Toυ Μιχάλη Παναγιώτου
Η κηδεία του Ανδρέα Μπαρτζώκα θα γίνει την Δευτερα.Σήμερα επιστρεφει ο γιος του Γιώργος, προπονητης του Ολυμπιακού,αμεσως μετά τον αγώνα της Λοκομοτιβ Κομπαν με την Ζιέλονα Γκόρα…
Εφυγε από τη ζωή η συγκλονιστική μορφή της Αριστεράς , ο Ανδρέας Μπαρτζώκας , ο άνθρωπος που εισέβαλε στην χώρα των ιδεών και το πλήρωσε με φυλακίσεις εξορίες ,βασανιστήρια. Αποδεικνύοντας στα δίσεκτα χρόνια που έζησε ότι οι μικρές ομάδες με την μεγάλη ιδεολογία φτιάχνουν την σύγχρονη ιστορία του τόπου. Βούρλα. Καλοκαίρι του΄55. 27 κομμουνιστές δραπετεύουν με κινηματογραφικές συνθήκες .Ο Ανδρέας Μπαρτζώκας Φυλακισμένος με τη συνηθισμένη τότε αιτιολογία των εγκάθετων δικαστηρίων από τα ξένα κέντρα αποφάσεων- κατασκοπία εναντίον της πατρίδος –για παράβαση του αναγκαστικού νόμου 375 . κάτω από φρικτές συνθήκες αποφάσισε μ΄ αλλους 26 κουμουνιστές συγκρατούμενους του να αποδράσουν .Ολα αρχισαν μ΄ένα μικρό κοπίδι κατω από το κρεβάτι του. Εσκαβαν την ωρα που οι άλλοι κρατούμενοι επαιζαν βόλλει και εκαναν οση μεγαλύτερη φασαρία μπορουσαν για να μην ακουγεται ο θόρυβος όταν πια από το σκάψιμο δημιουργήθηκε ένα μεγάλο τούνελ. Απο εκει μαζί με τον Μπαρτζώκα δραπέτευσαν αλλοι 26 κομμουνιστές .Μεγαλύτερο κυνηγητό δεν ειχε ξαναγίνει 23.οοο χιλιάδες χωροφύλακες ξεχύθηκαν για να τους βρουν .Για να τιμήσουμε τη μνημη του Ανδρέα Μπαρτζώκα, μεταφέρουμε μια αφήγησή του στο gazzetta.gr για τη θρυλική απόδραση των Βούρλων, στην οποία πρωτοστάτησε πριν από 60 χρόνια!
Η πιο κινηματογραφική απόδραση που έχει γίνει ποτέ στην Ελλάδα έλαβε χώρα στις 17 Ιουλίου του 1955, λίγο μετά τη λήξη του εμφύλιου, με 27 Κομμουνιστές πολιτικούς κρατούμενους να δραπετεύουν από τις φυλακές υψίστης ασφαλείας των Βούρλων στη Δραπετσώνα, σκάβοντας ένα τούνελ κάτω από το κρεβάτι του Ανδρέα Μπαρτζώκα! Οι περισσότεροι ήταν φυλακισμένοι για παράβαση του νόμου 375 περί κατασκοπίας. Όλοι μέλη του ΚΚΕ, οργάνωσαν το μεγάλο τους εγχείρημα με πενιχρά μέσα, χωρίς να έχουν τη στήριξη του κόμματος και με τα μάτια των φυλάκων στραμμένα πάνω τους! Η απόδραση τους, όπως τονίζει στο gazzetta.gr ο Ανδρέας Μπαρτζώκας, ήταν εκείνη που ενέπνευσε την αμερικανική ταινία «η μεγάλη απόδραση», μιας και η φήμη της ξεπέρασε τα ελληνικά σύνορα. Παρότι ξεκίνησε με μόλις ένα κοπίδι…
