Παρά το γεγονός ότι το οξύτατο ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό πρόβλημα δημιουργών τού χώρου των Γραμμάτων και των Τεχνών έχει τεθεί με υπομνήματα από φορείς που τους εκπροσωπούν προς τις εκάστοτε κυβερνήσεις, η επιβίωση αρκετών ηλικιωμένων συγγραφέων και καλλιτεχνών εξακολουθεί να εξαρτάται από συντάξεις που απονέμει το Υπουργείο Πολιτισμού (ν. 4151/2013), τις λεγόμενες “τιμητικές”.
Μετά την ψήφιση του ν. 4151/2013, η τότε κυβέρνηση αυτοβούλως συνέχισε να καταβάλλει συντάξεις που μέχρι τότε κατέβαλε “τιμητικά” σε δημιουργούς, καταθέτοντας μάλιστα αυτές σε τραπεζικούς λογαριασμούς των δικαιούχων επί τρία συνεχή έτη, αποδυναμώνοντας έτσι τον άδικο νόμο από κάθε ισχύ.
Χωρίς προειδοποίηση, από τις αρχές του 2016 η κυβέρνηση προχώρησε σε μείωση των “τιμητικών” συντάξεων στο ποσόν τότε των περίπου 720 ευρώ, καθώς το ποσόν διαμορφώνεται διαφορετικά για κάθε δικαιούχο.
Παρά την κείμενη νομολογία και κατά παράβαση διατάξεων του Συντάγματος, η κυβέρνηση προχώρησε τώρα σε παρακράτηση χρημάτων από τις συντάξεις αυτές για το χρονικό διάστημα από 1.1.2013 έως 31.12.2015, φέρνοντας σε κατάσταση απόγνωσης τους δικαιούχους “τιμητικών” συντάξεων, στερώντας τους κάθε δυνατότητα αξιοπρεπούς διαβίωσης, αδιαφορώντας για συνταγματικές και διεθνείς υποχρεώσεις και καταπατώντας τα ανθρώπινα δικαιώματα ατόμων που δημιουργούν και καλλιεργούν τον πολιτισμό σε αυτή τη χώρα.
Όπως ενημερωθήκαμε από συνάδελφους καλλιτέχνες και λογοτέχνες προχωρημένης ηλικίας και με χρόνια προβλήματα υγείας που παίρνουν “τιμητικές” συντάξεις, το Υπουργείο Οικονομικών έστειλε επιστολή με την οποία ζητά να επιστρέψουν αναδρομικά 2.500 μέχρι 16.000 ευρώ ο καθένας. Τα ποσά παρακρατούνται από 1ης Μαρτίου 2017, με αποτέλεσμα επιπλέον περικοπή κατά 10% σε συντάξεις που έχουν ήδη μειωθεί σε 692 ευρώ
Οι περικοπές πραγματοποιούνται από το Υπουργείο Οικονομικών ενόψει της αναμενόμενης αξιολόγησης, η οποία θα φέρει, όπως είναι προαποφασισμένο, περαιτέρω περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, εξαθλιώνοντας ακόμα περισσότερο τα οικονομικά αδύναμα κοινωνικά στρώματα.
Αυτό επίσης σημαίνει ότι το ηθικό αποτύπωμα της “τιμητικής” σύνταξης αναιρείται στην πράξη. Άνθρωποι που προσέφεραν σημαντικά στην ελληνική κοινωνία με το έργο τους, με συνέπεια να “τιμηθούν” από την Πολιτεία με αυτή τη χαμηλή σύνταξη, κινδυνεύουν να αφανισθούν, καθώς δεν διαθέτουν άλλους πόρους. Άλλωστε, προϋπόθεση για αυτές τις συντάξεις είναι για τρία χρόνια, πριν από την αίτηση για σύνταξη, το ετήσιο εισόδημά τους να μην ξεπερνά τα 10.500 ευρώ.
Τα Γράμματα και οι Τέχνες υπήρξαν πάντοτε καθοριστικό στοιχείο εξέλιξης και ανάπτυξης του ανθρώπινου πολιτισμού. Η Πολιτεία οφείλει να μην αντιμετωπίζει τους δημιουργούς με όρους αγοράς, ηθελημένα αγνοώντας τη σημασία της Τέχνης και αντιμετωπίζοντάς τους ως κάποια «περιττή πολυτέλεια», η εξαφάνιση της οποίας θα έλυνε δήθεν τα οικονομικά προβλήματα της χώρας. Διαρκώς επαναλαμβανόμενες περικοπές οδηγούν σε φυσική εξόντωση ανθρώπων αυτού του χώρου, που υπήρξαν μεταξύ των πρώτων που πλήρωσαν και πληρώνουν το τίμημα της κρίσης.
Θεωρούμε ότι η άδικη απόφαση του Υπουργείου Οικονομικών έρχεται σε αντίθεση με το κοινό αίσθημα του ελληνικού λαού για στοιχειωδώς τιμώμενα πρόσωπα των Γραμμάτων και των Τεχνών. Η τιμή στο πρόσωπό τους, εκτός από υλική, αποτελεί και ηθική ανταπόδοση για την προσφορά τους στον πολιτισμό.
Ζητούμε την άμεση ανάκληση αυτής της απόφασης του Υπουργείου Οικονομικών, η οποία απαιτεί αναδρομικά επιστροφή χρημάτων από τις λεγόμενες “τιμητικές” συντάξεις, καθώς μάλιστα δεν επιτρέπεται για συνταξιοδοτικά θέματα, σύμφωνα με την υπάρχουσα νομολογία, ο αιφνιδιασμός των συνταξιούχων από ενέργειες του Δημοσίου, εφόσον καλόπιστα εισέπραξαν αυτά που το Δημόσιο οικειοθελώς κατέβαλε.