Θα φανεί περίεργο, ίσως και υπερβολικό αλλά είναι αληθινό. Ο Δήμος Μούτσης, που γεννήθηκε στις 2 Αυγούστου, το 1938 υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους και πιο επιδραστικούς δημιουργούς στην ιστορία του ελληνικού τραγουδιού. Όχι μόνο γιατί ήταν ο συνθέτης που έβαλε την έμπνευση και την υπογραφή του σε πολλά από τα πιο αγαπημένα και διαχρονικά τραγούδια της ελληνικής δισκογραφίας. Ούτε μόνο γιατί σύστησε στο ευρύ κοινό νέους ερμηνευτές όπως ο Μητσιάς, ο Μητροπάνος, η Γαλάνη και η Πρωτοψάλτη. Αλλά γιατί μετά τον Μίκη ήταν αυτός που πάντρεψε όσο κανείς άλλος με τον δικό του τρόπο τη μουσική με την υψηλή ποίηση, τις φόρμες του Χατζιδάκι και του Βαμβακάρη με τον ηλεκτρονικό ήχο και κυρίως γιατί με τα έργα του «Άγιος Φεβρουάριος» και «Το Φράγμα» άνοιξε νέους δρόμους στο ελληνικό τραγούδι και άλλαξε το μουσικό τοπίο.
Ο Δήμος Μούτσης γεννήθηκε στον Πειραιά, σε ηλικία 7 ετών άρχισε να σπουδάζει στο Ωδείο Αθηνών και στα 20 χρόνια του ολοκλήρωσε τις μουσικές σπουδές του κερδίζοντας το πρώτο βραβείο ως σολίστ στο βιολί. Η καριέρα του στη μουσική πήρε τον δρόμο της όταν το 1967 γνώρισε τον Μάνο Χατζιδάκι και τον Νίκο Γκάτσο, από τον οποίο δειλά και ταπεινά ζήτησε να του δώσει στίχους για τις μουσικές του. Μια συμβουλή του Γκάτσου ότι «ένας κλασικός συνθέτης και ένας ρεμπέτης μπορούν να έχουν την ίδια καλλιτεχνική αξία» κινητοποίησε το έμφυτο μουσικό ταλέντο του νεαρού Μούτση και του άνοιξε τον δρόμο για την αλματώδη πορεία του στην ελληνική μουσική. Από τα πρώτα του τραγούδια το «Βρέχει ο Θεός», το «Μη μού χτυπάς τα μεσάνυχτα την πόρτα» και την «Πειραιώτισσα» με τον Σταμάτη Κόκοτα, το «Σ’ έβλεπα στα μάτια» με την Μοσχολιού, το «Αύριο πάλι» με τον Μπιθικώτση και το «Μ’ ένα παράπονο» με τον νεαρό τότε Μανώλη Μητσιά, ο Μούτσης γίνεται ευρύτερα γνωστός και κερδίζει τη δική του διακριτή θέση στη δισκογραφία. Ο Χατζιδάκις τον ξεχώρισε αμέσως αναθέτοντάς του την ενορχήστρωση του έργου του «Επιστροφή» ενώ ο ίδιος ο Μούτσης συνεχίζει να πλουτίζει το ρεπερτόριό του με σπουδαία δικά του τραγούδια όπως το «Αυτά τα χέρια» και τη θρυλική «Ελευσίνα», που ερμήνευσε μαγικά ο Μητσιάς.
Κορυφαία στιγμή για την καριέρα του Μούτση αλλά και σταθμός στην ιστορία του Ελληνικού τραγουδιού θεωρείται το 1972, όταν κυκλοφόρησε ο δίσκος «Αγιος Φεβρουαριος» με ερμηνευτές τον Δ. Μητροπάνο και την Πετρή Σαλπέα. Πρόκειται για ένα πρωτοποριακό μουσικό έργο, στο οποίο ο Μούτσης «παντρεύει» μαεστρικά τη λαϊκή, με την έντεχνη και την ηλεκτρονική μουσική και δημιουργεί νέα δεδομένα στη δισκογραφία. Για την ιστορία το έργο αυτό αναγνωρίστηκε με μεγάλη καθυστέρηση και βρήκε τον δρόμο του όταν ένα τραγούδι του δίσκου, το «Ο χάρος βγήκε παγανιά» συνδέθηκε με το φονικό που διέπραξε ο Νίκος Κοεμτζής για μια παραγγελιά.
Μετά από μια περίοδο αποστασιοποίησης και ενδοσκόπησης ο Δήμος Μούτσης βρίσκει και πάλι τον τρόπο να ανανεώσει τη μουσική του δημιουργία στις αρχές της δεκαετίας του 80 με τον δίσκο «Φράγμα» σε στίχους Κώστα Τριπολίτη και ερμηνευτές την Άλκηστη Πρωτοψάλτη και τον Μανώλη Μητσιά. Το «Φράγμα» ΄θεωρείται ο δεύτερος μεγάλος σταθμό στην καριέρα του στο οποίο κυριαρχεί η σύζευξη λαϊκού και ηλεκτρικού ήχου και στο οποίο ξεχωρίζει το «Δεν λες κουβέντα» με τη συγκλονιστική ρεμπέτικη φωνή της Σωτηρία Μπέλλου.
Μετά το «Φράγμα» ο Μούτσης εγκαινιάζει ένα νέο καθαρά προσωπικό κύκλο στον οποίο γράφει και ερμηνεύει ο ίδιος τα τραγούδια του και εμφανίζεται σε μουσικές σκηνές και συναυλίες. Και από αυτή την περίοδο προέκυψαν αρκετά τραγούδια, που έμειναν διαχρονικά όπως το «Γουόκμαν» και το «Μια φυσαρμόνικα που κλαίει». Αυτή η μοναχική πορεία συνεχίστηκε μέχρις ότου αποσύρθηκε από το προσκήνιο. Άλλωστε αυτή ήταν συμβατή με τον χαρακτήρα του καθώς σε όλη του τη ζωή ήταν πάντα κλειστός, μοναχικός, αυστηρός μέχρι και ιδιόρρυθμος χαρακτήρας. Και πάντα ανικανοποίητος. Ο ίδιος έλεγε σε μια συνέντευξή του: «Τώρα που έχουν περάσει τα χρόνια και αναλογίζομαι το τι έκανα, δεν είμαι και πολύ ευχαριστημένος. Το ότι μπορεί να έγραψα πέντε τραγούδια καλύτερα ίσως από κάποιον άλλον δεν είναι τίποτα για μένα και τον χαρακτήρα μου… Εκεί που άλλοι στέκονται σε μένα και λένε “μπράβο”, μέσα μου πάντα λέω: Δεν είναι αυτό, κάτι άλλο έπρεπε». Όμως αυτοί που τον γνώρισαν από κοντά έχουν άλλη γνώμη. Όπως ο Μανώλης Μητσιάς ο οποίος σχολιάζοντας την αποχή του Μούτση από τα μουσικά πράγματα έλεγε: «Πρόκειται για ένα μοναδικό ταλέντο, για έναν πραγματικό μελωδό με καταπληκτική αισθητική. Θα είχε να δώσει πολλά ακόμη στο ελληνικό τραγούδι. Η σκέψη του προηγούνταν της εποχής του και πολλοί δεν μπορούσαν να τον καταλάβουν. Είναι κρίμα που έχει σωπάσει».
Ο Δήμος Μούτσης έφυγε από τη ζωή πριν από περίπου 4 μήνες, στις 7 Μαρτίου του 2024, σε ηλικία 86 ετών.