Μουσική και βωβός κινηματογράφος στο Μέγαρο Μουσικής.

alt
Facebook
Twitter
LinkedIn

Ταινίες – σταθμοί με ζωντανή μουσική επένδυση  
Με το  Ergon Ensemble   – Τρίτη 14  Μαΐου, ώρα 20:30  – Αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος

Ταινίες-σταθμοί του βωβού κινηματογράφου, από την εκρηκτική, ανέμελη και αισιόδοξη δεκαετία του 1920, με μουσική επένδυση ξεχωριστών συνθετών του μοντερνισμού, αλλά και σύγχρονη, γραμμένη από λαμπρούς έλληνες συνθέτες, προβάλλονται στο Μέγαρο Μουσικής, την Τρίτη 14 Μαΐου στις 8.30 το βράδυ, σε μια σύμπραξη μυθικών καλλιτεχνών των αρχών του 20ου αιώνα σε διάλογο με τη σημερινή ελληνική μουσική δημιουργία.

Πέντε ταινίες του βωβού κινηματογράφου, ταινίες σταθμοί που  κινούνται μεταξύ αφηρημένης τέχνης, Dada και σουρεαλισμού αποκτούν «φωνή» χάρη σε νέα έργα ελλήνων δημιουργών, αλλά και συνθέσεις των Ερίκ Σατί και Χανς Άισλερ ερμηνευμένες από το Ergon Ensemble υπό τον Βασίλη Τσιατσιάνη. Την καλλιτεχνική επιμέλεια της εκδήλωσης ως υπεύθυνος του Μουσικού Συνόλου Ergon Ensemble έχει ο συνθέτης Αλέξανδρος Μούζας.

Οι ταινίες και οι μουσικές: Regen (Η βροχή-1929) σκηνοθεσία- σενάριο, Γιόρις Ίβενς, Μάνους Φράνκεν, μουσική, Χανς Άισλερ,  Entr’acte (Διάλειμμα-1924) σκηνοθεσία, Ρενέ Κλερ, σενάριο Φρανσίς Πικαμπιά-Ρενέ Κλερ, μουσική Ερίκ Σατί,  Anémic Cinema (1926) σκηνοθεσία Μαρσέλ Ντυσάν, μουσική Γιάννης Κυριακίδης (νέα σύνθεση ειδικά για τη συναυλία),  L’ étoile de mer (Ο Αστερίας-1928), σκηνοθεσία Μάν Ρέι, σενάριο Ρομπέρ Ντενός, μουσική Νικόλας Τζώρτζης (νέα σύνθεση),  Un chien andalou (Ανδαλουσιανός Σκύλος- 1929), σκηνοθεσία Λουίς Μπουνιουέλ, σενάριο Λουίς Μπουνιουέλ-Σαλβαδόρ Νταλί, μουσική Αλέξανδρος Μούζας (νέα σύνθεση).

 

Η εκδήλωση πραγματοποιείται σε συνεργασία με το Goethe Institut-Athen και το Γαλλικό Ινστιτούτο Ελλάδας.

Το  Εrgon Ensemble ερμηνεύει  τις μουσικές συνοδείες των ταινιών αυτών, που στο ύφος τους αποτυπώνονται όλα τα ανήσυχα καλλιτεχνικά ρεύματα των αρχών του 20ου αιώνα –Αφηρημένη Τέχνη, Dada, Σουρεαλισμός- και επηρέασαν βαθειά την εξέλιξη του κινηματογράφου. Είναι ταινίες παράδοξες, ποιητικές, εκκεντρικές, έργα συνεργασίας κορυφαίων καλλιτεχνών και έρχονται από μια εποχή που τολμηροί δημιουργοί έκοβαν τις γέφυρες με το βαρύγδουπο παρελθόν και επινοούσαν μια νέα γλώσσα στις τέχνες, απλούστερη και φρέσκια, με μια μαχητική ένταση.

Οι ταινίες που θα προβληθούν δεν έχουν συμβατική μυθοπλασία ή γραμμική εξέλιξη. Επιχειρούν έναν διάλογο κινηματογράφου, φωτογραφίας, ποίησης και μουσικής και μαζί με τους σκηνοθέτες και τους σεναριογράφους ο συνδημιουργός συνθέτης υποστηρίζει με τη μουσική του μια πρόταση για την ερμηνεία της ταινίας ή δημιουργεί για τον θεατή την ηχητική ατμόσφαιρα για να την απολαύσει.