Ήταν ένα ιστορικό γεγονός που φυσικά έχει σημαδέψει τη ζωή όλων μας και όσων συμμετείχαν εκεί, αλλά και γενικότερα του ελληνικού λαού. Ήταν ένα μεγάλο γεγονός,για την εποχή εκείνη, που υπήρχαν τα γνωστά προβλήματα στην πατρίδα μας. Εμείς κάναμε αυτό το τόλμημα, βεβαίως το ξεκινήσαμε μόνοι μας στις φυλακές των Βούρλων. Μόνοι μας εννοώ, δηλαδή, δεν είχαμε υποστήριξη, όπως ξέρετε το Kομουνιστικό Κόμμα απαγόρευε τις αποδράσεις και εμείς ήμασταν στελέχη του τότε», θυμάται μιλώντας στο gazzetta.gr ο Ανδρέας Μπαρτζώκας. Νωρίτερα, ως αγωνιστής της Αριστεράς, είχε βρεθεί σε εξορίες και φυλακές. Μάλιστα, ο Γιώργος Μπαρτζώκας είχε πάει στη Λέρο με τη μητέρα του, όπου είχε παρευρεθεί σε επισκεπτήριο. Ήταν μόλις πέντε χρονών…
Τα Βούρλα της Δραπετσώνας βρίσκονται κοντά στο λιμάνι του Πειραιά. Εκεί, στα τέλη του 19ου αιώνα, κατασκευάστηκαν 72 κτίσματα, τα οποία προορίζονταν για οίκους ανοχής. Κατά τη διάρκεια της κατοχής ο χώρος μετατράπηκε σε φυλακή και στη συνέχεια ο χώρος πέρασε στα χέρια των ελληνικών αρχών. Οι συλληφθέντες, τότε, ήταν μέλη του παράνομου μηχανισμού του ΚΚΕ, είχαν πολιτική δράση και φυλακίστηκαν το 1954, μαζί με περίπου 100 συντρόφους τους σε όλη την Ελλάδα. Η πολιτική του κόμματος ήταν κατά των αποδράσεων.
Έπειτα από αρκετές διαβουλεύσεις, καταρτίστηκε σχέδιο απόδρασης από τους φυλακισμένους κομουνιστές με μεγάλη προσοχή, χωρίς να μάθουν τίποτα οι συγκρατούμενοι τους. Αρχικά, δεν ήταν ενημερωμένοι ούτε καν όλοι όσοι στο τέλος πήραν μέρος στο μεγαλεπήβολο εγχείρημα! Το σχέδιο θα ξεκινούσε από το κελί 13, στο οποίο βρισκόταν ο Μπαρτζώκας με άλλους τρεις (Σιδέρη, Βαρδινογιάννη, Μυριανθόπουλο και αργότερα Κολοκοτρώνη) και ήταν εκείνο που βρισκόταν στην δυτική πτέρυγα και πιο κοντά από όλα στον τοίχο των φυλακών και στο εργοστάσιο «Ντεστρέ», στην απέναντι πλευρά του δρόμου. Μάλιστα, η σήραγγα ξεκίνησε κάτω από το κρεβάτι του πατέρα του προπονητή του Ολυμπιακού! Προτού ξεκινήσουν όλα έγιναν οι απαραίτητες κατασκοπεύσεις από συγγενείς και γυναίκες, οι οποίες έπαιξαν το δικό τους ρόλο.
