Την απόλυτή στήριξή της στην απόφαση του Προέδρου Τραμπ να πραγματοποιήσει επίθεση κατά στόχων του καθεστώτος Άσαντ εξέφρασε η βρετανική κυβέρνηση.
Εκπρόσωπος της Ντάουνινγκ Στριτ δήλωσε: «Κατά τη διάρκεια της νύχτας οι ΗΠΑ ανέλαβαν στρατιωτική δράση εναντίον του συριακού καθεστώτος στοχεύοντας την αεροπορική βάση στο Σαϊρούτ, η οποία χρησιμοποιήθηκε για α εξαπολυθεί η επίθεση με χημικά όπλα νωρίτερα μέσα στην εβδομάδα.
«Η βρετανική κυβέρνηση υποστηρίζει πλήρως την αμερικανική ενέργεια, η οποία πιστεύουμε ότι ήταν μία αρμόζουσα απάντηση στη βάρβαρη επίθεση με χημικά όπλα που πραγματοποιήθηκε από το συριακό καθεστώς και η οποία αποσκοπεί στην αποτροπή περαιτέρω επιθέσεων».
Η Πρωθυπουργός Τερέζα Μέι «είχε κρατηθεί ενήμερη» για το αμερικανικό χτύπημα, ανέφεραν κυβερνητικές πηγές.
Εν τω μεταξύ, ο Υπουργός Άμυνας Μάικλ Φάλον αποκάλυψε ότι ο Αμερικανός ομόλογός του στρατηγός Τζέιμς Μάτις ζήτησε την άποψη του Λονδίνου για το κατά πόσο το καθεστώς Άσαντ ήταν υπεύθυνο για την πολύνεκρη επίθεση με χημικά. Ο στρατηγός τηλεφώνησε χθες τη νύχτα στον κ. Φάλον για να συζητήσουν το αμερικανικό χτύπημα που θα ακολουθούσε.
Ο κ. Φάλον έκανε λόγο για στενή επαφή των δύο χωρών σε όλα τα επίπεδα πριν από το πλήγμα στη συριακή αεροπορική βάση, ενώ διευκρίνισε ότι δε ζητήθηκε από το Λονδίνο να συμμετάσχει στην επίθεση.
«Εξετάσαμε την ανάγκη να κατανοήσουμε και να λάβουμε υπόψη οποιαδήποτε ρωσική αντίδραση», πρόσθεσε ο Βρετανός Υπουργός Άμυνας, τονίζοντας ότι το αμερικανικό χτύπημα σχεδιάστηκε ώστε να μην πλήξει Ρώσους στρατιώτες ή άλλο προσωπικό.
Κατά τον κ. Φάλον το αμερικανικό χτύπημα είχε συγκεκριμένο σκοπό και έκταση και δεν αποτελεί έναρξη μίας «διαφορετικής στρατιωτικής εκστρατείας» στη Συρία.
Επανέλαβε ότι κατά την άποψη του δεν υπάρχει μακρύ μέλλον για τον Μπασάρ αλ Άσαντ στη Συρία.