Η ανασκαφή είναι σε πολύ πρώιμο στάδιο και οι αρχαιολόγοι δεν προχωρούν σε ανακοινώσεις, εκτιμούν ωστόσο πως όταν ολοκληρωθεί θα φέρει στο φως ένα οθωμανικό λουτρό.
«Το Κάστρο της Κομοτηνής είναι στοιχείο της πολιτιστικής ταυτότητας της πόλης και πλέον παραδίδεται πλήρως αποκαταστημένο», είπε στο «Eθνος» η προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ροδόπης, Χρύσα Καραδήμα. Η στερέωση και διαμόρφωση του βυζαντινού τείχους ολοκληρώθηκε πριν από λίγες μέρες, μέσω του ΕΣΠΑ και με προϋπολογισμό 1.020.000€.
Σύμφωνα με τον επιβλέποντα του έργου, αρχαιολόγο, Νικόλα Τριβυζαδάκη, «δεν βρέθηκαν αξιόλογα κινητά ευρήματα, γεγονός που οφείλεται στη διατάραξη των στρωμάτων από τις συνεχείς φάσεις κατοίκησης και εν γένει οικοδόμησης του χώρου εντός και εκτός των τειχών».
Ο οχυρωματικός περίβολος πάχους 2,5 μέτρων, ύψους σε αρκετά σημεία ως και 12 μέτρα και μήκους 472 μέτρων, περικλείει μια έκταση περίπου 15 στρεμμάτων, εντός της οποίας υπάρχουν κατοικίες, το 1ο δημοτικό σχολείο, η εκκλησία Κοίμησης της Θεοτόκου που χρονολογείται στα 1830 και η κατοικία του μητροπολίτη. Στις τέσσερις γωνίες του ενισχύεται με ισάριθμους κυκλικούς πύργους, από τους οποίους σώζονται σε καλή κατάσταση οι δύο, καθώς και 12 τετράγωνους πύργους, 3 σε κάθε πλευρά.
Το βασικό υλικό κατασκευής των τειχών είναι πέτρες -οι γνωστές κροκάλες- από τον παλιό ποταμό Μπουκλουτζά, ο οποίος μπαζώθηκε τα νεότερα χρόνια. Οι πέτρες δένουν μεταξύ τους με παχύ ασβεστοκονίαμα.
Η ίδρυση του Κάστρου της Κομοτηνής συνδέεται με τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Α’ (379-395), σύμφωνα με τον ιστορικό-λαογράφο, Στίλπωνα Κυριακίδη, ο οποίος υποστήριξε ότι υπήρχε εντοιχισμένη σχετική επιγραφή στον πρώτο δεξιά της πύλης τετράγωνο πύργο και είχε αναγνωσθεί ως «Θεοδοσίου κτίσμα» ή «Θεοδοσίου το κτίσμα». Η επιγραφή αυτή ωστόσο δεν έχει καταγραφεί και δεν έχει ως σήμερα εντοπιστεί.
Στρατιωτική βάση
Το Κάστρο συνδεόταν με την Εγνατία Οδό, τις ανάγκες προστασίας και ελέγχου της οποίας εξυπηρετούσε ως επικουρική στρατιωτική βάση σε συνάρτηση με τα μεγάλα αστικά κέντρα της ευρύτερης περιοχής. «Ο ιδιαίτερος στρατιωτικός χαρακτήρας του φρουρίου αναδεικνύεται και μέσα από το τετράπλευρο σχήμα του, που παραπέμπει άμεσα στην παράδοση των ρωμαϊκών στρατοπέδων», μας είπε ο κ. Τριβυζαδάκης.
Σταθμό για την ιστορία της Κομοτηνής και του Κάστρου αποτελεί το έτος 1361, οπότε και κατακτάται από τον Οθωμανό στρατηγό Γαζή Εβρενός Πασά, ο οποίος και άλλαξε το όνομα της πόλης σε «Γκιουμουλτζίνα» ή «Γκιουμουρτζίνα». Από το σημείο εκείνο ξεκίνησε μια νέα οικιστική φάση, οπότε και η πόλη άρχισε σταδιακά να αναπτύσσεται και να επεκτείνεται εκτός του αρχικού πυρήνα της, δηλαδή εκτός του Κάστρου.
Τον 18ο αιώνα εντός του τείχους αναπτύσσεται η ισχυρή εβραϊκή κοινότητα, γεγονός που επισφραγίζεται με την κατασκευή της εβραϊκής συναγωγής σχεδόν σε επαφή με τη δυτική πλευρά του περίβολου. Το κτίριο κατεδαφίστηκε λόγω επικινδυνότητας στη δεκαετία του 1990.
Παρά τη σπουδαιότητα του μνημείου, αυτό συνέχισε να βιώνει μια κατάσταση παρακμής και φθοράς, η οποία συνεχίστηκε μέχρι το 2011, χρονιά κατά την οποία ξεκίνησε το μεγάλο έργο στερέωσης και διαμόρφωσης, ενταγμένο στο ΕΣΠΑ. Απομακρύνθηκε όλη η βλάστηση, καθαιρέθηκαν τσιμεντένιοι όγκοι από παλιότερες κατασκευές, που είχαν κατασκευαστεί σε επαφή με τον οχυρωματικό περίβολο.
Σήμερα το Κάστρο έχει αναδειχθεί στο σύνολό του, ενώ έχουν γίνει υποδομές και εγκαταστάσεις για την εξυπηρέτηση του κοινού – ακόμη και ράμπες για άτομα με ειδικές ανάγκες.
ΜΑΡΙΑ ΡΙΤΖΑΛΕΟΥ πηγη: εθνος