Τη μεγάλη στροφή της χώρας και της ελληνικής οικονομίας επιχειρεί η κυβέρνηση με την επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές ύστερα από τέσσερα χρόνια. Μετά την έκδοση του πενταετούς ομολόγου με επιτόκιο 4,95% την περασμένη εβδομάδα, η χώρα ενισχύει σημαντικά τη θέση της στη διαπραγμάτευση με τους πιστωτές της για το χρέος, ενώ δημιουργούνται νέα δεδομένα για τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων και ευνοϊκότερες συνθήκες για την ανάκαμψη της οικονομίας.
«Η χώρα δεν είναι πλέον αποκλεισμένη από τις αγορές και αυτό αποτελεί μια πολύ σημαντική εξέλιξη διότι οι πιστωτές δεν μπορούν να μας οδηγήσουν σε νέο μνημόνιο για την κάλυψη χαμηλών χρηματοδοτικών αναγκών της τάξεως των 5 δισ. ευρώ» επισημαίνουν κυβερνητικοί κύκλοι. Ταυτόχρονα όμως αναγνωρίζουν ότι «η χώρα δεν μπορεί να χρηματοδοτήσει το χρέος της στα επίπεδα των επιτοκίων που προέκυψαν από την έξοδο στις αγορές». Θεωρούν όμως ότι έγινε η αρχή και σχεδιάζουν τα επόμενα βήματα για την υποχώρηση του κόστους δανεισμού. Προς την κατεύθυνση αυτή, ο υπουργός Οικονομικών Γιάννης Στουρνάρας και ο επικεφαλής του Οργανισμού Διαχείρισης Δημόσιου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) Στέλιος Παπαδόπουλος προετοιμάζουν τις ενέργειες που θα καταστήσουν βιώσιμο το χρέος.
Η συζήτηση για το χρέος
Επισήμως, οι συζητήσεις για το χρέος θα ξεκινήσουν στο Eurogroup της 5ης Μαΐου, μετά την επικύρωση του πρωτογενούς πλεονάσματος από τη Eurostat στις 23 Απριλίου. Ωστόσο, στην πράξη η προεργασία έχει ήδη ξεκινήσει. Συμφωνία πάντως δεν αναμένεται πριν από το φθινόπωρο. Στόχος της ελληνικής πλευράς είναι όπως δηλώνει ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ευάγγελος Βενιζέλος «η παραμετρική βελτίωση του χρέους». Με άλλα λόγια, βασική επιδίωξη της κυβέρνησης είναι η επιμήκυνση του χρέους με τη μετάθεση των λήξεων όσο το δυνατόν πιο μακριά στο μέλλον και η μετατροπή των χαμηλών κυμαινόμενων επιτοκίων με τα οποία μας δανείζουν οι εταίροι μας σε σταθερά. Με τον τρόπο αυτόν, η χώρα απαλλάσσεται από τον βραχνά των λήξεων και της αναχρηματοδότησης του χρέους και παράλληλα θωρακίζεται από τις μεταβολές των επιτοκίων εξασφαλίζοντας σταθερό κόστος αποπληρωμής.
Στο οικονομικό επιτελείο θεωρούν ότι τα δύο αυτά στοιχεία καθιστούν το χρέος βιώσιμο και τη χώρα «χρηματοδοτήσιμη».
Η διαπραγμάτευση ωστόσο δεν αναμένεται εύκολη. Επιδίωξη των Ευρωπαίων και ιδιαίτερα του Βερολίνου είναι «να μη χαθεί η εποπτεία» διότι θεωρούν ότι υπάρχει κίνδυνος η χώρα να ξανακυλήσει στη δημοσιονομική χαλάρωση. Ως εκ τούτου θεωρείται ότι στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων θα τεθούν τα πάντα για το τι θα περιέχει η νέα συμφωνία: δηλαδή αν θα έχουμε ένα είδος νέου μνημονίου, αν θα συμμετέχει ή όχι το ΔΝΤ, αν ο έλεγχος της Ελλάδας θα γίνεται από τις Βρυξέλλες στο πλαίσιο του Δημοσιονομικού Συμφώνου (fiscal pact), αν θα ανοιχθεί ή όχι γραμμή χρηματοδότησης για την Ελλάδα (stand by facility) και με ποιους όρους θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε περίπτωση που μεταβληθούν επί τα χείρω οι συνθήκες στις αγορές. Σύμφωνα μάλιστα με κοινοτικές πηγές οι Ευρωπαίοι και ειδικότερα το Βερολίνο θεωρούν ότι «δεν μπορούν να προχωρήσουν χωρίς stand by facility».
Ανάσες για την οικονομία
Σε κάθε περίπτωση, με την επιστροφή της χώρας στις αγορές ενισχύεται η χρηματοδότηση της οικονομίας. Ηδη η Τράπεζα Πειραιώς έχει αντλήσει από τις αγορές κεφάλαια ύψους 500 εκατ. ευρώ για την ενίσχυση της ρευστότητάς της, τα οποία θα διοχετευθούν στην αγορά, ενώ σε ανάλογη κίνηση αναμένεται να προχωρήσει ακόμα και την επόμενη εβδομάδα (αν προλάβει τις διακοπές του Πάσχα) η Alpha Bank, η οποία προετοιμάζει έκδοση ομολόγου ύψους 500 εκατ. ευρώ. Ομολογιακές εκδόσεις σχεδιάζουν επίσης μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις, οι οποίες θα επιδιώξουν μέσω αυτών όχι μόνο να εξασφαλίσουν ρευστότητα αλλά και να μειώσουν το κόστος δανεισμού τους, αξιοποιώντας τη διάθεση των διεθνών επενδυτών να χρηματοδοτήσουν τις δυνατότητες και τις προοπτικές που προσφέρει η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.
