιαννάκος, Στέργιος Δεληαλής, Νίκος Ζέρβος, Λάζαρος Ζήκος, Πάνος Κουτρουμπούσης, Nicholas Liber [Νίκος Λυμπερόπουλος], Ηλίας Πολίτης, Θανάσης Ρεντζής, Αλέξης Ταμπουράς, Κωστής Τριανταφύλλου, Λεωνίδας Χρηστάκης, Γιώργος Αρκούδης Χριστοδούλου, Χρήστος Ζυγομαλάς. Στον τρίτο όροφο του CAMP, σε ανατολικοβερολινέζικη ατμόσφαιρα, οι επισκέπτες παρακολουθούν σε οθόνες ταινίες του αθηναϊκού underground και προβολή ντοκιμαντέρ.
Το αθηναϊκό underground 1964-1983 είναι η «υπόγεια» έκφραση, που συνδέεται με τις ψυχεδελικές ουσίες, τη σεξουαλική απελευθέρωση, την αμφισβήτηση και τον σαρκασμό του συστήματος, τη βέβηλη, αιχμηρή ματιά, την ελευθεριακή γλώσσα, τον αντικομφορμισμό, το παραισθητικό και παραβατικό σινεμά, την περίεργα περιθωριακή αναρχικότητα, την ανομοιογένεια. «Είναι μια ολόκληρη κοινωνία αποκομμένη ηθελημένα από όλους τους υπόλοιπους που δημιουργεί τον δικό της κόσμο», εξήγησε μιλώντας στο «Βήμα» ο Γιώργος Γεωργακόπουλος, διευθυντής του CAMP, «μια κοινωνία πολιτικοποιημένη αλλά όχι με την έννοια της κομματικής πολιτικοποίησης της εποχής».
Το underground είναι τα κολάζ του Πουλικάκου και τα σκίτσα του πρώτου Ακριθάκη, είναι τα «μελάνια» και τα «λάδια» του εικαστικού και εκδότη Λεωνίδα Χρηστάκη, τα εξώφυλλα δίσκων του Στέργιου Δεληαλή, οι «μαρκαδόροι» και τα κόμικ του Πάνου Κουτρουμπούση, τα σκίτσα σε έντυπα του Λάζαρου Ζήκου, τα πρωτοποριακά ή αιρετικά περιοδικά Πάλι, Τρύπα, Μορμώ, Ιδεοδρόμιο (στη φωτογραφία αριστερά), Panderma, Κρεβατίνα, Λωτός, Ονειροδρόμιο, Το Άλλο στην Τέχνη, Χαρακίρι, η παράγκα και τα πάρτι του Σίμου του Υπαρξιστή, τα στέκια, τα φλιπεράκια και τα μπιλιάρδα, τα περί την Ομόνοια σινεμά, τα ταξίδια και η διαμονή στο εξωτερικό, τα μουσικά συγκροτήματα.
Σκίτσα, εξώφυλλα δίσκων αλλά και πίνακες, τεύχη περιοδικών, φωτογραφίες και χειρόγραφα παρουσιάζονται στην έκθεση, η οποία, όπως είπε στο «Βήμα» ο Γιώργος Γεωργακόπουλος, «είναι η πρώτη προσπάθεια να τεκμηριωθεί το αθηναϊκό underground ». Η έκθεση έχει και έναν μουσειακό χαρακτήρα και σκοπός των διοργανωτών ήταν να καταγραφεί και να παρουσιαστεί στο κοινό η τέχνη του αθηναϊκού underground, «όσο έχουμε ακόμη κοντά μας τις παρουσίες εκείνων που πρωταγωνίστησαν σε αυτό καθώς και το αρχειακό υλικό που βρίσκεται στα χέρια τους». Η έκθεση βασίζεται σε υλικό από το προσωπικό αρχείο των ίδιων των καλλιτεχνών, οι οποίοι είναι συνήθως κάτοχοι και των αρχείων παλιών φίλων τους.
