Πέθανε σήμερα σε ηλικία 90 ετών, ο τελευταίος κομμουνιστής ηγέτης της Πολωνίας, Βόιτσεχ Γιαρουζέλσκι, μετά από μακρά ασθένεια, όπως μετέδωσε το κρατικό ειδησεογραφικό πρακτορείο PAP
Ο Γιαρουζέλσκι, ο οποίος είχε γεννηθεί στις 6 Ιουλίου 1923, θα μείνει στην ιστορία ως ο άνθρωπος που επέβαλε στρατιωτικό νόμο στη χώρα του, στις 13 Δεκεμβρίου 1981, σε μια μάταιη προσπάθεια να καταστείλει τη δράση του συνδικάτου Αλληλεγγύη του Λεχ Βαλέσα. Ο ίδιος ωστόσο ήταν ο πρώτος κομμουνιστής ηγέτης της Ευρώπης που ξεκίνησε, οκτώ χρόνια αργότερα, τη διαδικασία μετάβασης της χώρας του προς τη δημοκρατία.
Ο Γιαρουζέλσκι, μια “αινιγματική” φυσιογνωμία, κρυμμένη συνήθως πίσω από μεγάλα, σκούρα γυαλιά, συνήθιζε να επαναλαμβάνει ότι “μόνο η ιστορία θα τον δικαιώσει”. Υποστήριζε μάλιστα ότι το 1981 επέλεξε το “λιγότερο κακό” για την Πολωνία και την έσωσε από μια εισβολή των σοβιετικών στρατευμάτων.
“Πιστεύω ότι δεν χαιρόταν τη ζωή, δεν απολάμβανε τις μικρές χαρές της. Η δουλειά και η πολιτική, με το π κεφαλαίο, ήταν ανέκαθεν οι προτεραιότητές του”, έγραψε η κόρη του, Μόνικα, στη βιογραφία του πατέρα της.
Ο Βόιτσεχ Γιαρουζέλσκι γεννήθηκε στο Κούροφ το 1923 και σε νεαρή ηλικία εντάχθηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Στα 17 του, λίγο μετά την διχοτόμηση της Πολωνίας μεταξύ Γερμανίας και ΕΣΣΔ εξορίστηκε μαζί με όλη του την οικογένεια στη Σιβηρία. Ο πατέρας του πέθανε εκεί.
Ο νεαρός Βόιτσεχ πάντως εντάχθηκε στην πολωνική δύναμη του Κόκκινου Στρατού. Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αφού σπούδασε στην Ανώτατη Σχολή του Πεζικού και την Ακαδημία του Γενικού Επιτελείου της Βαρσοβίας, κέρδισε πολύ γρήγορα βαθμούς, ενώ συνέχιζε και την πολιτική καριέρα του στο Κομμουνιστικό Κόμμα Πολωνίας. Το 1956 έφτασε στον βαθμό του ταξίαρχου ενώ από το 1965 μέχρι το 1968 ήταν αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού της Πολωνίας. Το 1968 ανέλαβε υπουργός άμυνας, μια θέση που διατήρησε επί 15 χρόνια ενώ ταυτόχρονα ήταν μέλος του Πολιτικού Γραφείου του κόμματος.
Λίγους μήνες μετά την ίδρυση της “Αλληλεγγύης”, το 1980, ο στρατηγός Γιαρουζέλσκι ανέλαβε τη θέση του πρώτου γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος, πρόεδρος του Συμβουλίου Υπουργών και ταυτόχρονα Αρχηγός του Στρατιωτικού Συμβουλίου Εθνικής Σωτηρίας. Είχε συγκεντρώσει στο πρόσωπό του όλες τις εξουσίες, στρατιωτικές και πολιτικές, όταν, τον Δεκέμβριο του 1981, ανακοίνωσε στους συμπατριώτες του την κήρυξη στρατιωτικού νόμου. Η “Αλληλεγγύη” κηρύχθηκε παράνομη και τα ηγετικά στελέχη της φυλακίστηκαν.
Δύο χρόνια αργότερα ήρθη ο στρατιωτικός νόμος ενώ η άνοδος του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ στην εξουσία στη Μόσχα και η οικονομική κρίση υποχρέωσαν τον στρατηγό να προχωρήσει στη φιλελευθεροποίηση του καθεστώτος στην Πολωνία. Η απόφασή του να διαπραγματευτεί με την “Αλληλεγγύη” το μέλλον της χώρας οδήγησε το καλοκαίρι του 1989, μέσω των βουλευτικών εκλογών τις οποίες κέρδισε το κίνημα του Βαλέσα, στην πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος.
Το 1990 παραιτήθηκε από το αξίωμα του προέδρου της Πολωνίας, συνεχάρη τον διάδοχό του στην προεδρία Λεχ Βαλέσα και αποχαιρέτησε τους Πολωνούς, ζητώντας συγγνώμη “για τα βάσανα και τις αδικίες που υπέστησαν” από την κυβέρνησή του. Σχεδόν 15 χρόνια αργότερα ζήτησε επίσης συγγνώμη για την εισβολή των στρατευμάτων του Συμφώνου της Βαρσοβίας – μεταξύ των οποίων και Πολωνοί στρατιώτες – στην Τσεχοσλοβακία το 1968.
“Είναι ίσως παράδοξο ν’ ακούγεται από εμένα, όμως είμαι πολύ ικανοποιημένος που βλέπω την Πολωνία στο ΝΑΤΟ, το οποίο εγγυάται την ασφάλειά μας, καθώς και στην Ευρωπαϊκή Ένωση που αποτελεί μια τεράστια ευκαιρία για ανάπτυξη”, είχε δηλώσει τον Αύγουστο του 2005, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Γαλλικό Πρακτορείο.
Το 2010 ωστόσο ο Γιαρουζέλσκι κατηγορήθηκε για “κομμουνιστικά εγκλήματα” επειδή είχε επιβάλει στρατιωτικό νόμο στη χώρα. Κινδύνευε να καταδικαστεί σε κάθειρξη 10 ετών, όμως λόγω της κακής κατάστασης της υγείας του δεν δικάστηκε. Την επόμενη χρονιά αποκάλυψε ότι έπασχε από καρκίνο των λεμφαδένων.
“Θα ήταν ένας μεγάλος άνδρας αν είχε ζήσει σε μια άλλη εποχή. Όμως ανήκε σε μια άτυχη γενιά”, δήλωσε ο Λεχ Βαλέσα.