Το Regen(διάρκειας 14’) ανήκει στην κατηγορία των ταινιών City Symphonies (Manhattan, Berlin: Symphony of a City, Man with a Movie Camera).Ο Γιόρις Ίβενς σε αυτή την όμορφη και ποιητική ταινία, που τον καθιέρωσε διεθνώς, περιφέρει την κάμερά του μια μέρα βροχής  στο Άμστερνταμ και καταγράφει τις μεταμορφώσεις της πόλης, «από τους ηλιόλουστους δρόμους, την αλλαγή του καιρού, τις πρώτες σταγόνες που πέφτουν πάνω στα νερά των καναλιών, τα μουσκεμένα παράθυρα, τις ομπρέλες, τα τραμ, τους δρόμους, τον ουρανό που καθαρίζει σιγά-σιγά και τον ήλιο που ξαναγυρίζει». Στην ταινία πρωταγωνιστεί η πόλη και ο μοντερνιστής-κομμουνιστής Χανς Άισλερ συνθέτει Δεκατέσσερις Τρόπους για να Περιγράψεις τη Βροχή, (έργο 70).

Το Entr’acte(διάρκειας 19’) του Ρενέ Κλερ είναι μια μικρού μήκους ταινία που προβαλλόταν ανάμεσα στις δύο πράξεις του θρυλικού μπαλέτου Relache (Ανάπαυλα), σε σκηνοθεσία του Φρανσίς Πικαμπιά στο θέατρο των Σανζ-Ελιζέ, στο Παρίσι. Είναι μια αναρχική και σατιρική επίθεση στην άρχουσα τάξη και στην αστική αισθητική, αλλά και μια εικαστική δήλωση εναντίον  του Σουρεαλισμού και του Αντρέ Μπρετόν ειδικά, έργο των ντανταϊστικών κύκλων της πόλης. Ένα πείραμα στον καθαρό κινηματογραφικό λόγο με αντισυμβατικές, για την εποχή, τεχνικές: πολυεπίπεδη εικόνα, αναπάντεχες γωνίες λήψης, παράλληλο μοντάζ, αντιπαραθέσεις ασύνδετων πλάνων, αργή κίνηση. Ο Ερίκ Σατί, πρωτοπόρος και προφήτης πολλών πρωτοποριών, επιστρατεύεται για να συνοδεύσει την ταινία με την απελευθερωμένη από το παρελθόν μουσική του, γεμάτη από ήχους των μιούζικ-χολ, της ράγκτάιμ και της τζαζ.

Ο Μαρσέλ Ντυσάν και ο Μαν Ρέι συνεργάστηκαν στην πειραματική ταινία Anémic Cinema(διάρκειας 7’), μια σειρά από πλάνα δίσκων με αφηρημένες σπειροειδείς εικόνες που καθώς περιστρέφονται, δημιουργούν την ψευδαίσθηση της τρισδιάστατης κίνησης. Συνδυάζονται με εννέα φράσεις-λογοπαίγνια, κολλημένες γράμμα-γράμμα σε μαύρους χαρτονένιους δίσκους που περιστρέφονται με τη βοήθεια δίσκων φωνογράφου. Η ντανταϊστική-σουρεαλιστική αυτή ταινία προσπαθεί να «μιλήσει» με όσο γίνεται λιγότερο κείμενο και εικόνα, να κάνει ένα Αναιμικό Σινεμά (το Anémic είναι αναγραμματισμός του Cinema). Ο Γιάννης Κυριακίδης είναι ο συνθέτης του οποίου η μουσική, σύνθεση ειδικά γραμμένη για τη συναυλία, θα ‘ντύσει’ την ταινία.

 

O Μαν Ρέι συνέλαβε την ιδέα για τη σουρεαλιστική ταινία, L’Étoile de mer (Αστερίας) με έμπνευση από την ποίηση του Ρομπέρ Ντενός και έφτιαξε ένα σενάριο «που κάθε γραμμή του αντιπροσωπεύει έναν απροσδιόριστο τόπο, έναν άνδρα ή μια γυναίκα». Τα πλάνα είναι γυρισμένα μέσα από παραμορφωτικούς καθρέφτες ή θολά τζάμια, χωρίς εστίαση και το αποτέλεσμα είναι φευγαλέες ονειρικές εικόνες, μια ηδονοβλεπτική πρόκληση προς τον θεατή, μια υπόνοια ερωτικής συνεύρεσης. Για τον Ρέι, ο Αστερίας συμβολίζει τον χαμένο έρωτα. Για τη μουσική που έγραψε ειδικά για τη συναυλία ο Νικόλας Τζώρτζης γράφει ‘Αντικείμενα θαμπά, ασαφή περιγράμματα, διάθεση ποιητική και σουρεαλιστική, ένα ερωτικό τρίγωνο, αφήγηση τεθλασμένη. Η μουσική προλογίζει ή και ακολουθεί με καθυστέρηση τις εικόνες, άλλοτε τις συνοδεύει κι άλλοτε ανεξαρτητοποιείται από αυτές, χτίζοντας μια σχέση που συνεχώς αμφισβητεί τον εαυτό της και δεν θεωρεί τίποτα δεδομένο.’

