της Μαίρης Βασάλου
Κατάθεση αγάπης και αλληλεγγύης
«…τον φαντάζομαι καβάλα στο ποδήλατο του, με τη στολή της υπηρεσίας και το πηλήκιο να κάνει πετάλι μέσα στη ζέστη του απογεύματος, ισορροπώντας στο πλάι των γραμμών, με το καλαθάκι για το φαγητό του άδειο, να κρέμεται στη μια άκρη του τιμονιού…»
Η Πόλυ Χατζημανωλάκη, μετά το πρώτο της βιβλίο ‘Οι μέλισσες του Κάλβου τριγυρίζουν στα λιβάδια του Λινκολνσάιρ’, στο δεύτερο πεζογραφικό της έργο, δίνοντας ανάγλυφη την εικόνα του επιθεωρητή γραμμών του τρένου, που συνδέει τη Μομπάσα με το Ναϊρόμπι , κερδίζει τον αναγνώστη από τις πρώτες κιόλας σελίδες.
Η συγγραφέας που καλείται να λύσει τα αινίγματα του Ν’ Γκόρο , ενός χωριού στη μακρινή Κένυα, μας ταξιδεύει στην ανατολική Αφρική , όπου παρακολουθούμε από κοντά τους κεντρικούς της ήρωες:
Η Γκλάντυς , η μαύρη γιατρός με τα κοτσιδάκια και με κύριο χαρακτηριστικό τη βρετανική προφορά της, είναι θετή μητέρα ενός πεντάχρονου παιδιού.
Η Βάλερι, η λευκή γιατρός, Αγγλίδα από τη μεριά της μητέρας της, αφού εργάσθηκε κατά διαστήματα στην Ελλάδα, πατρίδα του πατέρα της αποφάσισε να κάνει την πρακτική της εξάσκηση στην Κένυα, μεριάζοντας φόβους και τυχόν ενδοιασμούς για το μεγάλο ταξίδι…
« Η γειτονιά λεγόταν Καχάβα Γουεντάνι, που σήμαινε Αγάπη για τον καφέ. Στην πραγματικότητα, Γουεντάνι σημαίνει αγάπη για ένα μέρος. Γουεντάνι είπε μέσα της. Γουεντάνι. Αυτό με έχει φέρει εδώ».
Η πρώτη συνάντηση των δύο γυναικών στην κλινική “ Ιντιπέντεντ Χελθ Μίσσιον ”στο Ναϊρόμπι έχει έναν κοινό σκοπό και έναν κοινό προορισμό, την αποστολή τους στο Νακούρου. Και, η περιπέτεια αρχίζει… στην περιοχή που μαστίζεται από τη φτώχεια και την εξάπλωση του ’Ειτζ από μητέρα σε παιδί.
Οι ζωντανές εικόνες από τις παραγκούπολεις της Κένυας, εναλλάσσονται με σκηνές της καθημερινής ζωής των κατοίκων στον αγώνα τους για την επιβίωση την ίδια ώρα που έρχονται αντιμέτωποι με την άνιση μάχη κατά της ασθένειας.
Με την πλαστικότητα του λόγου της και το προσωπικό της ύφος γραφής η Πόλυ Χατζημανωλάκη συνθέτει αυθεντικούς στέρεους χαρακτήρες , τους οποίους , χωρίς φόρτιση, τους προσεγγίζει με μια αδιόρατη τρυφερότητα και ευαισθησία, καθώς είναι χαραγμένοι στο χαρτί με τη βαθιά γνώση του χώρου που βρίσκονται και του χρόνου που γράφει ιστορία…
Διατρέχοντας τις σελίδες « Από το Βιβλίο Μνήμης του Αναστάσιου » η συγγραφέας θέλει τη Γκλάντυς να καταγράφει βιώματα και μνήμες καθημερινά – κρίκους, που συνδέονται μεταξύ τους με μια αλυσίδα καταστάσεων – μέχρι να γνωρίσει ο θετός της γιος, μέσα από ένα ημερολόγιο, τα μέλη της οικογένειας του, που δεν υπάρχουν πια. Κι έτσι, οι παράλληλες ζωές των ηρώων της, το χθες που διασταυρώνεται με το σήμερα, οι μοναδικές στιγμές που ξετυλίγονται ταυτόχρονα της πολυτάραχης ιστορίας της Κένυας, πλέκουν τον ιστό μιας θαυμάσιας αφήγησης.
« Καλέ μου Αναστάσιε, θα αρχίσω να σου γράφω την ιστορία των Αμπισάι…και νιώθω πως ίσως κι εγώ μάθω έτσι τελικά ποια είμαι…»,«…Γι’ αυτό, γιε της καρδιάς μου, σου τα γράφω όλα αυτά…»
Η πλοκή του βιβλίου κορυφώνεται τη στιγμή που η Γκλάντυς ξεκινάει -μετά από χρόνια ισχυρής επιθυμίας, που σαν σαράκι την κατατρώει – να βρει τις ρίζες της και αναζητά την αληθινή της ταυτότητα.
