Η Συνθήκη της Λωζάνης,,,που αμφισβητεί ο Ερντογάν…

Facebook
Twitter
LinkedIn

Η Συνθήκη της Λωζάνης το 1923 αναθεώρησε τη Συνθήκη των Σεβρών του 1920 που τερμάτιζε την εμπόλεμη κατάσταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τους νικητές του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Με δεδομένη τη στρατιωτική ήττα της Ελλάδας στη Μικρά Ασία τον Σεπτέμβριο του 1922 και την εκκένωση της Ανατολικής Θράκης από τον ελληνικό στρατό υπό την εκβιαστική πίεση της Βρετανίας στα τέλη του ίδιου μήνα, η Συνθήκη επικύρωσε εδαφικές αλλαγές που είχαν ήδη συντελεσθεί και ακύρωσε τις προβλέψεις της Συνθήκης των Σεβρών για χειραφέτηση των Κούρδων και των Αρμενίων οι οποίες είχαν μείνει στα χαρτιά.

Επιβεβαίωσε ρητά την κυριαρχία της Ελλάδας στα νησιά του Αιγαίου με κάποιους περιορισμούς στην παρουσία στρατιωτικών δυνάμεων και επέστρεψε στην Τουρκία υπό την προϋπόθεση τοπικής αυτονομίας η οποία ουδέποτε εφαρμόσθηκε από την Αγκυρα τα νησιά Ιμβρο και Τένεδο, με αμιγή τότε ελληνικό πληθυσμό, ως περιοχή άμεσα συνδεδεμένη με την ασφάλεια των Στενών των Δαρδανελίων.

Επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας διορισμένος από τη στρατιωτική κυβέρνηση Πλαστήρα-Γονατά ήταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος και της τουρκικής ο πιο στενός συνεργάτης του Κεμάλ, Ισμέτ Πασάς, που στη συνέχεια πήρε το επίθετο Ινονού και έγινε πρωθυπουργός και μετά πρόεδρος της Τουρκίας.

Οι αιτιάσεις του Ερντογάν είναι ανιστόρητες γιατί στη Λωζάνη η Τουρκία δεν προσήλθε ως νικητής αλλά ως ηττημένη χώρα που λόγω της κατάρρευσης του ελληνικού μετώπου στη Μικρά Ασία διεκδίκησε και πέτυχε ελάφρυνση των όρων της ήττας που της είχαν επιβληθεί με τη Συνθήκη των Σεβρών.Ο Ινονού
Στη Συνθήκη ο Ινονού αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει τη διεκδίκηση της Δυτικής Θράκης που περιλαμβανόταν στο πρόγραμμα της κυβέρνησης που συγκρότησε ο Κεμάλ στην Αγκυρα το 1919, να αναγνωρίσει την πλήρη κυριαρχία της Ελλάδας στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου που είχε μείνει ως ανοικτή εκκρεμότητα με τη Συνθήκη του Λονδίνου το 1913, την εκχώρηση της περιοχής της Αλεξανδρέτας στην υπό γαλλική διοίκηση Συριά (την οποία το Παρίσι παρέδωσε στην Τουρκία το 1938) και απλώς να αρνείται να αναγνωρίσει την προσάρτηση της περιοχής της Μοσούλης στο υπό βρετανική τότε διοίκηση Ιράκ.

Εκτός της Μικράς Ασίας η Ελλάδα εκβιάσθηκε από τη Βρετανία κυρίως να εγκαταλείψει την Ανατολική Θράκη που είχε αποδοθεί στη χώρα μας με τη Συνθήκη των Σεβρών το 1920 με την απόσυρση όχι μόνο των στρατιωτικών δυνάμεων αλλά και του ελληνικού πληθυσμού που ήταν η πλειονότητα. Το Λονδίνο επικαλέσθηκε ως δικαιολογία τον κίνδυνο σύγκρουσης των κεμαλικών στρατευμάτων με τα βρετανικά στρατεύματα που κατείχαν τότε τα Δαρδανέλια, τον Βόσπορο και συνολικά την περιοχή της Κωνσταντινούπολης. Χωρίς τη βρετανική παρεμβολή η Ανατολική Θράκη θα είχε παραμείνει ελληνική.

