Από σήμερα άλλαξε τροχιά, αφήνοντας πίσω του, έναν ολόκληρο λαό να τον αγαπάει. Στα 89 του χρόνια, ήξερε να σέβεται τη ζωή και να απολαμβάνει την κάθε μικρή στιγμή που του χαρίζει. Οι τελευταίες μέρες ήταν δύσκολες γι αυτόν, αλλά μέχρι την ύστατη ώρα δεν τα έβαλε κάτω. Έφυγε πλήρης ημερών, έχοντας πλάι του την οικογένεια του και τον μικρό Φοίβο να του χαρίζει το πιο γλυκό του χαμόγελο.
Ο Κώστας Βουτσάς γεννήθηκε στον Βύρωνα 31 Δεκεμβρίου του 1931. Πολύ σύντομα οι γονείς του μετακόμισαν στην Θεσσαλονίκη για μια καλύτερη, βιώσιμη ζωή. Από φτωχική οικογένεια αλλά εργατική, δεμένη. Είχε δύσκολα παιδικά χρόνια. Όπως είπε σε παλιότερη συνέντευξη στο περιοδικό people «πέρασα πολύ άσχημα μικρός, και αυτό με στέριωσε, με δυνάμωσε, με έκανε άντρα. Στα παιδικά μου χρόνια πουλούσα τσιγάρα, έκανα τον αβανταδόρο σε παπατζή. Με κράτησε η συμβουλή της μητέρας μου : “Παιδί μου μη σε πιάσουν και σε πάνε στη φυλακή, γιατί όλοι θα πουν ο γιος του κομμουνιστή είναι αλήτης”. Τα παραπάνω λόγια έπαιξαν το σημαντικότερο ρόλο στη ζωή μου. Δεν έκανα ποτέ πράγματα που θα μπορούσαν να θίξουν ή να εκθέσουν τον πατέρα μου».
Ο Κώστας Βουτσάς στην κατοχή πουλούσε τσιγάρα σε Άγγλους στρατιώτες για να βοηθήσει οικονομικά την οικογένεια του. Όπως τόνιζε συχνά, “τα δύσκολα παιδικά μου χρόνια με δυνάμωσαν, έτσι έγινα δυνατός”.
Το επώνυμο της οικογένειάς του ήταν Σαββόπουλος, επικράτησε όμως το Βουτσάς λόγω της επαγγελματικής ιδιότητας του παππού του, οποίος έφτιαχνε βουτσιά, δηλαδή βαρέλια. Ο ηθοποιός πριν γεννηθεί, έχει χάσει από δάγκειο πυρετό, έναν μεγαλύτερο αδελφό που είχε το όνομα Κώστας, μια μόλυνση που εξαπλώνεται μέσω των κουνουπιών. Το αγοράκι ήταν 6 ετών και όταν ο ηθοποιός ήρθε στη ζωή, πήρε το όνομα Κώστας προς τιμήν του χαμένου του αδελφού, που ποτέ δεν γνώρισε.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’ 50, εγκαταστάθηκε οριστικά στην Αθήνα, ύστερα από πρόταση της γνωστής πρωταγωνίστριας της εποχής Καλής Καλό για να εμφανιστεί μαζί της στο θέατρο «Περοκέ». Εκεί τον είδε ο Αλέκος Σακελλάριος και του έδωσε έναν μικρό ρόλο στην ταινία του « Η κυρά μας η μαμμή» (1958), που αποτέλεσε το διαβατήριο για την ένταξή του στην Φίνος Φιλμ.
Το 1961, είναι η χρονιά της καταξίωσης για τον Κώστα Βουτσά. Εμφανίστηκε σε δύο ταινίες της Φίνος Φιλμ, «Η Αλίκη στο Ναυτικό» του Αλέκου Σακελλάριου και «Ο Σκληρός Άνδρας», του Γιάννη Δαλιανίδη, ο οποίος του εμπιστεύτηκε ένα κωμικό ρόλο στην κατά τ’ άλλα επόμενη δραματική ταινία του «Ο Κατήφορος», που άρχισε να προβάλλεται στα τέλη της ίδιας χρονιάς. Η ταινία όχι μόνο έσπασε ταμεία, αλλά απογείωσε τις καριέρες των πρωταγωνιστών της Ζωής Λάσκαρη, Νίκου Κούρκουλου και φυσικά του Κώστα Βουτσά, ενώ καθιέρωσε τον Γιάννη Δαλιανίδη ως ένα από τους εμπορικότερους σκηνοθέτες του ελληνικού κινηματογράφου.
