Πως οδηγηθήκαμε στον Νοέμβρη του 1973
Του Αντώνη Λιοναράκη*
Δεν υπήρξε ποτέ κάποια παρθενογένεση, ούτε τα γεγονότα του Νοέμβρη του 73 ήρθαν από κάποιο πουθενά. Όλα είχαν ονοματεπώνυμο και συγκεκριμένη πορεία στο χρόνο. Το άλμα στην Ελληνική κοινωνία έγινε σχετικά σύντομα μεταφέροντας στην πλάτη του την κληρονομιά του 1960. Οι επηρεασμοί πολλοί και οι δυναμικές που αναπτύχθηκαν δεκάδες. Τον Απρίλιο του 1967 η δικτατορία διέκοψε τη λειτουργία των πολιτικών κομμάτων, των συνδικάτων και πολλών πολιτιστικών συλλόγων. Έστειλε άμεσα 3.000 κομμουνιστές εξορία στη Γυάρο, συνέλαβε πολιτικούς από όλο το φάσμα των δημοκρατικών κομμάτων (το ΚΚΕ ήταν ακόμα παράνομο), απέλυσε δημοκράτες από τη δημόσια διοίκηση (καθηγητές ΑΕΙ, δικαστικούς κ.α.), καθώς και από όλα τα Σώματα του Στρατού και ενεργά στελέχη της ΕΔΑ (Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά) και της Νεολαίας Λαμπράκη. Έκλεισε εφημερίδες και περιοδικά και επέβαλε τη λογοκρισία σε κάθε μορφή έντυπης έκδοσης. Με τον τρόπο αυτό δημιούργησε έναν φόβο που πλανιόταν παντού στο πανελλήνιο σε όλες τις ηλικίες και μπορούσε και ήλεγχε τις πληροφορίες όλων των τύπων. Οι δημοσιογράφοι στα μέσα ενημέρωσης έπρεπε με μαεστρία να βρουν τρόπους να καταγράψουν τις απόψεις τους χωρίς να εκτεθούν στις απαγορεύσεις και τη λογοκρισία.
Η δικτατορία ενεργοποίησε τη λογική της προπαγάνδας του Γκαίμπελς για την τρομοκρατία και τον φόβο. Επίσημα δεν το δέχτηκε ποτέ, αλλά οι διαρροές για βασανιστήρια και συλλήψεις είχαν κατακλίσει τα Ευρωπαϊκά μέσα και τους διεθνείς οργανισμούς. Ο φόβος μιας απλής σύλληψης ή εξακρίβωσης προσωπικών στοιχείων στο δρόμο ή οπουδήποτε αλλού ήταν ορατός σχεδόν για τον κάθε Έλληνα. Αυτό δημιούργησε μια στρατιά κυρίως νέων ανθρώπων με φόβους που δεν ήθελαν να διακινδυνεύσουν τη σωματική τους ακεραιότητα. Ακόμα και σε ομαδικές δραστηριότητες ο φόβος του χαφιέ και του αστυνομικού που κρυφακούει τα πάντα ήταν ορατός.