Η τέχνη του αθηναϊκού underground, πάντοτε στη σκιά από τη φύση της, δεν μπήκε σε γκαλερί και σε μουσεία, κυκλοφορούσε στην underground κοινωνία και πολλά από τα εκθέματα βρέθηκαν να μουχλιάζουν σε σοφίτες ή σώθηκαν, την τελευταία στιγμή, κυριολεκτικά από τα σκουπίδια. Η έκθεση είναι αφιερωμένη στη μνήμη του Λεωνίδα Χρηστάκη και του Λάζαρου Ζήκου, δύο κεντρικών μορφών του αθηναϊκού underground.
Να καταγράψει το εύρος αυτού του ιστορικού φαινομένου, τόσο χρονολογικά όσο και περιπτωσιολογικά, φιλοδοξεί η έκθεση. Από τις πρώτες νύξεις για το ύφος στις σελίδες του περιοδικού Πάλι ως τον μηδενισμό του πανκ και τη σταδιακή πολιτικοποίηση και ριζοσπαστικοποίηση του φαινομένου, το αθηναϊκό underground ενσωματώνει στοιχεία του σουρεαλισμού, της μπιτ κουλτούρας, της ψυχεδέλειας και του πανκ και μετακομίζει από το Κολωνάκι του δισκοπωλείου «Ποπ Ιλέβεν» στα μεταπολιτευτικά Εξάρχεια του βιβλιοπωλείου «Οκτόπους» του Τέο Ρόμβου.
Το underground εμφανίζεται με κολάζ, κόμικ και σκίτσα με μελάνια και μαρκαδόρους, σε ευτελή υλικά, «από καλλιτέχνες που πολλοί δεν έχουν ίσως ιδιαίτερη δεξιοτεχνία και δεν έχουν φοιτήσει σε σχολές Καλών Τεχνών, που κάνουν πιο πολύ την τρέλα τους, με επιρροές από το λονδρέζικο και το νεοϋορκέζικο underground, τη βυζαντινή ή τη λαϊκή τέχνη και με πρότυπα τον Μποστ και τον Μίνω Αργυράκη» αναλύει στο «Βήμα» ο Θανάσης Μουτσόπουλος, συντονιστής-επιμελητής της έκθεσης.
Το εικαστικό underground είναι άγνωστο, ακόμη και στον καλλιτεχνικό κόσμο, και γι’ αυτό έχει σημασία η τεκμηρίωσή του μέσα από μια τέτοια έκθεση. «Με τους μουσικούς του, τον Πουλικάκο, τον Άσιμο, τον Σιδηρόπουλο, τα πράγματα είναι διαφορετικά, το κοινό είναι εξοικειωμένο μαζί τους, τους γνωρίζει, ήταν πιο δημοφιλείς από τους εικαστικούς».
Γιατί αθηναϊκό και όχι ελληνικό; «Διεθνώς το underground αποτελεί μητροπολιτικό φαινόμενο» μας εξηγεί ο Θανάσης Μουτσόπουλος. «Σε κάθε πόλη όπου εμφανίζεται, στο Βερολίνο, στη Νέα Υόρκη, στο Σαν Φρανσίσκο, έχει διαφορετική αισθητική. Δεν μπορούμε να μιλάμε για φαινόμενο εθνικής εμβέλειας. Αν υπήρξε αλλού στην Ελλάδα; Μόνο στη Θεσσαλονίκη παρουσιάζεται κάτι ολοκληρωμένο, αλλά μικρότερης έκτασης από ό,τι στην Αθήνα».
Το αθηναϊκό underground λήγει το 1984; «Υπάρχει κάποια συνέχεια, από το ’85 ως σήμερα, η οποία θα παρουσιαστεί σε μια επόμενη έκθεση τον Οκτώβριο, αλλά διαφορετικού τύπου. Παραδόξως, δεν υπάρχουν επιδράσεις του underground στους καλλιτέχνες που ακολούθησαν. Το αθηναϊκό underground έληξε με την περίοδο του περιοδικού “Βαβέλ”, του αντιπεριοδικού του ’80», εκτιμά ο Γιώργος Γεωργακόπουλος. Οι λόγοι; «Μετά το ’85-’86, οι καλλιτέχνες ίσως είχαν κουραστεί, κυρίως όμως από εκείνη την εποχή και μετά η πληροφορία κυκλοφορεί πιο γρήγορα και τα underground φαινόμενα χάνουν τον καθαρά τοπικό χαρακτήρα τους και αποκτούν διεθνή χαρακτήρα».
