Σμύρνη. Ιστορίες της προσφυγιάς.
Γράφει ο Γιάννης Αποστολόπουλος
Δεν είμαι μικρασιάτης. Οι πατρογονικές ρίζες μου ανάγονται στην Κωνσταντινούπολη με το βυζαντινό μας επώνυμο «Ρογάρης». Αναγκαστήκαμε να πάρουμε το δρόμο της προσφυγιάς μετά την πτώση της Βασιλεύουσας αρχικά για τη Φιλιππούπολη (τότε Aνατολική Ρωμυλία) και μετά από τριακόσια χρόνια περίπου ένα τμήμα της οικογένειας κατέβηκε προς την Πελοπόννησο (Αρκαδία)
Παρότι όμως δεν έχω άμεση σχέση με τους μικρασιάτες, πάντα είχα μία ιδιαίτερη ευαισθησία για τις περιοχές της άλλοτε Ιωνίας και τους ανθρώπους που χάθηκαν ή ξεριζώθηκαν από τη γη των πατέρων τους.
Τη μεγάλη εθνική τραγωδία της μικρασιατικής καταστροφής, 100 μαύρα χρόνια από τότε.
΄Εχω την ευαισθησία αυτή και για έναν πρόσθετο σοβαρό λόγο, καθώς στη Σμύρνη υπηρέτησε ο πατέρας μου Παναγιώτης Αποστολόπουλος ως γενικός έφορος, Με άμεσο συνεργάτη μάλιστα εκεί,τον Γεώργιο Θεοδωράκη, πατέρα του μεγάλου μας μουσικοσυνθέτη Μίκη Θεοδωράκη.
Επικεφαλής όλων ο Ύπατος Αρμοστής Αριστείδης Στεργιάδης, στενός συνεργάτης και έμπιστος του Ελευθερίου Βενιζέλου.
Εδώ το Διοικητήριο της Σμύρνης με την ελληνική διοίκηση να παρακολουθεί την άφιξη και διέλευση εθνικών στρατευμάτων
Κάτω τα μέλη της ελληνικής διοίκησης και στρατιωτικοί επιτελείς.
Στο κέντρο ο Ύπατος Αρμοστής Αριστείδης Στεργιάδης με ανώτερους αξιωματικούς και διοικητικούς παράγοντες, Πρώτος αριστερά από τους καθήμενους ο πατέρας μου Παναγιώτης Αποστολόπουλος και δίπλα του ο αρχιμανδρίτης, εκπρόσωπος του μητροπολίτη Χρυσοστόμου Σμύρνης, ο οποίος βρήκε αργότερα με την καταστροφή μαρτυρικό θάνατο.
Τα τραγικά γεγονότα με την κατάρρευση του ελληνικού στρατιωτικού μετώπου τον Αύγουστο το 1922 είναι γνωστά. Ο στρατός του Κεμάλ έφθανε στη Σμύρνη, με πρώτους τους Τσέτες, δυνάμεις ατάκτων, που επιδόθηκαν σε θηριωδίες και καταστροφές.
Η πανέμορφη Σμύρνη παραδόθηκε στις φλόγες, αρπαγές και λεηλασίες ενώ με άγριες σφαγές κυρίως των ανδρών προσπαθούσαν να εξαφανίσουν το ελληνικό στοιχείο. Όσοι προλάβαιναν έφευγαν καταδιωκόμενοι και έπαιρναν το δρόμο της προσφυγιάς, επιβιβαζόμενοι με δυσκολία στα λιγοστά πλοία που βρίσκονταν στο λιμάνι, ενώ πολλοί δεν τα κατάφερναν και πνίγονταν στη θάλασσα.
Έτσι τελείωσε δραματικά και η αποστολή του πατέρα μου στη Σμύρνη, και επανήλθε στην Αθήνα, όπως και τα περισσότερα μέλη της Διοίκησης, ενώ ο Στεργιάδης έφυγε για τη Γαλλία.
Μια δραματική ιστορία
Τραγικά γεγονότα εξιστορεί κάθε προσφυγική οικογένεια, για αγριότητες με δολοφονίες συγγενών, εξαφάνιση άλλων και απώλεια κάθε επικοινωνίας ανάμεσα σε αδέλφια, γονείς και παιδιά κατά την μεταφορά τους στην Αθήνα.
Ο πατέρας μου κατά την παραμονή του στη Σμύρνη διέμενε σε σπίτι μιας εύπορης οικογένειας, που είχε τους γονείς και δύο νέα παιδιά. Έτσι μετά την εντολή για αποχώρηση της Διοίκησης, ευχαρίστησε και αποχαιρέτησε την φιλόξενη οικογένεια. Τους επεσήμανε ότι τα πράγματα έχουν εκτραχυνθεί και έπρεπε να φύγουν άμεσα. Αλλά και εκείνοι ήσαν ενήμεροι και ετοιμάζονταν για την αναχώρηση.
