Για το σημερινό Eurogroup οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι δήλωναν, πως δεν ήταν σίγουροι για το πως θα καταλήξει σε μία συμφωνία για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, διασφαλίζοντας έτσι τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα. Ιδιαίτερα μάλιστα μετά την απάντηση που φέρεται να έδωσε εκπρόσωπος του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών, στην εφημερίδα Bild, σύμφωνα με την οποία «δεν συζητάμε ούτε αυτά (σ.σ. περίοδος χάριτος, επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής και σταθεροποίηση των επιτοκίων) ούτε κανένα άλλο σχέδιο για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους».
«Ολα παραμένουν ανοιχτά μέχρι να συμφωνηθούν, όλα μαζί, την τελευταία στιγμή», έλεγε Ευρωπαίος αξιωματούχος στην «Κ». Το Euroworking Group, που θα προηγηθεί της συνάντησης των υπουργών Οικονομικών, μπορεί και να δώσει τη λύση.
Πριν, όμως, καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, οι θεσμοί θα πρέπει να εξετάσουν τη νομοθεσία που ψηφίστηκε Πέμπτη βράδυ από το ελληνικό Κοινοβούλιο και να βγάλουν μία έκθεση συμμόρφωσης που να επιβεβαιώνει ότι αυτά που ψηφίστηκαν είναι και τα συμφωνηθέντα.
Εξαιτίας του ιδιαίτερα περιορισμένου χρόνου και του τεράστιου όγκου της νομοθεσίας, οι θεσμοί δεν θα έχουν στα χέρια τους τη Δευτέρα το πρωί την τελική έκθεση, αλλά ένα προσχέδιο το οποίο θα είναι αρκετό για να παρουσιαστεί στους υπουργούς Οικονομικών της Ευρωζώνης. Αυτό που αναμένεται είναι ότι όλα τα προαπαιτούμενα θα πρέπει να έχουν υλοποιηθεί πριν από την απόφαση για εκταμίευση, που αναμένεται στις 16 Ιουνίου.
Ενώ οι πιθανότητες για συμφωνία παραμένουν 50-50, αξιωματούχος εκτιμούσε ότι ίσως θα πρέπει να γίνει άλλο ένα Εurogroup πριν από το προγραμματισμένο στις 15 Ιουνίου, σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί συμφωνία τη Δευτέρα. Και αυτό γιατί ο χρόνος είναι περιορισμένος, καθώς μας χωρίζουν οκτώ εβδομάδες από τη λήξη πληρωμών, ύψους περίπου 7 δισ. στα μέσα Ιουλίου και μεσολαβεί μία σειρά από αποφάσεις εθνικών κοινοβουλίων, ενώ η διαδικασία εκταμίευσης δεν γίνεται από τη μία μέρα στην άλλη.
Τα σενάρια
Στα βασικά σενάρια που υπάρχουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων αυτή τη στιγμή, το πρωτογενές πλεόνασμα μέχρι και το 2022 υπολογίζεται να παραμείνει στο 3,5%, γεγονός που δείχνει ότι για τα επόμενα τέσσερα χρόνια μετά τη λήξη του προγράμματος, το ύψος των πλεονασμάτων είναι πλέον αδιαπραγμάτευτο. Σύμφωνα με δύο Ευρωπαίους αξιωματούχους, βασικό εμπόδιο για την επίτευξη συμφωνίας παραμένει ότι οι θεσμοί μεταξύ τους δεν έχουν συμφωνήσει στο πόσο θα είναι η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας τα επόμενα χρόνια, μία βασική παράμετρος που καθορίζει και το ύψος της ελάφρυνσης του χρέους. Σύμφωνα με επιβεβαιωμένες πληροφορίες, τα κύρια σενάρια είναι τα ακόλουθα:
1. Η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας εκτιμάται ότι θα φτάσει τις προβλέψεις της Ε.Ε. (2,1% το 2017 και 2,5% το 2018), υπολογίζοντας αντίστοιχη θετική ανάπτυξη μέχρι το 2060. Η Ελλάδα θα πρέπει να τηρεί τους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης μέχρι το 2060 για να εφαρμόζεται η ελάφρυνση του χρέους, ενώ τα πρωτογενή πλεονάσματα της χώρας θα κυμαίνονται από 2% έως 2,6% μέχρι το 2060. Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, τα μέτρα που συμφωνήθηκαν τον Μάιο του 2016 είναι αρκετά για να μετατρέψουν το ελληνικό χρέος σε βιώσιμο.
Αυτό το σενάριο το υποστηρίζει η Γερμανία, καθώς δεν χρειάζονται περαιτέρω μέτρα από τα ήδη συμφωνηθέντα. Ο εκπρόσωπος της χώρας στο Euroworking Group, Τόμας Στέφεν, ξεκαθάρισε ότι η συμφωνία του Μαΐου 2016 ήταν και η τελική και δεν μπορεί τώρα να υπάρξει περαιτέρω ευελιξία στα μέτρα για το χρέος. Συγχρόνως, σύμφωνα με τον ίδιο, δεν είναι σοφό να ξεκινήσει μία συζήτηση για το ποιοι θα είναι οι όροι που θα πρέπει να τηρήσει η Ελλάδα για να εφαρμοστούν τα μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους, τη στιγμή που υπάρχουν οι ευρωπαϊκοί κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.
2. Η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας υπολογίζεται με πολύ πιο συντηρητικές εκτιμήσεις από αυτές των ευρωπαϊκών θεσμών, με την ανάπτυξη να μην ξεπερνάει το 1% μακροπρόθεσμα. Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, το οποίο υποστηρίζει το ΔΝΤ, εξαιτίας της χαμηλής ανάπτυξης το πρωτογενές πλεόνασμα της χώρας θα πρέπει από το 2023 να πέσει από το 3,5% του ΑΕΠ αμέσως στο 1,5% του ΑΕΠ.
Είναι ξεκάθαρο ότι θα χρειαστούν περισσότερα μέτρα, πέραν των συμφωνηθέντων του Μαΐου του 2016, για να γίνει το χρέος βιώσιμο. Για να αντιταχθούν στο παραπάνω σενάριο ο Γερμανός και Αυστριακός εκπρόσωπος στο Euroworking Group τόνισαν ότι η ελληνική οικονομία σίγουρα θα αναπτυχθεί και δεν θα συρρικνωθεί. Ο Αυστριακός εκπρόσωπος, μάλιστα, τόνισε ότι αν η ανάπτυξη μειωθεί μετά την εφαρμογή του προγράμματος, αυτό θα θέσει υπό αμφισβήτηση το ίδιο το πρόγραμμα.