Μετά από λίγους μήνες οι πρώτες φωνές διαμαρτυρίας και αντιδικτατορικών δράσεων έγιναν γνωστές και ακούστηκαν σε όλο τον κόσμο μέσα από αντιστασιακές οργανώσεις. Το «ΠΑΜ» (Πατριωτικό Αντιδικτατορικό Μέτωπο) εξέφρασε ένα μεγάλο μέρος της αριστεράς, οι «Ελεύθεροι Έλληνες», ομάδα δημοκρατικών αξιωματικών και πολιτών και στη νεολαία, η πιο πολυπληθής και μαζική αλλά παράνομη οργάνωση «Ρήγας Φεραίος». Σύντομα η Ασφάλεια συνέλαβε μέλη και των τριών οργανώσεων. Τα Στρατοδικεία ξεκίνησαν να καταδικάζουν παράλογες κατηγορίες και να επιβάλουν ποινές πρωτόγνωρες για την εποχή. Το μοίρασμα προκηρύξεων μπορούσε να οδηγήσει σε φυλάκιση τουλάχιστον 20 ετών. Επίσης, η κατηγορία για προσπάθεια ανατροπής του καθεστώτος μπορούσε να φτάσει και σε ισόβια ποινή έως και θάνατο. Όλοι οι συλληφθέντες των παράνομων οργανώσεων καταδικάζονταν σύμφωνα με τον νόμο 509 του Μεταξά. Οι κομμουνιστές βαρύνονταν επιπλέον με την κατηγορία της εθνικής προδοσίας και κατασκοπίας. Αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα ή πολιτικό δεν υπήρξε τα πρώτα 3 χρόνια, εκτός των παράνομων οργανώσεων, με αποτέλεσμα οι δικτάτορες να επαφίενται σε μια λανθάνουσα ηρεμία που σύντομα άλλαξε τη ροή πολλών πραγμάτων.
Τα νεανικά κινήματα που αναπτύσσονται σε πολλές χώρες του πλανήτη έχουν μια μικρή επιρροή στη νεολαία της Ελλάδας. Ο Μάης του 68 στην Γαλλία, στη Γερμανία και Βρετανία τα κινήματα ειρήνης και οι κινητοποιήσεις εναντίον του πολέμου στο Βιετνάμ σε όλη την Ασία εξαπλώνονται με ταχύτητα. Ακόμα και στις ΗΠΑ, το κίνημα για ειρήνη που έχει ξεκινήσει λίγα χρόνια πιο πριν δημιουργεί εκρηκτικές διαδηλώσεις και καταλήψεις στα πανεπιστήμια. Το κίνημα της νεολαίας για Ειρήνη και περισσότερη δημοκρατία είναι καθολικό. Προσανατολίζεται στον πόλεμο του Βιετνάμ, στον εκσυγχρονισμό της εκπαίδευσης και εναντίον ενός αυταρχικού και σκληρού συντηρητικού κατεστημένου.
Το 1969 ο Περικλής Κοροβέσης καταθέτει στο Συμβούλιο της Ευρώπης τη μαρτυρία του για τα βασανιστήρια στο ΕΑΤ ΕΣΑ και την Ασφάλεια. Για πρώτη φορά επίσημος θεσμός της Ευρώπης δέχεται τις καταγγελίες του και η φωνή του φτάνει σε όλες της χώρες μέχρι και τον ΟΗΕ. Στις 30 Ιανουαρίου 1969 η Συμβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης με 92 ψήφους καταδικάζει τη χούντα των συνταγματαρχών και εισηγείται στην Επιτροπή των υπουργών την εκδίωξη της Ελλάδας από το Συμβούλιο. Έτσι η Ελλάδα αποπέμπεται από τον θεσμό. Στην αποπομπή της είχαν βαρύνοντα λόγο και άλλοι πολιτικοί κρατούμενοι, καθώς και η Διεθνής Αμνηστία. Τα ανθρώπινα δικαιώματα βρήκαν δικαίωση στο ξεκίνημα ενός κινήματος που θα επηρέαζε για τα επόμενα χρόνια την πορεία της Ελλάδας.
ΟΛ Αντώνης <Λιοναράκης καταθέτει στη δίκη…
Τρεις κινηματογραφικές ταινίες μέσα σε τρία χρόνια άλλαξαν την πορεία του φοιτητικού κινήματος και ενδυνάμωσαν τον αντιδικτατορικό αγώνα
Τα γεγονότα που ακολούθησαν επηρεάστηκαν από κάποιους αστάθμητους παράγοντες που εξέπληξαν το ίδιο το καθεστώς. Κανείς δεν περίμενε ότι 3 κινηματογραφικά έργα που πρωτοπαίχτηκαν στην Αθήνα θα επηρέαζαν σε μεγάλο βαθμό το κίνημα της νεολαίας και θα άνοιγαν διόδους που θα οδηγούσαν σε δύο καταλήψεις της Νομικής Σχολής της Αθήνας και στο τέλος στα γεγονότα του Πολυτεχνείου.