Όμως λίγο αργότερα, ενώ ξεκινούσαν έγινε το κακό. Ομάδα από Τσέτες τους πρόλαβε και με τις ξιφολόγχες κάρφωσαν τον πατέρα και τους νεαρούς γιούς , παρά της σπαρακτικές κραυγές της κυραΠαρασκευής, τραγικής συζύγου και μάνας,.
Έτσι απόμεινε μόνη, τραγική φιγούρα η σύζυγος και μητέρα για τον ανείπωτο κοπετό και το θρήνο. Όπως και πολλές άλλες που βίωναν ανάλογες αγριότητες.
Όμως μέσα στην απελπισία και τον τρόμο η καημένη κυρα Παρασκευή κατάλαβε ότι αν δεν έφευγε γρήγορα την περίμεναν τα χειρότερα. Έτσι
κάνοντας την καρδιά της πέτρα για τον αγώνα της επιβίωσης, με χίλιες δυσκολίες κατάφερε να μπει σε ένα καράβι για τον Πειραιά. Στριμωγμένοι εκατοντάδες πρόσφυγες, αλλά παρότι αναζητούσε κάποιον συγγενή ή γνωστό για να συνδέσει την τραγική μοίρα της στο άγνωστο δεν βρήκε κανέναν. Δεν ήξερε καν ποίοι είχαν μείνει ζωντανοί.
Το καράβι έφτασε στον Πειραιά και οι πρόσφυγες αποβιβάστηκαν, για να ξεκινήσουν για ένα άγνωστο και αδιόρατο μέλλον.
Έρμη και σκότεινη η κυραΠαρασκευή, εντελώς μόνη, πέρα από τη θλίψη για τα οικογενειακά της δράματα, ήταν και η μεγάλη ανησυχία για το αύριο, Και τότε ένα όνομα και μια αχτίδα ελπίδας φώτισε τη σκέψη της, Ο Παναγιώτης.Ο μόνος άνθρωπος που γνώριζε στην Ελλάδα,
Με θερμά παρακάλια κατάφερε κάποιοι να τη λυπηθούν και να τη μεταφέρουν στην Αθήνα. Ήξερε ότι εκεί θα έμενε ο πατέρας μου για να ασχοληθεί με τη δικηγορία. Όμως ούτε διεύθυνση είχε ούτε κανένα άλλο στοιχείο. Έτσι στην αγωνία της, μετά το πρωϊνό ξύπνημα σε κάποιο παγκάκι και ζητιανεύοντας το ψωμί της επιβίωσης περίμενε καθημερινά έξω από το φαρμακείο του Μπακάκου μήπως και περάσει ο πατέρας μου. Λίγες ημέρες και το θαύμα έγινε. Τον είδε να περνάει και όρμησε να τον αγκαλιάσει γεμάτη ελπίδα. Εκείνος συγκινημένος από τι δράμα της δεν είχε δεύτερη σκέψη. «Από τώρα θα είσαι πάντα μαζί μου σαν μάνα μου». Έτσι η κυρά Παρασκευή εγκαταστάθηκε στο σπίτι που διέμενε ο πατέρας μου με τη μητέρα του και την οικογένεια του γαμπρού του ιεροδιδάσκαλου, του παπαΧαράλαμπου Γιαβή.
Η κυρά Παρασκευή αριστερά με τη γιαγιά μου Γεωργούλα Αποστολοπούλου
και την εξαδέλφη μου Έλλη Γιαβή (που δυστυχώς έφυγε 26 χρονών).
Μετά από δύο ή τρία χρόνια με ενέργειες του πατέρα μου βρέθηκαν μία αδελφή και ένας αδελφός της κυραΠαρασκευής,που και εκείνοι, όπως όλοι οι πρόσφυγες αγωνίζονταν, πέρα από τα δεινά τους να εξασφαλίσουν τη δύσκολη επιβίωση. Συγκινητική όσο και σπαρακτική η συνάντηση μεταξύ τους, για τους πολλούς που χάθηκαν.Της πρότειναν να την πάρουν μαζί τους. Όμως η κυραΠαρασκευή δεν θέλησε και αρκέστηε να έχουν επικοινωνία.Αισθανόταν πλέον σαν μέλος της οικογένειας του πατέρα μου. Και έτσι μέσα στη θαλπωρή και την αγάπη, ολοκλήρωσε τη ζωή της.
Με όλα αυτά δικαιολογείται η ευαισθησία μου για τη Σμύρνη, που μάλιστα φρόντισα και να επισκεφθώ, Όπως και για τους ξεριζωμένους της προσφυγιάς. Κρατάω πάντα ως ενθύμια περίτεχνα μικρασιατικά ημερολόγια, αντικείμενα, φωτογραφίες και έγγραφα.
1ΟΟ χρόνια. Η καταστροφή. Η τραγωδία του μικρασιατικού Ελληνισμού.