Την προσεχή εβδομάδα η Εurobank ξεκινά την αύξηση κεφαλαίου ύψους 3 δισ. ευρώ, για την οποία υπάρχει αισιοδοξία ότι θα καλυφθεί στο σύνολό της από ιδιωτικά κεφάλαια κυρίως από το εξωτερικό. Μέχρι το τέλος του μήνα μάλιστα, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες του «Βήματος», πολυεθνικός όμιλος αναμένεται να ανακοινώσει μεγάλη επένδυση ύψους 500 εκατ. ευρώ στον βιομηχανικό τομέα.
Είναι προφανές ότι όλα αυτά αλλάζουν το κλίμα και την ψυχολογία στην αγορά και στην οικονομία, συγκυρία την οποία η κυβέρνηση έχει κάθε λόγο να προσπαθήσει να αξιοποιήσει εν όψει των ευρωεκλογών.
Πάντως, με τα κεφάλαια που άντλησε η χώρα την περασμένη εβδομάδα αποφεύγει προς το παρόν νέο μνημόνιο. Τα 3 δισ. ευρώ θα χρησιμοποιηθούν για την κάλυψη των χρηματοδοτικών της αναγκών του επόμενου 12μήνου. Και τούτο διότι σύμφωνα με την πρόσφατη επικαιροποίηση του προγράμματος η Ελλάδα, πέρα από τις προβλεπόμενες δόσεις, θα χρειαστεί πρόσθετη χρηματοδότηση 8,5 δισ. ευρώ μέχρι τον Μάιο του 2015. Από αυτά τα 5 δισ. ευρώ αφορούν χρηματοδοτικές ανάγκες μέχρι το τέλος Αυγούστου για να καλυφθούν μεταξύ άλλων τα ομόλογα που λήγουν τον ίδιο μήνα.
Τα πρόσθετα αυτά κεφάλαια προβλέπεται να συγκεντρωθούν από μια σειρά ενεργειών. Εκτός από την άντληση κεφαλαίων από την αγορά με την έκδοση ομολόγων, προς την ίδια κατεύθυνση προβλέπεται να αξιοποιηθούν:
Πρώτον, τα διαθέσιμα που υπάρχουν στα ταμεία φορέων της κεντρικής διοίκησης ύψους 3 δισ. ευρώ, καθώς και οι αδρανείς τραπεζικοί λογαριασμοί φορέων του δημόσιου τομέα, οι οποίοι θα συγκεντρωθούν σε έναν ενιαίο λογαριασμό.
Δεύτερον, τα κεφάλαια από την αποπληρωμή των προνομιούχων μετοχών που είχε δώσει το Δημόσιο στις τράπεζες το 2009.
Τα «ομόλογα Αλογοσκούφη»
Πρόκειται για τα γνωστά «ομόλογα Αλογοσκούφη», τα οποία οι τράπεζες χρησιμοποίησαν ως εγγυήσεις για να αντλήσουν τα χρήματα που ήταν απαραίτητα για την κεφαλαιακή τους ενίσχυση. Εναντι των ομολόγων αυτών, το Δημόσιο έλαβε προνομιούχες μετοχές των τραπεζών. Στο αναθεωρημένο πρόγραμμα προβλέπεται η αποπληρωμή των ομολόγων αυτών που λήγουν τον Μάιο. Ηδη οι Alpha Bank και Τράπεζα Πειραιώς, μέσω των πρόσφατων αυξήσεων κεφαλαίων που πραγματοποίησαν, έχουν αντλήσει από την αγορά τα απαραίτητα κεφάλαια για την επαναγορά και ακύρωση των προνομιούχων μετοχών. Από τις δύο τράπεζες το Δημόσιο θα εισπράξει περί τα 1,8 δισ. ευρώ για την αποπληρωμή ισόποσης αξίας ομολόγων που λήγουν τον Μάιο. Συνολικά λήγουν ομόλογα αξίας 5,2 δισ. ευρώ, με το μεγαλύτερο μέρος αυτών να αφορά την Εθνική Τράπεζα και τη Eurobank, οι οποίες δεν αποκλείεται να προχωρήσουν σε αυξήσεις κεφαλαίου για την αποπληρωμή των προνομιούχων μετοχών του Δημοσίου.
Τρίτον, τα ομόλογα του ΕΤΕΑΝ, του Ταμείου που παρέχει εγγυήσεις για τη χρηματοδότηση μικρομεσαίων επιχειρήσεων, τα οποία δεν έχουν χρησιμοποιηθεί μέχρι σήμερα. Συνολικά, το Δημόσιο έχει εκδώσει για τον σκοπό αυτόν ομόλογα 1,2 δισ. ευρώ, τα οποία λήγουν τον Αύγουστο και εκτιμά ότι όσα δεν έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί δεν θα χρειαστούν καθώς υπάρχουν άλλες πηγές χρηματοδότησης των ΜΜΕ. Ετσι, θα ακυρωθούν τον Αύγουστο που λήγουν. Με τον τρόπο αυτόν όπως έχει δηλώσει ο υπουργός Οικονομικών το πρόγραμμα θα είναι πλήρως χρηματοδοτημένο για τους επόμενους 12 μήνες.
ΤΟ ΒΗΜΑ