“Το Σάββατο 23 Ιανουαρίου 2016 στις 12:00 το μεσημέρι θα πραγματοποιηθεί στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών η πολιτική κηδεία της μητέρας και φίλης Μαρίας Κυρτζάκη, ποιήτριας, που χάσαμε την Πέμπτη το πρωί σε ηλικία 67 ετών. Αντί στεφάνων παρακαλούμε για οικονομική ενίσχυση της Αυτοοργανωμένης Πρωτοβουλίας Αλληλεγγύης για τους Πρόσφυγες-Μετανάστες (http://solidarity-refugees.espivblogs.net)
Η Μαρία Κυρτζάκη που γεννήθηκε στην Καβάλα το 1948 ήταν ποιήτρια, επιμελήτρια εκδόσεων, αλλά και εξαίρετη παραγωγός ραδιοφωνικών εκπομπών. Σπούδασε φιλολογία στο Αριστοτέλειο Θεσσαλονίκης (1966-1971) και το 1973 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Για λίγο εργάστηκε στην ιδιωτική εκπαίδευση και με τη μεταπολίτευση εντάχθηκε στο τμήμα ραδιοφωνικών παραγωγών της ΕΡΑ. Κεντρικό θέμα των παραγωγών της ήταν η χρήση και η λειτουργία της γλώσσας στον ποιητικό και στον δραματουργικό λόγο, θέματα που επίσης δίδαξε στη Σχολή Θεάτρου “Εμπρός” και ήταν άλλωστε απολύτως σχετικά με την ίδια την ποίησή της. Στη λογοτεχνία εμφανίστηκε πρώιμα, το 1966, με τα ποιήματά της Σιωπηλές κραυγές. Ακολούθησαν τα βιβλία της ποιητικού μόχθου, λόγω της επίμονης και επίπονης διαδικασίας της προετοιμασίας τους, Οι λέξεις (1973), Ο κύκλος (1976), Η γυναίκα με το κοπάδι (1982), Περίληψη για τη νύχτα (1986), Ημέρια νύχτα (1989), Σχιστή οδός (1992), Μαύρη θάλασσα (2000), Λιγοστό και να χάνεται (2002), Στη μέση της ασφάλτου (2005) όπου συγκέντρωσε την ποιητική της διαδρομή από το 1973 ως το 2002. Το μονολογικό της κείμενο Τυφώ παραστάθηκε το 1996 από το Απλό Θέατρο.
Η ώριμη περίοδος της ποίησής της ουσιαστικά αρχίζει στα μέσα της δεκαετίας του ΄70, όταν αρχίζει και χρησιμοποιεί σε ευρεία κλίμακα θέματα των της κλασικής τραγωδίας και των επικών μύθων, όπως λ.χ. της ομηρικής Οδύσσειας. Αλλά η σύγχρονη προϊστορία της, η παράδοση από την οποία πήρε και μετάπλασε τον ιεροφαντικό, πυκνό και ενίοτε σιβυλλικό λυρικό της λόγο ήταν ο Διονύσιος Σολωμός, ο Ανδρέας Κάλβος, ο Οδυσσέας Ελύτης και ο απροσδόκητος συνεχιστής τους, ο Γιώργος Χειμωνάς. Ο κόσμος της ποίησής της είναι κόσμος αρχετυπικός, ως προς τη γλώσσα, το φύλο και την υποκειμενική αίσθηση του χρόνου. Κόσμος πέραν της ιστορίας αλλά που διαπλέει την ιστορία, καθώς το σύμπαν που πρόβαλλε στην καμπή της ενορατικής ποιητικής της, από τη Γυναίκα με το κοπάδι και έπειτα, είναι ένα όραμα που δεν έχει πάψει να θυσιάζει τις εξατομικεύσεις του, τα αναγνωρίσιμα προσωπικά του, στην πληθυντική του διάσταση.