Ο Μπαρτζώκας θυμάται: «Είχαμε αρχίσει τη δουλειά αυτή γύρω στις 17 Μαρτίου 1955 και τελειώσαμε 17 Ιουλίου. Αν λάβετε υπόψιν και τις 15 μέρες που δεν δουλέψαμε και είχαμε τη στάση αναμονής, κράτησε αυτή η υπόθεση κάπου τρεισήμισι μήνες. Το 1988 πήγαμε στα Βούρλα, υπήρχαν ακόμα οι φυλακές, είχαν γίνει γενικές αποθήκες του κράτους και μετά έγιναν εκεί τα ψυγεία. Τότε που πήγαμε υπήρχαν ακόμα και γύρισε μια ταινία εκεί η ΕΡΤ. Και ήμασταν τότε αρκετοί εν ζωή. Μεταδόθηκε σε δύο συνέχειες, ενώ είχε ήδη γράψει ο Τύπος τα πάντα. Μετά γύρισε ο Στέλιος ο Κούλογολου ένα σχετικό ντοκιμαντέρ. Είχε πολύ ενδιαφέρον. Αυτή η ενέργεια ήταν αφορμή το Χόλιγουντ να γυρίσει την ταινία “η μεγάλη απόδραση” που αφορούσε φυλακές στη Γερμανία που ήταν κρατούμενοι αξιωματικοί. Η ταινία ήταν πολύ θεαματική, αλλά αφορμή πήραν από αυτό. Εμείς ξεκινήσαμε με ένα κοπιδάκι. Ένα κοπιδι και ένα σφυρί που επιτρεπόταν να έχει στη φυλακή ο υδραυλικός. Γιατί είχαμε έναν κρατούμενο, τον Γιώργο τον Χατζηπέτρο, που ήταν υδραυλικός και δικαιολογούταν να έχει εργαλεία».Αυτό χρησιμοποιήσαμε για να σκάψουμε το τσιμέντο. Πήγαμε κάτω 2.5 μέτρα βάθος και πήραμε την οριζόντια για να βγούμε στα αποδυτήρια ενός εργοστασίου που ήταν απέναντι. Και αυτό το καταφέραμε με ένα σχεδιάγραμμα που φτιάξαμε. Υπολογίσαμε ένα ορθογώνιο τρίγωνο. Την οδό Δογάνης την είχαμε μετρήσει. Στείλαμε συγγενείς μας, εγώ τον αδερφό μου, ο Θόδωρος ο Βασιλόπουλος την αρραβωνιαστικιά του και την μέτρησαν. Ήταν περίπου 10 μέτρα. Από το σημείο απέναντι μέχρι εκεί που υποψιαζόμασταν ότι ήταν τα αποδυτήρια των εργαζομένων ήταν άλλα 10 μέτρα. Άρα η υποτείνουσα έβγαινε στα 18 μέτρα. Πραγματικά τόσο έβγαινε αν εξαιρέσουμε μια μικρή παράκαμψη όταν φτάσαμε στα θεμέλια». Κατάφεραν λοιπόν να σκάψουν μία σήραγγα 18 μέτρων χωρίς να τους πάρει κανείς χαμπάρι!
Φυσικά, τα πράγματα δεν ήταν εύκολα. Υπήρχαν αρκετά ζητήματα, τα οποία έπρεπε να επιλυθούν. Αρχικά, έπρεπε να βρεθεί τρόπος ώστε να εξαφανιστούν τα μπάζα. Τα ανέβαζαν στο κελί τους, χώριζαν το χώμα από τις πέτρες και έψαχναν τρόπο για να το ξεφορτωθούν. Χρησιμοποιούσαν της κάλτσες και τα σεντόνια τους ως… τσάντες μεταφοράς και το άδειαζαν στις τουαλέτες, ρίχνοντας νερό για να πάει κάτω. Στο μέρος που ήταν τα πλυντήρια, είχαν δημιουργήσει έναν επιπρόσθετο βόθρο για το λόγο αυτό.
Όπως ήταν αναμενόμενο, κάποια στιγμή τα σιφόνια βούλωσαν, με τους ίδιους να προθυμοποιούνται να κάνουν τις εργασίες απόφραξης για να μην αποκαλυφθούν! Η πράξη τους κέρδισε τον θαυμασμό της διεύθυνσης. Παράλληλα, με πρωτοβουλία του Βαρδή Βαρδινογιάννη, θείου του γνωστού Βαρδή και κουμπάρου του Μπαρτζώκα, δημιουργήθηκε στις φυλακές ένα μικρό παρτέρι. Μέσα εκεί έβαζαν πέτρες και χώμα, με ένα λουλούδι από πάνω για να καλύπτονται. Έγινε διάβημα για να τους φέρουν γλάστρες, λέγοντας ότι θέλουν να «σπάσουν» τη μονοτονία του τσιμέντου με λουλούδια. Τελικά, βρέθηκαν με 125 γλάστρες, στις οποίες εξαφανιζόταν χώμα και πέτρες. Υπήρχε συντονισμός, με κάποιον να απασχολεί τον φύλακα, άλλους να παίζουν βόλεϊ για να κάνουν φασαρία και άλλους να κάνουν ψευτοεργασίες, προκειμένου να καλύπτονται οι ήχοι!