Στο ξεκίνημα του 1973 οι δύο καταλήψεις της Νομικής Σχολής της Αθήνας προετοιμάζουν το έδαφος για κάτι μεγάλο που θα έρθει. Λίγο πιο μετά ακολουθεί η διακοπή αναβολής της στράτευσης των στελεχών που ήδη έχουν κάνει την εμφάνισή τους. Περίπου 150 στελέχη των φοιτητών υποχρεούνται να διακόψουν τις σπουδές τους και να παρουσιαστούν σε στρατεύσιμες μονάδες. Ταυτόχρονα η δικτατορία και το όργανό της η ΕΣΑ, τον Μάη του 73, συλλαμβάνει μια ομάδα αντιδικτατορικών δικηγόρων και τους στέλνει όλους στην πλήρη απομόνωση. Αυτό το συμβάν ονομάστηκε από τις φοιτητές «νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου». Αυτό που ενόχλησε όμως περισσότερο τη δικτατορία ήταν το κίνημα του Ναυτικού το οποίο ξεπήδησε μέσα από τα σπλάχνα της και πήρε μορφή «ανυπακοής και ανταρσίας». Έτσι μόνο μπορεί να δικαιολογηθεί το μένος και το μίσος που έβγαλε η ΕΣΑ στους συλληφθέντες. Το μήνυμα της αντίστασης πήρε έντονη μορφή και έφτασε σε Αμερική και Ευρώπη. Οι δικτάτορες έχασαν κάθε αξιοπιστία που τους είχε απομείνει σε πολιτικό και διπλωματικό επίπεδο. Χρονικά και παράλληλα με όλα αυτά τα γεγονότα φαίνεται να στεριώνει η αρχή του τέλους.
Αν γυρίσουμε λίγο πίσω στο χρόνο, το 1970 αναγνωρίζουμε ότι τρεις ταινίες του αμερικάνικου κινηματογράφου έπαιξαν έναν ρόλο ώθησης και κατανόησης των κινημάτων νεολαίας κυρίως στις ΗΠΑ. Η πρώτη περιγράφει την κατάληψη του πανεπιστημίου Columbia από τους φοιτητές για ειρήνη και δημοκρατία καθώς και την άρνησή τους για συμμετοχή στον πόλεμο του Βιετνάμ. Η ταινία αυτή τιτλοφόρησε ως «Φράουλες και αίμα» (Strawberry Statement) . Λίγο καιρό πιο πριν η κατάληψη του Πανεπιστημίου του Kent στις ΗΠΑ είχε οδηγήσει σε τέσσερις νεκρούς και δεκάδες τραυματισμένους φοιτητές από την Εθνοφρουρά. Οι καταλήψεις των πανεπιστημιακών σχολών σε Ευρώπη και Αμερική φάνηκε ότι είχαν αποτέλεσμα. Οι συνειρμοί που μπορούσε κάποιος να κάνει ταίριαζαν πολύ με την κατάσταση που επικρατούσε στα Ελληνικά Πανεπιστήμια. Οι κινηματογράφοι που πρόβαλαν την ταινία μετατράπηκαν σε μικρή αρένα διαμαρτυρίας εναντίον της στρατιωτικής χούντας. Οι ομοιότητες ήταν πολλές και η πεποίθηση ότι κάτι ανάλογο θα έπρεπε να γίνει και στα Ελληνικά πανεπιστήμια ήταν ιδιαίτερα έντονη. Η μουσική που συνόδευε την ταινία έδωσε χαρακτηριστικά μιας δυναμικής που οπτικοποίησε ακόμα περισσότερο τα γεγονότα. Το εμβληματικό τραγούδι του Τζον Λένον “give peace a chance” έγινε ύμνος των αντιπολεμικών κινημάτων και ωδή για το αναπτυσσόμενο Ελληνικό αντιδικτατορικό κίνημα των φοιτητών. Οι νέοι που παρακολούθησαν τις ταινίες το 1970 ήταν αυτοί που μετά από τρία χρόνια πήραν μέρος στις καταλήψεις της Νομικής Σχολής και του Πολυτεχνείου. Ήταν αυτοί που αψήφησαν τους φόβους και τους κινδύνους που βρίσκονταν πίσω από μια μοναδική εξέγερση.
