To 1915 εν μέσω Εθνικού Διχασμού φτάνουν στη Θεσσαλονίκη αγγλογαλλικά στρατεύματα λόγω της βουλγαρικής απειλής. Πώς κατέγραψαν τα ΜΜΕ της εποχής όλα όσα συνέβαιναν στο Μακεδονικό Μέτωπο αλλά και την οριεντάλ Θεσσαλονίκη;
Α´ Παγκόσμιος Πόλεμος, Βαλκάνια, Μακεδονικό Μέτωπο, Θεσσαλονίκη. Το 1915 κι ενώ ήδη στα χαρακώματα του Δυτικού Μετώπου δίνονται σκληρές μάχες με χιλιάδες νεκρούς η Ελλάδα βρίσκεται στη δίνη του Εθνικού Διχασμού, με τη φιλοδυτική βενιζελική κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης να στηρίζει ανοιχτά τους Βρετανούς και Γάλλους και το Παλάτι να τάσσεται υπέρ της ουδετερότητας. Την περίοδο αυτή επικρατεί αναβρασμός στα Βαλκάνια και τη βόρεια Ελλάδα λόγω της βουλγαρικής απειλής. Τότε καταφθάνει στη φιλοσυμμαχική Θεσσαλονίκη η «Στρατιά της Ανατολής» (L´ Armée d´ Orient) ώστε οι Γάλλοι και Άγγλοι να βρίσκονται σε επιφυλακή για ενδεχόμενη σύρραξη. Στην παρουσία της «Στρατιάς της Ανατολής» στη Θεσσαλονίκη εστίασε τον τελευταίο χρόνο και το Βυζαντινό Μουσείο Θεσσαλονίκης το οποίο παρουσιάζει έκθεση με σπάνια ντοκουμέντα και διεξήγαγε πρόσφατα μεγάλο συνέδριο με το ίδιο θέμα.
Μαζί με τους Αγγλογάλλους στρατιώτες, τους «Κηπουρούς της Θεσσαλονίκης» (Τhe Gardeners of Salonica), όπως τους αποκαλούσαν υποτιμητικά στην κεντρική Ευρώπη επειδή υπηρετούσαν στα μετόπισθεν του πολέμου, έφτασαν στην πόλη και φωτογράφοι των στρατευμάτων για να καταγράψουν τη ζωή των στρατιωτών στην οριεντάλ, σχεδόν εξωτική Θεσσαλονίκη. Έτσι τουλάχιστον παρουσιαζόταν η πόλη στις φωτογραφίες της εποχής, ακόμη και εν καιρώ πολέμου. Με το θέμα έχει ασχοληθεί εκτενώς ο Ρολφ Ζάξε, καθηγητής στη Σχολή Καλών Τεχνών του Σααρμπρύκεν, φωτογράφος και ειδικός στην ιστορία των μέσων επικοινωνίας που συμμετείχε στο συνέδριο της Θεσσαλονίκης. Σε συνέντευξη του στη DW ανέφέρε πως με τη φωτογραφία ασχολήθηκαν όχι μόνο οι επαγγελματίες στρατιωτικοί φωτογράφοι ή οι λιγοστοί πολεμικοί ανταποκριτές μεγάλων εφημερίδων αλλά και οι ίδιοι οι στρατιώτες -τότε είχε κυκλοφορήσει η πρώτη φωτογραφική μηχανή τσέπης Kodak.
Πέρα από τις φωτογραφίες, τα σκίτσα, τις εφημερίδες και τις πολεμικές αφίσες –που αποτελούσαν επίσης σύνηθες μέσο πληροφόρησης- ένα άλλο σημαντικό μέσο, που σήμερα έχει ξεχαστεί, ήταν οι καρτ ποστάλ, αναφέρει ο Ρολφ Ζάξε. Οι καρτ ποστάλ ήταν διαδομένες και στην φτωχή Ελλάδα. «Μπορούσαν να παραχθούν πολύ εύκολα και φθηνά από τα βρετανικά στρατεύματα ή τον ελληνικό στρατό που βρισκόταν στη Θεσσαλονίκη. Το σύστημα λειτουργούσε ως εξής: Ερχόταν ένας φωτογράφος στο σημείο όπου βρίσκονταν τα στρατεύματα, έβγαζε μερικές φωτογραφίες, επέλεγε τις καλύτερες και το επόμενο πρωί τις πουλούσε σε νεαρούς μικροπωλητές στους δρόμους της πόλης. Μέσω αυτών αποκτούσαν όλοι εικόνα για το τι συμβαίνει εκεί. Οι καρτ ποστάλ ήταν το γρηγορότερο μέσο της εποχής» σημειώνει ο Γερμανός ειδικός. Αυτές οι καρτ ποστάλ βρίσκονται σήμερα κυρίως σε ιδιωτικές συλλογές απογόνων των στρατιωτών. Οι καρτ ποστάλ της Θεσσαλονίκης έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Η πόλη παρουσιάζεται ειδυλλιακά, σαν μια όαση μέσα στον παραλογισμό του Μεγάλου Πολέμου, μιας και oι πολυαίμακτες συγκρούσεις μαίνονταν πολύ μακριά. Μια χοάνη λαών, γλωσσών και πολιτισμών, που ενσάρκωνε το αρχέτυπο μιας ράθυμης Ανατολής -o οριενταλισμός ήταν μια δημοφιλής τάση της εποχής. Αυτή η εικόνα της πόλης έμελλε λίγο αργότερα να χαθεί οριστικά από τη μεγάλη πυρκαγιά του 1917.