Μπορεί να υπάρξει underground σήμερα; «Όχι», είναι η προσωπική εκτίμηση του Θανάση Μουτσόπουλου, γιατί «ένα γκραφίτι που ζωγραφίζεται στον τοίχο απόψε το βράδυ γίνεται αύριο εξώφυλλο σε ευρείας κυκλοφορίας έντυπο. Έτσι, τα πράγματα χάνουν το νόημά τους. Το underground ζούσε σε ένα παράλληλο σύμπαν που δεν είχε επαφή με εκείνο της δεσπόζουσας κουλτούρας και αισθητικής». Ενδεχομένως όμως, η περιρρέουσα ατμόσφαιρα σήμερα να έχει σχέση με τις συνθήκες που γέννησαν το underground: «Κατέρρευσαν πολλά από τα δεδομένα του κυρίαρχου συστήματος, άρα είναι πολύ πιο λογικό να δούμε την πραγματικότητα με μια ματιά εκτός συστήματος. Η Αθήνα είναι σήμερα γεμάτη από εικόνες street art, σε ποσότητες μεγαλύτερες από κάθε άλλη μητρόπολη, από το Παρίσι, τη Νέα Υόρκη και το Τόκιο, το επισημαίνουν όλοι οι ξένοι ανταποκριτές. Σημαίνει αυτό ότι ένα νέο underground γεννιέται; Δύσκολο να απαντήσουμε τώρα».
Η έκθεση περιγράφει την κοινωνία, την ανθρωπογεωγραφία και την τοπογραφία μιας υπόγειας Αθήνας των δεκαετιών από το ’60 ως το ’80 και θα επιχειρήσει να αναλύσει το πολιτισμικό και πολιτικό κλίμα της εποχής, το οποίο εμφανίζει, ίσως, παράδοξες ομοιότητες με τη σημερινή. Σκοπός είναι «αυτή η ιστορική ανασκόπηση να ανοίξει διάλογο με μια ανήσυχη καλλιτεχνική σκηνή των ημερών μας για να διερευνηθεί αν μπορεί, υπό κάποιο πρίσμα, να θεωρηθεί ότι αναδύεται ένα νέο underground».
Στη διάρκεια της έκθεσης θα πραγματοποιηθούν προβολές, εκδηλώσεις και συζητήσεις, όπου οι πρωταγωνιστές εκείνης της εποχής θα καταθέσουν την εμπειρία τους. Το φαινόμενο του αθηναϊκού underground παρουσιάζουν αναλυτικά μελετητές αλλά και πρωταγωνιστές του σε πλούσια εικονογραφημένο τόμο που κυκλοφορεί από το CAMP με την αφορμή της έκθεσης.
Την επιμέλεια του έντυπου αρχείου της έκθεσης έχει ο Νεκτάριος Παπαδημητρίου, του εικαστικού αρχείου ο Παντελής Αραπίνης και του κινηματογραφικού αρχείου ο Γιάννης Χαριτίδης. Επιμελητής του εικονογραφικού αρχείου και γενικός συντονιστής-επιμελητής της έκθεσης είναι ο Θανάσης Μουτσόπουλος.
Πού και πότε
Πού: Στο CAMP-Contemporary Art Meeting Point (Ευπόλιδος 4 και Απελλού 2, Πλατεία Κοτζιά)
Διάρκεια: 29 Ιουνίου – 30 Αυγούστου
Ώρες λειτουργίας: Δευτέρα – Κυριακή 2.00 μ.μ.-9.00 μ.μ.