Αμέσως μετά η ταινία «Ξένοιαστος καβαλάρης» (easy rider) παρουσιάστηκε στο Ελληνικό κοινό με μια δυναμική που επικεντρώθηκε κυρίως στη μουσική της ταινίας και στη δύναμη της ροκ μουσικής. Ταυτόχρονα παρουσιάζεται ο καθώς πρέπει αμερικανός αστός που ξαφνικά αλλάζει τις απόψεις του και τις ανάγκες του και αποφασίζει να ζήσει τις εμπειρίες που ανοίγονται μπροστά του. Το σκηνικό της ταινίας γυρίζει γύρω από τα κοινόβια των χίπις, από τις μοτοσυκλέτες που δίνουν την αίσθηση της ελευθερίας και του φευγιού. Τα ναρκωτικά είναι σε καθημερινή χρήση και ο θεατής έρχεται αντιμέτωπος με την αντισυμβατική ζωή κάποιων ανθρώπων.
Η Τρίτη ταινία που δημιούργησε μια έκρηξη συναισθημάτων και ήχων ήταν το «Γούντστοκ» (Woodstock). Τρείς μέρες μουσικής, ειρήνης, αγάπης και αντιπολεμικής έκφρασης. Όλα τα μουσικά αστέρια της ροκ και φόλκ μουσικής έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους για να ενώσουν τις φωνές της αμερικανικής νεολαίας και να εκφράσουν το αντιπολεμικό πνεύμα που κυριαρχούσε. 500.000 νέοι άνθρωποι συγκεντρώθηκαν σε ένα χώρο για τρείς ολόκληρες ημέρες και νύχτες χωρίς να ανοίξει μια μύτη. Η ταινία παρουσιάστηκε στο «Παλλάς» της Αθήνας και κατέληξε σε αντιδικτατορική διαδήλωση. Η μουσική που ακούστηκε, εξελίχτηκε σε ωδή της νεολαίας. Η αίσθηση που κυριάρχησε επηρέασε το θυμικό των νέων αλλά και την πεποίθηση ότι ενωμένοι όλοι μαζί μπορούμε να καταφέρουμε τα πάντα. Η μαγιά λοιπόν υπήρχε από πριν. Συνέβησαν πολλά που απετέλεσαν προπύργιο προετοιμασίας για κάτι πιο μεγάλο, πιο σημαντικό και καθολικό.
