Aρχές της επόμενης εβδομάδας, τα κλιμάκια των δανειστών θα επιστρέψουν στην Ελλάδα προκειμένου να συζητήσουν τις λεπτομέρειες για το «κλείσιμο» της συμφωνίας
H ελληνική πλευρά αποδέχθηκε ως βάση συζήτησης την πρόταση για μέτρα ύψους 2% του ΑΕΠ που είχε κατατεθεί στο «μίνι Eurogroup» που πραγματοποιήθηκε με πρωτοβουλία του Γ. Ντάισελμπλουμ και -κυρίως- την προνομοθέτηση μεταρρυθμίσεων, οι οποίες θα εφαρμοστούν από το 2019 και μετά. Ωστόσο, δεν θα χρειαστεί νομοθέτηση κάποιων μέτρων στο μεταξύ.
Ο όρος που κατάφερε να προσθέσει η ομάδα του Ελληνα υπουργού Οικονομικών στη διαπραγμάτευση είναι αυτό που συμπυκνώθηκε στο «ούτε ένα ευρώ περισσότερη λιτότητα», που σημαίνει ότι η θεσμοθέτηση των όποιων μέτρων θα έχει ως προϋπόθεση -σε περίπτωση υπεραπόδοσης της ελληνικής οικονομίας- την ταυτόχρονη θεσμοθέτηση μέτρων ανάπτυξης, ώστε το δημοσιονομικό ισοζύγιο να είναι απολύτως ουδέτερο. «Αλλάζουμε το μείγμα της πολιτικής μας. Θα προχωρήσουμε πέρα από τη λιτότητα και θα επικεντρωθούμε σε βαθιές μεταρρυθμίσεις, που είναι θεμελιώδες στοιχείο για τη συμμετοχή του ΔΝΤ», εξήγησε ο Γερούν Ντάισελμπλουμ.
Οπως υπογράμμισε, θα πρέπει να δοθεί έμφαση σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις σε φορολογικό, συνταξιοδοτικό και εργασιακά, οι οποίες όμως θα έχουν δημοσιονομικό αποτέλεσμα. «Είμαι υπουργός Οικονομικών, δεν μπορώ να υποσχεθώ το τέλος της λιτότητας», είπε με ειλικρίνεια ο πρόεδρος του Eurogroup. «Αυτό όμως που μπορώ να πω είναι ότι έχει γίνει πολλή δουλειά στην Ελλάδα και η οικονομία βρίσκεται σε πολύ καλύτερη κατεύθυνση», τόνισε.Οι εκπρόσωποι των δανειστών θα έρθουν στην Αθήνα, όπου από κοινού με την ελληνική πλευρά θα προσδιοριστούν τα επιμέρους μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν για τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις. Πρώτο βήμα θα είναι η συμφωνία τεχνικού προσωπικού, που θα οδηγήσει στην ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, η οποία θα εγκριθεί από το Eurogroup. Στη συνέχεια θα γίνουν οι συζητήσεις που θα εξασφαλίσουν τη συμμετοχή του ΔΝΤ, για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα, ώστε να λάβει το πολυπόθητο «ΟΚ» από το Εκτελεστικό Συμβούλιό του. Πρόκειται δηλαδή να είναι μια μακρά διαδικασία, που θα φτάσει έως το καλοκαίρι.
Οπως είπε και ο Γερούν Ντάισελμπλουμ «δεν υπάρχει ζήτημα ρευστότητας βραχυπρόθεσμα για την Ελλάδα, αλλά όλοι νιώθουμε ότι υπάρχει μια έκτακτη ανάγκη, λόγω του σημαντικού ζητήματος της εμπιστοσύνης προς την ελληνική οικονομία και την Ελλάδα». Συμπληρώνοντας ο αρμόδιος επίτροπος Πιερ Μοσκοβισί, τόνισε: «Οι πιο μακρές συζητήσεις δεν σημαίνει ότι είναι και πιο αποτελεσματικές. Είχαμε μια πολύ καλή συζήτηση, για να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση. Η Επιτροπή θα συνεχίσει να δουλεύει για να υπάρξει συμφωνία» και πρόσθεσε ότι «τα επιπλέον δημοσιονομικά μέτρα μετά το τέλος του προγράμματος έχουν σκοπό να κρατήσουν την Ελλάδα σε σωστή δημοσιονομική τροχιά? Η Κομισιόν θέλει εξισορροπημένη λύση, που να σηματοδοτεί το ?φως στο βάθος του τούνελ της λιτότητας?».
«Αφού ολοκληρωθούν όλες οι διαδικασίες και επέλθει συμφωνία με τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, η ΕΚΤ θα λάβει όλα τα στοιχεία υπόψη της και θα συντάξει τη δική της έκθεση για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Μετά θα αποφασίσει για το QE», διευκρίνισε στο «Εθνος» πηγή της Ευρωζώνης. Η ελληνική πλευρά εκτιμά ότι στα θετικά της συμφωνίας είναι η δυνατότητα επιστροφής της εργασιακής κανονικότητας των συλλογικών διαπραγματεύσεων νωρίτερα, δηλαδή πριν από το τέλος του προγράμματος. «Θέλουμε καλύτερη αγορά εργασίας, είμαστε έτοιμοι να υποστηρίξουμε την Ελλάδα, να υπάρχει εξομάλυνση της αγοράς εργασίας. Οι εταίροι αναγνώρισαν τη μεγάλη πρόοδο της Ελλάδας και, με την εμπιστοσύνη να επιστρέφει, η ανάπτυξη θα είναι 2,7% φέτος και 3% του χρόνου» είπε ο Πιερ Μοσκοβισί.
Από πλευράς Κομισιόν υπάρχει η δέσμευση, ώστε να εξαιρεθεί από τις δαπάνες για τον υπολογισμό του πρωτογενούς πλεονάσματος ένα πρόγραμμα χρηματοδότησης ύψους 3 δισ. ευρώ για τη δημιουργία τουλάχιστον 100.000 θέσεων εργασίας τα επόμενα δυόμισι χρόνια. Τη χρηματοδότηση ήδη διαπραγματεύεται η ελληνική πλευρά με την Παγκόσμια Τράπεζα σε συνεργασία με ευρωπαϊκούς οργανισμούς.
Βρυξέλλες Μαρία Ψαρά