 

Ο Ανδαλουσιανός Σκύλος είναι η απόλυτη, καθαρή, σουρεαλιστική εκδοχή κινηματογράφου. Ο Λουίς Μπουνιουέλ και ο Σαλβαντόρ Νταλί έγραψαν το σενάριο μέσα σε δέκα μέρες με υλικά από τα όνειρά τους και γύρισαν την ταινία μέσα σε δεκαπέντε μέρες με χρηματοδότηση από την μητέρα του Μπουνιουέλ. Είναι μια συρραφή από φαινομενικά ασύνδετες, αιφνιδιαστικές και αισθητικά προκλητικές σκηνές, που συχνά παραπέμπουν θεατές και κριτικούς σε αλληγορίες και φροϋδικές ερμηνείες. Ο Μπουνιουέλ είπε ότι ο μόνος όρος που υπήρχε στη συνεργασία με τον  Νταλί ήταν ότι «καμιά ιδέα ή εικόνα που μπορούσε να παραπέμπει σε οποιαδήποτε λογική ερμηνεία δεν ήταν αποδεκτή… η ταινία δεν συμβολίζει τίποτα, η μοναδική ίσως μέθοδος διερεύνησης συμβόλων θα μπορούσε να είναι η ψυχανάλυση. Ψάχναμε να βρούμε μια ισορροπία ανάμεσα στο ορθολογικό και στο μη ορθολογικό, για να κατανοήσουμε ό,τι δεν μπορεί να εκφραστεί με λόγια, να ενώσουμε το όνειρο με την πραγματικότητα, τη συνείδηση με το ασυνείδητο, πέρα από κάθε συμβολισμό». Η πρώτη προβολή της ταινίας έγινε στο Παρίσι, στο Studio des Ursulines και ανάμεσα στο κοινό ήταν οι διασημότεροι καλλιτέχνες της εποχής. Η ταινία άρεσε στο κοινό και παιζόταν συνεχώς επί οκτώ μήνες, προς μεγάλη απογοήτευση του Νταλί και του Μπουνιουέλ, που πίστευαν ότι ήταν μια γροθιά εναντίον των αστών που υποστήριζαν κάθε πρωτοπορία και ότι θα απέρριπταν τον ακραίο σουρεαλισμό της.

‘H μουσική προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ του σουρεαλιστικού παραληρήματος της ταινίας και μιας στοιχειώδους οργάνωσης που απαιτεί μια «αξιοπρεπής»  μουσική σύνθεση. Πολλές φορές, στη διάρκεια της μοναχικής σχεδόν αυτιστικής συνδιαλλαγής με την ταινία, η αυστηρή συνθετική διαδικασία διακόπηκε από διαισθητικές ατασθαλίες που όμως πάντα προσέφεραν φρεσκάδα και ένα αέρα ανανέωσης στο έργο. Ελλείψει μάλιστα σκηνοθετικής καθοδήγησης (ευτυχώς ή δυστυχώς) ο αριθμός των αποφάσεων μεγάλωνε επικίνδυνα, με πάντα ορατό τον κίνδυνο να επηρεαστεί η ροή και η συνέχεια του έργου.’ σημειώνει ο  συνθέτης Αλέξανδρος Μούζας, και συμπληρώνει ‘Από καθαρά μουσική άποψη, το έργο στηρίζεται σε τρία στοιχεία:  α) έντονα  διάφωνες συνηχήσεις, κυρίως έβδομες μικρές και μεγάλες, β) μπλοκ κίνηση των φωνών από την ομάδα των εγχόρδων και γ) απότομες φευγαλέες φράσεις που εισβάλλουν στους ηχητικούς όγκους και διατηρούν τον ρυθμό σε μια σχετική εκκρεμότητα’.

 

Το Ergon Ensemble υποστηρίζεται από το Ίδρυμα Ernst von Siemens.


Οι τιμές των εισιτηρίων είναι 16,00 € και 25.00€

Ειδική τιμή: 6,00 € (φοιτητές, νέοι, άνεργοι, Α.Μ.Ε.Α.), 10,00 € (65+, πολύτεκνοι).

Πληροφορίες για το κοινό στο τηλέφωνο: 210 72.82.333

και στην ιστοσελίδα του ΜΜΑ: www.megaron.

Σχετικά Άρθρα

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να σας προσφέρει μία καλύτερη εμπειρία.