Χθες, 14 Νοεμβρίου 2024, βρέθηκα ανάμεσα σε μαθητές Λυκείου με τους οποίους μιλήσαμε για τα γεγονότα της εποχής. Τα παιδιά έκαναν μια πολύ φυσική ερώτηση: «πώς αισθανθήκατε μέσα στο Πολυτεχνείο, μέσα στα συγκλονιστικά γεγονότα»; Ξέρετε, τα παιδιά έχουν απαιτήσεις και όταν ρωτάνε κάτι περιμένουν πειστικές απαντήσεις και όχι υπεκφυγές. Μου πήρε λίγα δευτερόλεπτα να δω τι θα απαντούσα. Τους απάντησα ότι η πιο σημαντική αίσθηση ήταν ασφαλώς η ικανοποίηση της μαζικότητας και η πίστη ότι θα έπεφτε η δικτατορία. Η καρδιά μας όμως είχε μια ακόμα πιο σημαντική αίσθηση. Τελείωνε η εποχή του «εγώ» και ξεκινούσε στην πράξη η νέα εποχή του «εμείς». Η αίσθηση της αλληλεγγύης άνοιξε ένα νέο κουτάκι στα συναισθήματά μας. Μοιραστήκαμε ένα πιάτο φαί στα πέντε, ήπιαμε διψασμένοι ένα ποτήρι νερό που πήγαινε από τον έναν στον άλλον, ανοίξαμε ένα πακέτο τσιγάρα και το μοιραστήκαμε με όλη τη συντροφιά. Κίνηση ιδιαίτερα δυνατή, την Παρασκευή το πρωί και βρισκόμενος στα μπροστινά κάγκελα του Πολυτεχνείου με πλησίασε μια μαυροφορεμένη γυναίκα. Αναγνώρισα αμέσως την μητέρα του Αλέκου και Στάθη Παναγούλη. Με φώναξε να πάω πιο κοντά της. Έβγαλε από την τσάντα της 500 δραχμές και τις έβαλε μέσα στην παλάμη μου. Μου ψιθύρισε: «για τον αγώνα». Τα χρήματα παραδόθηκαν αμέσως στη Συντονιστική Επιτροπή του Πολυτεχνείου.
Τα μηνύματα των τριών ταινιών που περιγράφτηκαν, ως δια μαγείας, ενώθηκαν μεταξύ τους και μαζί με τα ακούσματα του Μίκη και του Μάνου, μαζί με το Πνευματικό Εμβατήριο, την Κατάσταση Πολιορκίας και τον Μεγάλο Ερωτικό μετέφεραν μια αυθεντική αίσθηση που μπορούσε να μας παραπέμψει στους αγώνες των προγόνων μας και στο μεγαλείο μιας ιστορικής μνήμης φρέσκιας και σμιλευμένης από τις Θερμοπύλες, από το 1821, από τους Βαλκανικούς πολέμους και από τη δράση και αντίσταση των πατεράδων μας και των παππούδων μας ενάντιο στο φασισμό. Οι αγώνες δεν είχαν πάντα την απαιτούμενη ευλογία που όλοι είχαν ανάγκη. Μέσα από δύσβατα μονοπάτια έπρεπε να περάσουμε όλοι για να αντικρίσουμε το φως.
Όπως γράφει ο μεγάλος μας ποιητής Άγγελος Σικελιανός:
«Ὀμπρὸς βοηθᾶτε νὰ σηκώσουμε τὸν ἥλιο πάνω ἀπ᾿ τὴν Ἑλλάδα,
ὀμπρός, βοηθᾶτε νὰ σηκώσουμε τὸν ἥλιο πάνω ἀπὸ τὸν κόσμο.
Τί, Ἰδέτε· ἐκόλλησεν ἡ ρόδα του βαθειὰ στὴ λάσπη,
κι ἄ, ἰδέτε χώθηκε τ᾿ ἀξόνι του βαθειὰ μέσ᾿ τὸ αἷμα.
Ὀμπρός, παιδιά, καὶ δὲ βολεῖ μονάχος ν᾿ ἀνέβῃ ὁ ἥλιος,
σπρῶχτε μὲ γόνα καὶ μὲ στῆθος νὰ τὸν βγάλουμε ἀπ᾿ τὴ λάσπη,
σπρῶχτε μὲ στῆθος καὶ μὲ γόνα νὰ τὸν βγάλουμε ἀπ᾿ τὸ γαῖμα.
Δέστε, ἀκουμπᾶμε ἀπάνω τοῦ ὁμοαίματοι ἀδελφοί του».
*Ο Αντώνης Λιοναράκης είναι ομότιμος Καθηγητής και τ. Κοσμήτορας στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο