“Πω πω πόση σκόνη που σήκωσα” είπε η μύγα που καθόταν στο τέλος ενός άρματος
Ματαιοδοξία Ένα ακόμη ανεπιθύμητο χαρακτηριστικό
Της Δέσποινας Μακρινού
Η μύγα καμαρώνει, σύμφωνα με τον Αισωπο, ότι στο πέρασμα της σήκωσε πολύ σκόνη. Πόσο πολύ εκτιμά το βάρος της , την ύπαρξη της! Πόσο καμαρώνει για κάτι ανύπαρκτο, υπερφύαλο!
Με μία μικρή κίνηση πίστεψε, πιστεύει μάταια ότι έγινε αισθητή .
Δυστυχώς την ματαιοδοξία δεν την συναντάμε μόνο στα παραμύθια. Ούτε μόνο στα σοφά κείμενα.
Πάνω της, πάνω σε αυτή την εσφαλμένη εντύπωση, αμέτρητοι άνθρωποι έκτισαν καριέρα. Πόσα δεινά έχει υποστεί η ανθρωπότητα απο ματαιόδοξους, επίδοξους διεκδικητές με ενισχυμένο ναρκισσισμό και υπέρμετρη ματιοδοξία!
Ματαιοδοξία για την στήριξη του ασήμαντου, της διογκωμένης υπερηφάνειας, του εγωκεντρισμού.
“Η ματαιοδοξία όταν κατοικεί σε ένα αδύναμο μυαλό μπορεί να δημιουργήσει πολλά προβλήματα” γράφει η Τζέιν Όστιν.
Δυστυχώς η ματαιοδοξία δεν αφορά μόνο κάποιες κατηγορίες ανθρώπων, αφορά όλους και υιοθετείται απο πολλούς, ως μέσο επιβίωσης και επιβεβαίωσης.
Αφορμή για την ενασχόληση με το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό, η έντονη επικαιρότητα των ημερών, που βρίθει ματαιοδοξίας και επιλήψιμης ασημαντότητας.
Όταν ένας ματαιόδοξος πολιτικός “επιβάλει” με τον τρόπο του το κοινό σε συνέργεια και παρακολούθηση σε συνέχεια, κάποιων απολύτως κοινών και ασήμαντων ενεργειών, τότε μπορούμε άνετα να επικαλεστούμε τον σοφό Σωκράτη ότι “τα άδεια σακιά τα φουσκώνει ο αέρας και τους ανόητους η έπαρση”
Ο ματαιόδοξος άνθρωπος ποτέ δεν πρόκειται να παραδεχθεί τον ανεπιθύμητο αυτόν χαρακτηρισμό. Εκτιμά ότι πάντα φταίνε οι άλλοι, είτε γιατί δεν καταλαβαίνουν είτε γιατί είναι κατώτεροι και συμπλεγματικοί. “Ο ματαιόδοξος ζητά επαίνους”.
‘Εχει πάντα δίκιο και αυτό τον καθιστά ανώτερο και υπερεκτιμημένο. Αλλωστε
“Η καρδιά αποκοιμάται στο μεθύσι της ματαιοδοξίας” και αργεί να ξυπνήσει. Ο ματαιόδοξος άνθρωπος δύσκολα μπορεί να προσγειωθεί και να κατανοήσει το ανυπέρβλητο εγώ του.
“Ο άνθρωπος μοιάζει με κλάσμα, όπου ο αριθμητής είναι ο πραγματικός εαυτός του και ο παρονομαστής η ιδέα που έχει για τον εαυτό του. Όσο μεγαλύτερος ο παρονομαστής, τόσο μικρότερη η αξία του κλάσματος. Και όσο ο παρονομαστης διογκώνεται προς το άπειρο, τόσο το κλάσμα τείνει προς το μηδέν” τάδε έφη Λέων Τολστόι.
Και για να επανέλθουμε στην αιτία της συγγραφής αυτού του κειμένου ως επίλογο θα κάνουμε χρήση μιάς φράσης του Ιονέσκο που αυτή την στιγμή μας εκπροσωπεί απόλυτα.
“Ο Θεός είναι νεκρός. Ο Μαρξ είναι νεκρός. Και εγώ τελευταία δεν αισθάνομαι τόσο καλά”. Υπομονή αδέλφια !!!