Τα επόμενα χρόνια πρωταγωνίστησε σε αξέχαστες κωμωδίες, πραγματοποιώντας σπουδαίες ερμηνείες. Οι ατάκες του άφησαν εποχή («Έχω και κότερο πάμε μια βόλτα;», «Κααατίνα σαλααμάκι») και οι καρπαζιές του στον Αλέκο Τζανετάκο και τον Σωτήρη Τζεβελέκο δημιούργησαν σχολή. Κάποιοι από τους ρόλους του, που μένουν αξέχαστοι είναι ο μικροαστός στο «Ανθρωπάκι», ο νιόπαντρος στη «Νύχτα Γάμου», ο τεμπέλης γιος στη «Χαρτοπαίχτρα», ο λαϊκός ποδοσφαιριστής στο «Μια Κυρία στα Μπουζούκια», ο μικροαπατεώνας στον «Γόη», ο γιαλαντζί Άραβας στο «Ξυπόλητος Πρίγκηψ» και ο Ράμογλου με το κότερο, στο «Κορίτσια για Φίλημα». Στα μιούζικαλ του Γιάννη Δαλιανίδη, άφησε τη σφραγίδα του σε δύο τραγούδια, το «Φσσστ, μπόινγκ!» («Κάτι να καίει») και το «Αψού, γείτσες!» ( «Κορίτσια για φίλημα»).
Την δεκαετία του ’80 έπαιξε σε βιντεοταινίες, αλλά πέρασε και στην αντίπερα όχθη του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου, όπως και ο Θανάσης Βέγγος, ερμηνεύοντας πιο απαιτητικούς ρόλους σε ταινίες του σκηνοθέτη Βασίλη Βαφέα. Ξεχωρίζει ο ρόλος του μικροαστού λογιστή στην κοινωνική ταινία του Βαφέα «Ο Έρωτας του Οδυσσέα», για την οποίον τιμήθηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης το 1984. Η ταινία εκπροσώπησε την Ελλάδα στο «Δεκαπενθήμερο Σκηνοθετών» του Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών το 1985 και ένα χρόνο αργότερα μεταδόθηκε ως μίνι σειρά από την ΕΡΤ.
Στην τηλεόραση πρωτοεμφανίστηκε το 1973 με την σειρά του Κώστα Πρετεντέρη «Ονειροπαρμένος» (ΕΡΤ), που ήταν μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες εκείνων των χρόνων.Συνέχισε με δημοφιλείς σειρές, όπως «Το Ημερολόγιο ενός Θυρωρού» (ΥΕΝΕΔ, 1979), και «Ο Ανδροκλής και τα Λιοντάρια του» (ΕΡΤ, 1985).
Παράλληλα, ξεδίπλωσε το κωμικό του ταλέντο σε όλα τα είδη του θεάτρου – πρόζα, επιθεώρηση, μιούζικαλ. Ενδεικτικά, έπαιξε σε κωμωδίες του Νίκου Τσιφόρου («Αγάπη μου Παλιόγρια», που γυρίστηκε και επιτυχημένη ταινία με τον ίδιο και την Ξένια Καλογεροπούλου, «Οι Απάνω και οι Κάτω»), του Κώστα Πρετεντέρη (« Ο νονός μου ο διάβολος», «Ο καπετάν Κώστας στο Πόρτο-Λιμπερτά») του Ασημάκη Γιαλαμά (Μπαμπά, ποιός είναι ο μπαμπάς μου;»), αλλά σε έργα των Μολιέρου «Ο Αρχοντοχωριάτης» και Ντάριο Φο («Όποιος κλέβει ένα πόδι κερδίζει στην αγάπη»). Ο Κώστας Βουτσάς έπαιξε, επίσης, σε κωμωδίες του Αριστοφάνη («Θεσμοφοριάζουσες», «Σφήκες», «Όρνιθες») με μεγάλη επιτυχία και με κοσμοσυρροή στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου.
O αγαπημένος ηθοποιός, έχει νυμφευτεί τέσσερις φορές. Ο πρώτος του γάμος ήταν με την ηθοποιό και χορεύτρια Έρρικα Μπρόγιερ, με την οποία απέκτησε μια κόρη, την Σάντρα. Ακολούθησε ένας δεύτερος γάμος με την επιχειρηματία Θεανώ Παπασπύρου, με την οποία απέκτησε δύο κόρες, την Θεοδώρα και την Νικολέτα, ένας τρίτος με την ηθοποιό Εύη Καραγιάννη και τέλος ο τέταρτος με την κατά 39 χρόνια μικρότερή του ηθοποιό Αλίκη Κατσαβού με την οποία έχει αποκτήσει ένα γιο, τον Φοίβο. Θετός γιος του είναι ο ηθοποιός Άνθιμος Ανανιάδης, γιος της Εύης Καραγιάννη από προηγούμενο γάμο της.
Σ΄ ευχαριστούμε για τις αμέτρητες στιγμές γέλιου και ξεγνοιασιάς.
Στο Καλό