Σημαντικό θέμα υπήρχε και με το φωτισμό και τον αέρα στην αυτοσχέδια σήραγγα που είχαν δημιουργήσει, όπως φυσικά και με τα στηρίγματα. Με μικρά λαμπάκια, που είχαν πάρει για τα χειροτεχνήματά τους, κατάφεραν να φέρουν το φως κάτω από τη γη. Προσπάθησαν να κατεβάσουν και ρεύμα με μπαλαντέζα, ωστόσο ήταν πολύ επικίνδυνο. Τα πράγματα ήταν πιο δύσκολα με τον αέρα. Με βεντάλιες, σαμπρέλες από τις μπάλες και άλλα προσπαθούσαν να παρατείνουν το χρόνο παραμονής στο δρόμο για την ελευθερία τους. Με σανίδες από τα κρεβάτια τους, σίδερα και τελάρα από παράθυρα που είχαν αντικατασταθεί, έφτιαξαν τα υποστυλώματα. Έπρεπε στο μεταξύ να προσέχουν και τον δρόμο από πάνω τους, καθώς το σκάψιμο γινόταν ένα μέτρο κάτω από την επιφάνεια και υπήρχε φόβος για κατάρρευση εδάφους.
Υπήρξαν, πάντως, περιπτώσεις που η αποτυχία τους πλησίασε σε απόσταση βολής! Ο Μπαρτζώκας θυμάται στο gazzetta.gr μια χαρακτηριστική, που τους έκανε να μείνουν αδρανείς για 15 μέρες: «Σκάβαμε ένα βράδυ μέσα στην σήραγγα και έκανε έφοδο ο μοίραρχος της χωροφυλακής στα φυλάκια και όπως πήγαινε να υπογράψει ο οδηγός του καθόταν στο τιμόνι και άκουσε κάποια χτυπήματα. Του λέει “ακούστε, κάτι γίνεται κάτω”. Κάθισαν κάμποση ώρα, φύγανε και ξαναγύρισαν και πήγαν στην είσοδο της φυλακής, γιατί το βράδυ ήταν κλειστά βέβαια τα κελιά. Εμείς ήμασταν στο κελί 13, στο κρεβάτι μου από κάτω είχαμε ανοίξει αυτή την τρύπα. Είχαμε φτιάξει δυο ομοιώματα, με περούκες και σεντόνια. Εγώ καθόμουν στο παράθυρο τότε και επιτηρούσα όλη την περιοχή, δήθεν ότι διάβαζα. Είχα την εποπτεία. Φτάνουν σε λίγη ώρα, φωνάζουν “κοιτάξτε εκεί κάτι κάνουν οι κρατούμενοι”. Βεβαίως δεν μπορούσαν να μπουν μέσα το βράδυ, απαγορεύεται. Πρέπει να έχουν εντολή εισαγγελέα. Ήταν μέσα και δούλευαν δύο άτομα, τα ομοιώματα τους ήταν στα κρεβάτια. Εγώ ήμουν ο ξύπνιος, στο παράθυρο, που ήταν και το κρεβάτι μου εκεί. Φτάνει ο φύλακας και στην αρχή λέει “ρε παιδιά τι γίνεται, μήπως χτυπάτε τίποτα;”. Και του είπα εγώ ότι δεν είναι ότι χτυπάγαμε, πιθανόν τα τσόκαρα να ακούστηκαν. Αλλά είδε δύο μέσα να κοιμούνται και δύο ξύπνιους, άρα δεν υπήρχε πρόβλημα, όλοι ήταν εκεί. Έφυγαν, αλλά έπρεπε να πάρουμε τα μέτρα μας. Και έτσι κάναμε, το διακόψαμε το έργο αυτό γιατί περιμέναμε να κάνουν έφοδο».
