Εφυγε ο Βιτόριο Ταβιάνι…

Facebook
Twitter
LinkedIn

Ο σπουδαίος σκηνοθέτης Βιτόριο Ταβιάνι,ο δημιουργός του ”Αλοζανφαν” ο επαναστάτης που δεν σκεφτότανε την επανάσταση αλλά την δημιουργούσε στον κινηματογράφο εφυγε απο τη ζωή στα 88 του χρόνια στη Ρώμη.  Τον θάνατό του ανακοίνωσε η κόρη του. Με απόφαση της οικογένειάς του η σορός του μεγάλου Ιταλού κινηματογραφιστή θα αποτεφρωθεί σε μια ιδιωτική τελετή, σύμφωνα με ιταλικά μέσα ενημέρωσης. 

Οι ταινίες των αδελφών Ταβιάνι.
Ο Βιτόριο μαζί με τον αδελφό του, Πάολο, δημιούργησαν μερικά από τα αριστουργήματα του ιταλικού σινεμά όπως τα «Η Νύχτα του Σαν Λορέντσο», «Το Χάος», «Οι εκλεκτικές συγγένειες» και «Ο Καίσαρας πρέπει να πεθάνει».

Το πιο γνωστό φιλμ διεθνώς ίσως ήταν το «Πατέρας Αφέντης», το οποίο κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα των Κανών το 1977 και αφορά στην ιστορία ενός νεαρού βοσκού που επαναστατεί κατά του δεσποτικού πατέρα του.Ο Βιτόριο ξεκίνησε να σπουδάζει στο Πανεπιστήμιο της Πίζας, αλλά δεν το τελείωσε ποτέ, αφού επέλεξε να αφοσιωθεί στον κινηματογράφο.

Η πρώτη δουλειά των αδελφών ήταν το μικρού μήκους ντοκιμαντέρ «Σαν Μινιάτο ’44», το οποίο αφηγείται τη ναζιστική σφαγή στο χωριό όπου γεννήθηκαν. Το ίδιο θέμα έχει και «Η Νύχτα του Σαν Λορέντζο».

Μετά από λίγα ντοκιμαντέρ, ήρθε το ντεμπούτο τους στη μεγάλη οθόνη το 1962 με το φιλμ «Ένας άντρας στην πυρά», όπου συνεργάστηκαν με το σκηνοθέτη Βαλεντίνο Ορσίνι, όπως και στο «Παράνομοι του Έρωτα».

Στο «Ο Σαν Μικέλε είχε έναν κόκκορα» (1972), βασισμένο στη νουβέλα του Τολστόι «Το θείο και το ανθρώπινο», δημιουργούν ένα έξοχο πολιτικό σχόλιο πάνω στα θέματα του εγκλεισμού, της εσωτερικής αντίστασης και της επαναστατικής ουτοπίας.

Μία από τις σημαντικότερες ταινίες του πολιτικού κινηματογράφου και σίγουρα ένα έργο-σταθμός για την δεκαετία του ’70, με τους Μαρτσέλο Μαστρογιάννι και Λέα Μασάρι, και μουσική του Ένιο Μορικόνε, ήταν το «Αλονζαφάν» (1974).Οι αδελφοί Ταβιάνι με το δικό τους μοναδικό τρόπο έδωσαν νέα πνοή στην παράδοση του ιταλικού νεορεαλισμού κι γύρισαν συνολικά πάνω από 20 ταινίες για τη μεγάλη και μικρή οθόνη.

Με την τέχνη τους κατέγραψαν από τη δεκαετία του 1960 την πραγματικότητα, την ιστορία, τις αντιφάσεις, τις πτυχές της χώρας τους. Το έργο τους συχνά έχει την αφετηρία του στη λογοτεχνία, καθώς περιλαμβάνει πλήθος διασκευών έργων κλασικών συγγραφέων όπως οι Γκαίτε, Πιραντέλο, Αλέξανδρος Δουμάς και άλλοι.

Στα 80 τους απέσπασαν την Χρυσή Άρκτο στο Βερολίνο το 1912 με την τελευταία τους ταινία «Ο Καίσαρας πρέπει να πεθάνει», όπου οι τρόφιμοι μιας φυλακής υψίστης ασφαλείας έξω από τη Ρώμη κάνουν πρόβες για μια παράσταση του έργου του Σαίξπηρ.

Οι δύο δάσκαλοι του κινηματογράφου, που τιμήθηκαν με βραβεία από τα μεγαλύτερα διεθνή φεστιβάλ, αναγορεύτηκαν πριν τρία χρόνια επίτιμοι διδάκτορες του τμήματος Ιταλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Τότε εκφώνησαν έναν κινηματογραφικό λόγο, με τίτλο «Εκ του σύνεγγυς στην ελληνική γη», ο οποίος ήταν μια μαρτυρία απευθείας μέσα από το εργαστήρι τους, με ό,τι πιο προσωπικό μπορούσαν να προσφέρουν.

«Κοιτάζοντας μέσα στο πηγάδι του παρελθόντος, αισθανόμασταν ανέκαθεν εγγύτερα στον ελληνικό πολιτισμό παρά στο ρωμαϊκό», ανέφεραν τότε οι δυο Ιταλοί δημιουργοί, και ταξίδεψαν σε σκηνές και τοπία και λόγους απ΄ το σύνολο των ταινιών τους που έχουν ιδεολογικές αλλά και ιστορικές αναφορές στην ελληνική γραμματεία, τα ελληνικά τοπία, τους μύθους και τις έννοιες που «πλήττουν» και «τρέφουν» την ανθρώπινη περιπέτεια.

Σχετικά Άρθρα

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να σας προσφέρει μία καλύτερη εμπειρία.