Επίσης κατά τον Α´ Παγκόσμιο Πόλεμο αναπτύχθηκε και η πολεμική κινηματογραφία. Στην Ελλάδα όμως, όπως σημειώνει ο Ρολφ Ζάξε, όχι και τόσο. Όπως επισημαίνει υπάρχει ελάχιστο κινηματογραφικό υλικό της εποχής από την Ελλάδα, όπως π.χ. ένα φιλμ βρετανικής παραγωγής από τη Θεσσαλονίκη, το οποίο διανεμήθηκε παγκοσμίως από την Kodak Pathé των αδερφών Lumières. Αυτά τα πολεμικά φιλμ είχαν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Ήταν στην ουσία βωβός κινηματογράφος με μουσική επένδυση, ενώ οι εικόνες που προβάλλονταν ήταν ουδέτερες. Σε αυτά τα φιλμ, όπως και στο φιλμ που έχει διασωθεί από τη Θεσσαλονίκη, δεν φαίνονται πεδία μαχών, νεκροί και τραυματίες. Όπως εξηγεί ο Ρολφ Ζάξε το ίδιο φιλμ μπορούσε να χρησιμοποιηθεί έτσι εξίσου από τον ελληνικό και αντίστοιχα από τον βρετανικό ή ακόμη και από τους αντιπάλους, τους Γερμανούς ή τους Βούλγαρους. Μια πρωτόλεια ακόμη μορφή δημοσιογραφικής κάλυψης, κάτι σαν τις εικόνες που μεταδίδουν σήμερα τα διεθνή πρακτορεία ειδήσεων.
Αλλά τι ρόλο έπαιζε η προπαγάνδα σε όλα αυτά; Ο Ρολφ Ζάξε σημειώνει ότι στον Α´Παγκόσμιο Πόλεμο δεν υπάρχει ακόμη οργανωμένη προπαγανδιστική μηχανή που χειραγωγεί τα ΜΜΕ και τις τέχνες, όπως στον Β´ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όπως αναφέρει: «H ιστορία της προπαγάνδας είναι μια βαθιά μελαγχολική ιστορία. Στην πραγματικότητα ποτέ δεν λειτούργησε. Στον Α´ Παγκόσμιο Πόλεμο δεν μπορούμε να πούμε ότι υπήρξε μια στρατηγική προπαγάνδας. Aλλά υπήρχαν τα τεχνικά μέσα και έγιναν ποικίλες προσπάθειες να χρησιμοποιηθούν τα μέσα αυτά για την κάλυψη του πολέμου. Υπό αυτή την έννοια ο Α´ Παγκόσμιος Πόλεμος ονομάζεται «Παγκόσμιος Πόλεμος» επειδή και τα μέσα τον παρουσίασαν ως τέτοιον».
Σε ό,τι αφορά το Βαλκανικό Μέτωπο, αυτό διέθετε πολλές ιδιαιτερότητες. Ήταν ιδιαίτερα σκληρό μέτωπο επειδή διεξάγονταν παράλληλα σε πολλές εστίες περιφερειακές συγκρούσεις. Όπως εξηγεί ο Ρολφ Ζάξε, οι Βρετανοί ήθελαν να κερδίσουν τον έλεγχο της Αδριατικής, οι Αυστριακοί ήθελαν να έχουν έλεγχο στα Βαλκάνια, στα ανατολικά ήταν διαρκής η απειλή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Βουλγαρίας. Η Ελλάδα βρισκόταν στη μέση όλων αυτών των ανταγωνισμών. Όπως σημειώνει ο Γερμανός καθηγητής: «Από ιστορική άποψη η Ελλάδα έβλεπε πάντα τον εαυτό της σαν θύμα. Πάντα ισχυριζόταν ότι οι άλλοι έφταιγαν κι ότι ‘εμείς απλώς αντιδρούμε’. Αν δει κανείς όλα αυτά από την οπτική των ελληνικών ΜΜΕ της εποχής, από τη μια πλευρά συναντάμε φωτογραφίες, αφίσες και άρθρα εφημερίδων -υπήρχε ελληνικός πολεμικός τύπος- όπου καταγράφεται μια σαφής υποστήριξη προς τα βρετανικά στρατεύματα. Από την άλλη υπάρχουν και κάποιες φωτογραφίες από μάχες εναντίων των Τούρκων, αλλά πέρα από αυτό δεν συναντάμε στα ελληνικά μέσα της εποχής μια εξύμνηση του πολέμου. Κι αυτό το βρίσκω καλό». Όπως σημειώνει κλείνοντας, ακριβώς το αντίθετο συνέβη στη Γερμανία και στα γερμανικά μέσα της εποχής. Εκεί υπογραμμιζόταν η πρωτόγνωρη βιαιότητα του Μεγάλου Πολέμου, κυρίως όμως οι βιαιοπραγίες των αντιπάλων. Έτσι κάπως ο παράλογος αυτός πόλεμος γινόταν νομιμοποιητικό έρεισμα και παράλληλα δικαιολόγηση της εξίσου βίαιης και «αναγκαίας» ανταπάντησης των Γερμανών.
Δήμητρα Κυρανούδη