Το βιβλίο υπογράφεται από συντακτική επιτροπή, επικεφαλής της οποίας είναι ο Ιωάννης Παλαιοκρασσάς, ενώ τον πρόλογο υπογράφει ο επίτιμος πρόεδρος της ΝΔ Κωνσταντίνος Μητσοτάκης.
Ο κ. Μητσοτάκης σημειώνει – μεταξύ άλλων – ότι «η πορεία της χώρας θα ήταν διαφορετική» αν δεν είχε ανατραπεί η κυβέρνησή του και αφήνει αιχμές για την πολιτική που ακολούθησαν τόσο ο Μιλτιάδης Εβερτ όσο και ο Κώστας Καραμανλής.
«Μετά την πτώση της κυβέρνησης εκείνης, η Ελλάδα δεν ξαναβρήκε στην πραγματικότητα τον δρόμο της. Στο κόμμα της Νέας ∆ημοκρατίας, το οποίο λειτουργούσε επί της εποχής μου απόλυτα δημοκρατικά (όπως άλλωστε και το Υπουργικό Συμβούλιο), με τη δυνατότητα ανοικτής έκφρασης της αντίθετης άποψης, επικράτησαν οι λαϊκίστικες απόψεις που εξέφραζε η εσωκομματική μου αντιπολίτευση» σημειώνει ο κ. Μητσοτάκης, ενώ σε άλλο σημείο τονίζει:
«Παρά τις ελάχιστες φωνές που, απομονωμένες από την ευρύτερη κοινή γνώμη, προειδοποιούσαμε μάταια για τα επερχόμενα δεινά, ο δανεισμός συνεχίστηκε και κορυφώθηκε στη διάρκεια της πρώτης δεκαετίας του 2000. Αφθονο και φθηνό χρήμα στα χέρια ανεύθυνων κυβερνήσεων δαπανήθηκε αποκλειστικά για κατανάλωση διαμορφώνοντας ένα πλασματικό επίπεδο ευμάρειας, μέχρις ότου η οικονομική κρίση να χτυπήσει σαν τσουνάμι την Ελλάδα και να αποκαλύψει την σκληρή αλήθεια».
Στην αρχή του προλόγου ο κ. Μητσοτάκης αναφέρει ότι «το τεράστιο πρόβλημα που αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα μας έχει τις ρίζες του πριν 30 χρόνια, όταν ανέλαβε για πρώτη φορά το ΠΑΣΟΚ την εξουσία στις αρχές της δεκαετίας του ’80» και πως μετά την πολιτική τού «Τσοβόλα, δώσ’ τα όλα», το 1989 η χώρα είχε πτωχεύσει.
«Είχα πει» σημειώνει ο πρώην πρωθυπουργός «ότι θα επιχειρήσω να βελτιώσω τη ζωή των Ελλήνων αλλά θα τους ζητούσα περισσότερη δουλειά για να μπορέσουμε να κάνουμε την Ελλάδα ανταγωνιστική. Είχα πει την αλήθεια μερικές φορές μέχρις ωμότητος».
Ο κ. Μητσοτάκης εκτιμά σήμερα ότι τα μέτρα που έλαβε, παρά την αντιδημοτικότητά τους, έριξαν τον πληθωρισμό κάτω του 11% το 1994, ενώ αποδίδει σημασία σε μια σειρά από διαρθρωτικές αλλαγές, αλλά και στα μεγάλα έργα υποδομής που δρομολογήθηκαν.
Τέλος, αναφέρει ότι μόνο η πρώτη τετραετία της κυβέρνησης Σημίτη είχε μεταρρυθμιστικό όραμα και πολιτικό στόχο, την είσοδο της χώρας στην ΟΝΕ, αλλά παρ’ όλα αυτά μιλάει για «μισή προσπάθεια που έκανε ο Σημίτης».