Πέθανε το Σάββατο σε ηλικία ογδόντα πέντε ετών ο Ρώσος συγγραφέας και ποιητής Γιεβγκένι Γιεφτουσένκο.
Ο Γιεφτουσένκο υπήρξε εμβληματική μορφή στη σοβιετική λογοτεχνία τη δεκαετία του ’60, όταν ο Νικίτα Χρουστσόφ χαλάρωσε τα μέτρα λογοκρισίας.
Γεννήθηκε στην πόλη Ζίμα της Σιβηρίας στις 18 Ιουλίου του 1932. Το κατά κόσμον όνομά του ήταν Γιεβγκένι Αλεξάντροβιτς Γκάνγκνους, όμως στη συνέχεια πήρε το επώνυμο της μητέρας του, Γεφτουσένκο.
Υπήρξε από τους πιο γνωστούς στη Δύση Σοβιετικούς λογοτέχνες.
Ήταν πολυγραφότατος και εξέδωσε πάνω από 150 ποιητικές συλλογές.
Το πρώτο του βιβλίο «Προοπτικές του Μέλλοντος» εκδόθηκε το 1952, όταν ο Γεφτουσένκο ήταν το νεότερο μέλος της Ένωσης Σοβιετικών Συγγραφέων.
Η σχέση του με το καθεστώς της ΕΣΣΔ χαρακτηρίζεται μάλλον αμφιλεγόμενη. Σε ένα απο τα πιο διάσημα ποιήματά του, στο «Οι Κληρονόμοι του Στάλιν» (1961), γράφει πως, αν και ο Ιωσήφ Στάλιν είχε πεθάνει, η παρακαταθήκη του συνέχισε να ζει.
Όπως χαρακτηριστικά γράφει, «δολοπλοκούσε, είχε απλώς αποκοιμηθεί».
«Διπλασιάστε και τριπλασιάστε τους φρουρούς που φυλάνε αυτήν την ταφόπλακα
Και σταματήστε τον Στάλιν από το να σηκωθεί ξανά».
Το πιο διάσημο έργο του ήρθε την ίδια χρονιά. Ήταν το ποίημα «Μπάμπι Γιαρ» με θέμα το ολοκαύτωμα των Εβραίων του Κιέβου το 1941. Στην ουσία, όμως, ο Γεφτουσένκο ασκεί κριτική στον, όπως τον αντιλήφθηκε, αντισημιτισμό των ίδιων των Σοβιετικών.
Από το 1991 και μετά, ο Γεφτουσένκο είχε μεταναστεύσει στις Ηνωμένες Πολιτείες. Την τελευταία εικοσαετία δίδασκε στο Πανεπιστήμιο της Τάλσα, στην Οκλαχόμα.
Η αντίστροφη μέτρηση για τον θάνατό του ξεκίνησε την Παρασκευή, όταν, σύμφωνα με το πρακτορείο TASS, διακομίστηκε στο νοσοκομείο σε κρίσιμη κατάσταση.