Η Τουρκία δεν προσήλθε νικήτρια στη Λωζάνη. Παρά τη συντριπτική ήττα στη Μικρά Ασία, ο ελληνικός στρατός αποχώρησε σε γενικές γραμμές συντεταγμένα και μέσα σε λίγους μήνες υπό την ηγεσία του στρατηγού Θεόδωρου Πάγκαλου παρέταξε τη Στρατιά του Εβρου η παρουσία της οποίας βάρυνε αποφασιστικά στον περιορισμό των απαιτήσεων της Τουρκίας στη Λωζάνη.

Λίγο πριν υπογραφεί η Συνθήκη της Λωζάνης Βενιζέλος και Ισμέτ Πασάς υπέγραψαν τη Συμφωνία ανταλλαγής των πληθυσμών, βάσει της οποίας με εξαίρεση τους Μουσουλμάνους της Δυτικής Θράκης και τους Ελληνες στην Κωνσταντινούπολη και με κριτήριο τη θρησκεία εγκατέλειψαν την Ελλάδα όλοι οι μουσουλμάνοι των Νέων Χωρών, των νησιών και της Κρήτης και έτσι αποκαταστάθηκε ισορροπία καθώς η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων της Μικράς Ασίας είχε ήδη καταφύγει στην Ελλάδα από τον Σεπτέμβριο του 1922.

Ο Ερντογάν έχει δίκιο να λέει ότι οι Κεμάλ και Ινονού δεν συμπεριφέρθηκαν σαν νικητές στη Λωζάνη για τον απλούστατο λόγο ότι εξακολουθούσαν να είναι ηττημένοι που απλά διόρθωναν την ήττα τους, με τους Βρετανούς να ελέγχουν τα Στενά και την Κωνσταντινούπολη και έτοιμους ανά πάσα στιγμή να ανοίξουν νότιο μέτωπο από το σημερινό Ιράκ αλλά και τη Στρατιά του Εβρου έτοιμη να προελάσει και να ανακτήσει την Ανατολική Θράκη.

Στα παραπάνω πρέπει να προστεθεί και η ισχυρή στρατιωτική παρουσία της Ιταλίας στα Δωδεκάνησα, με τη Ρώμη να διατηρεί ακόμη βλέψεις επί της Μικράς Ασίας.

Η Τουρκία προσπάθησε να προωθήσει τις διεκδικήσεις της στην πλούσια σε πετρέλαια περιοχή της Μοσούλης επικαλούμενη την κουρδική εθνικότητα του πληθυσμού και την αρχική διακήρυξη του Κεμάλ ότι η Νέα Τουρκία θα είναι κοινό κράτος Τούρκων-Κούρδων. Προσέφυγε στην Κοινωνία των Εθνών (ΚΤΕ) η οποία επεδίκασε την επίμαχη περιοχή στο υπό βρετανική διοίκηση Ιράκ, απόφαση που δεν αμφισβητήθηκε υπό τον φόβο βρετανικής εισβολής από τον Νότο, και ελληνικής στον Εβρο αλλά και υποκίνησης από το Λονδίνο κουρδικής εξέγερσης στη Νοτιοανατολική Τουρκία.

Σύγκρουση
Η Τουρκία σκληρά ηττημένη μπόρεσε να πετύχει την ακύρωση της Συνθήκης των Σεβρών λόγω της σύγκρουσης Βρετανίας, Γαλλίας και Ιταλίας μετά το 1920 στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, μια εξέλιξη εξαιρετικά δυσμενή για την Ελλάδα που βρέθηκε να μάχεται μόνη της για την επιβολή της.

Αν εξαιρέσουμε την απώλεια της Ανατολικής Θράκης με υπαιτιότητα της κυβέρνησης Λόιντ Τζορτζ που κατέρρευσε και αυτή στις αρχές Οκτωβρίου του 1922 υπό το βάρος της Μικρασιατικής Καταστροφής, η Συνθήκη της Λωζάννης ήταν μια ρεαλιστική εκκαθάριση εκκρεμοτήτων, με την Ελλάδα να χάνει σε μεγάλο βαθμό τη νίκη των Σεβρών αλλά και με την Τουρκία σε μεγάλο βαθμό να παραμένει στη σκιά μιας σκληρής ήττας.
Πηγή:ΕΘΝΟΣ
Γιώργος Καπόπουλος

Σχετικά Άρθρα

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να σας προσφέρει μία καλύτερη εμπειρία.