«…Από την παιδική μου ηλικία δεν θυμάμαι τίποτα παρά μόνο το μοναστήρι. Το πώς βρέθηκα εκεί είναι βέβαια μυστήριο. Μπορεί να με άφησαν όπως τον Μωυσή στο καλαθάκι, του μοναστηριού…».
Κι όταν τελειώσουν οι σελίδες και, ακόμα έχεις το βιβλίο στα χέρια σου, ξεπηδά στο νου η Γκλάντυς με την καλοσύνη να ξεχειλίζει από το χαμόγελο της και, είναι σαν να την ακούς να μιλάει σουαχίλι. Η Βάλερι κάτω από ένα υπόστεγο μες στην κάψα της ημέρας να προσπαθεί να καταλάβει… Βλέπεις μπροστά στα μάτια σου τον αυστηρό αλλά ανθρώπινο Στηβ, διευθυντή της κλινικής στο Ναϊρόμπι, τον Κέβιν με το βαν του να χοροπηδά στις λακκούβες του λασπωμένου δρόμου. Τα παιδιά που παίζουν ποδόσφαιρο με μία κολοκύθα…
Σ’ ένα μυθιστόρημα που γοητεύει και αγγίζει τον αναγνώστη – κατάθεση ανθρωπιάς και αγάπης για τον άνθρωπο – η μυθοπλασία και οι αληθινές πλευρές της ζωής ταυτίζονται μ’ έναν τρόπο που διαφέρει. Και, τα αινίγματα του Ν’ Γκόρο αρχίζουν πλέον να λύνονται ένα, ένα..
Πόλυ Χατζημανωλάκη Βιογραφικό
“Γεννήθηκα στην Κάλυμνο και μεγάλωσα στη Ρόδο. ΄Εχω σπουδάσει Φυσική στην Αθήνα και έκανα στο διδακτορικό μου στις Βρυξέλλες., στη Στατιστική Μηχανική με τον Ilya Prigogine (Βραβείο Νόμπελ Χημείας 1977). Για ένα διάστημα εργάστηκα στο Πανεπιστήμιο του Texas στο Austin και μετά την επιστροφή μου στην Ελλάδα, δίδαξα φυσική και διηύθυνα το πρόγραμμα του International Baccalaureate σε ένα μεγάλο ιδιωτικό σχολείο της Αθήνας. Είμαι μέλος του δικτύου Σχολικής Καινοτομίας και υπεύθυνη ενός πανελλήνιου διαγωνισμού ανάγνωσης λογοτεχνικού βιβλίου για παιδιά (Βιβλιοδρομίες)
Το πρώτο μου βιβλίο «Οι Μέλισσες του Κάλβου τριγυρίζουν στα λιβάδια του Λινκολνσάιρ» κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ταξιδευτής τον Ιούλιο του 2008, ενώ το επόμενό μου μυθιστόρημα «Η ράχη της κολοκύθας» είναι προγραμματισμένο για τον Οκτώβριο του 2010.
Έχω δημιουργήσει τρία ιστολόγια:
Το Πινακίδες από Κερί http://waxtablets.blogspot.com/
Και στα Αγγλικά http://wax-tablets.blogspot.com/
Στην τρύπα του λαγού http://stintrypatoulagou.blogspot.com/
«Στην τρύπα του λαγού» πραγματοποιούνται αναγνωστικές ανταλλαγές και μεταφορές ανάμεσα στη λογοτεχνία και τον κόσμο του διαδικτύου ενώ στις Πινακίδες από Κερί δημιουργώ κείμενα που λειτουργούν σαν κέρινα εκμαγεία, φιλοξενώντας χειρονομίες, ιστορικές στιγμές, αποτυπώσεις στο χάρτη, υποθετικές συναντήσεις με αξιοσημείωτους ανθρώπους, πολυτροπικά λογοτεχνικά δοκίμια, συναντήσεις και διασταυρώσεις λογοτεχνικών κειμένων με κινηματογραφικές ταινίες…
Όπως και στο βιβλίο μου, όπου αναζήτησα, στοιχειοθετώντας με τεκμήρια τη φαντασία μια υποθετική ζωή για τον Ανδρέα Κάλβο, όπου θα ήταν μελισσοκόμος προσπαθώ να δημιουργήσω παράλληλες – εναλλακτικές ζωές για αγαπημένες μορφές από το χώρο της τέχνης ή της λογοτεχνίας, χρησιμοποιώντας το απλό μέσο του φωτογραφικού Άλμπουμ, όπου ο κόσμος μέσα συγχέεται και αλληλεπιδρά με τον κόσμο έξω, προσφέροντας νέες δυνατότητες ύπαρξης μυθιστορηματικούς ήρωες ή δημιουργούς και μυθιστορηματικό βάθος στην δική μου καθημερινότητα η οποία συγχέεται με τη φαντασία στην ίδια αφήγηση.