Τελικά, η μεγάλη μέρα ζύγωνε. Στις 15 Ιουλίου έφτασαν στον τοίχο των αποδυτηρίων του εργοστασίου. Το προσωπικό είχε φύγει και με μία τρυπούλα έλεγξαν το χώρο. Όλα ήταν όπως τα περίμεναν. Έκλεισαν την τρύπα και αποφάσισαν να χτυπήσουν την Κυριακή! «Ήταν Κυριακή, της Αγίας Μαρίνας. Είχαμε φτιάξει έναν κατάλογο, τον είχαμε στο κελί μας και είχαμε τα ονόματα με τη σειρά πως θα φεύγαμε. πρώτα τα μεγάλα στελέχη, ο Τσακίρης ο Τζεφρώνης, ο Βελής, ο Σωτηρόπουλος. Μετά μια άλλη ομάδα και κατά σειρά. Ήταν δεμένοι όλοι με ένα σκοινί, είχαμε βάλει ένα σαν σαρίκι στο κεφάλι και τις πυτζάμες πάνω από τα καλά ρούχα μας να μην τα λερώσουμε. Στα παπούτσια μας βάζαμε πάνω κάλτσες. Τη σήραγγα την είχαμε φωταγωγήσει σε κάθε ένα μέτρο είχε ένα γλομπάκι απάνω σε μια στήλη. Μια υπόγεια στοά φωταγωγημένη και φεύγανε έρποντας. Αποβάλλαμε τα ρούχα τα από πάνω και το σαρίκι. Ψιλοχτενιζόμαστε και φεύγουμε. Η συνέχεια είναι γνωστή…», μας λέει ο Μπαρτζώκας.
Στη συνέχεια προσθέτει: «Ήταν πραγματικά τρομερό το συναίσθημα. Είχε και μια ζέστη φοβερή. Βέβαια ήταν πολύ παρακινδυνευμένο. Όπως φεύγαμε απ΄ έξω στην οδό Κανελλοπούλου ήταν το αστυνομικό τμήμα και περάσαμε μπροστά με γυαλιά ηλίου! Βρήκαμε ταξί και πήγε ο καθένας εκεί που είχε κανονίσει. Φυσικά δεν ήξερε καθένας εκεί που πήγε ο άλλος. Σαν εγχείρημα ήταν πολύ επιτυχημένο. Πολιτικά το κρίνει ο καθένας όπως θέλει. Για την εποχή εκείνη σημάδεψε τη ζωή μας…». Η είδηση της απόδρασής τους αποτέλεσε «βόμβα». Οι αρχές ξεχύθηκαν στο κατόπι τους και από τους 27 μόλις 11 κατάφεραν να διαφύγουν οριστικά. Ένας, μάλιστα, έπεσε νεκρός στα σύνορα. Όσοι πιάστηκαν «έφαγαν» έναν ακόμα χρόνο για την απόδραση, αλλά και έναν για φθορά δημόσιας περιουσίας. Είχαν γράψει ιστορία…
Τα ονόματα των 27 δραπετών: Βαρδής Βαρδινογιάννης, Αν. Βελής, Γκαστόν Βερναρδής, Γ. Γεωργίου, Αριστοτέλης Γεωργούλιας, Β. Δουκάκης, Χαρ. Καλαντζής, Σταύρος Καράς, Β. Κάτρης, Παντελής Κιουρτσής, Ζήσιμος Κόκλας, Μιχ. Κολοκοτρώνης, Κ. Λιναρδάτος, Αλ. Λογαράς, Αν. Μπαρτζώκας, Δ. Μυριανθόπουλος, Δ. Πανουσόπουλος, Αλ. Παπαλεξίου, Αλ. Παπούλιας, Στ. Πάσιος, Περ. Ροδάκης, Στ. Σιδέρης, Σωτ. Σωτηρόπουλος, Λ. Τζεφρώνης, Κυρ. Τσακίρης, Κ. Φίλης, Γ. Χατζηπέτρου. Σήμερα, βρίσκονται εν ζωή οι Μπαρτζώκας, Βαρδινογιάννης, Λιναρδάτος, Βερναρδής και Δουκάκης…υν.