Γράφει ο Άλκης Φιτσόπουλος
Στα 1972 έγινε το μεγάλο σχίσμα της Αριστεράς στον ιταλικό σινεμά. Ο Πιέρ Πάολο Παζολίνι, αριστερός από κούνια και μέλος του Κομμουνιστικού κόμματος, καταφέρθηκε κατά του μαθητή του και προστατευόμενου Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, δηλωμένου μαρξιστή. Είναι οι εποχές που το Partito Comounista Italiano παίρνει μεγάλα ποσοστά στις εκλογές, που έφτασαν μέχρι και το 34% το 1976, το προλεταριάτο ανθεί και βρίσκει αποκούμπι τις ταινίες των δυο ιερών προσώπων του πολιτικού σινεμά.
Ο Μπερτολούτσι θα πέσει σε δυσμένεια με τον Παζολίνι, όταν κινηματογραφούσε «Το Τελευταίο Ταγκό στο Παρίσι» με τον Μάρλον Μπράντο και την Μαρία Σνάιντερ. Ο Παζολίνι θεώρησε εμπορική την ταινία και ξένη προς τα ήθη της Αριστεράς. Μόλις το 1970 ο Μπερτολούτσι είχε γυρίσει τον «Conformista», καθαρά πολιτική ταινία, χλεύη στα «ιδεώδη» του φασισμού, μέσα από ένα αμιγώς ψυχολογικό κριτήριο. Και μετά, ο Μάρλον Μπράντο διέσυρε την γυναικεία ύπαρξη στο Παρίσι, επιχειρώντας να… εισχωρήσει χρησιμοποιώντας βούτυρο.
Ο άλλοτε γενικός γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος Ενρίκο Μπερλινγκουέρ απέτυχε να τους συμβιβάσει. Ό,τι, όμως, δεν κατάφερε ο επικεφαλής της Αριστεράς, το πέτυχε το ποδόσφαιρο, επισημαίνει η γαλλική αθλητική εφημερίδα «L’ Equipe. Πώς; Μα, το ποδόσφαιρο είναι από την φύση του… αριστερό, ο μεγάλος δεν κερδίζει πάντα τον μικρό όπως στις υπόλοιπες εκφάνσεις του κοινωνικού γίγνεσθαι.
Εκείνος που έπρεπε να πειστεί να φιλιώσει με τον Μπερτολούτσι, ήταν ο Παζολίνι. Είμαστε, πλέον, στα 1975 και ο λογοτέχνης του κινηματογράφου και μέγας αιρετικός του νεορεαλισμού Πιέρ Πάολο γυρίζει την ταινία «120 Μέρες στα Σόδομα» στην Τσιταντέλα, λίγο έξω από την Πάδοβα. Την ίδια στιγμή, ο Μπερτολούτσι γυρίζει το «1900» κάπου 20 χιλιόμετρα μακριά. Πρόκειται για ταινία έπος που περιγράφει την ζωή ενός γιου τσιφλικά κι ενός κολίγα.
Η ηθοποιός Λάουρα Μπέτι γνωρίσει άριστα την σχέση του Παζολίνι με την μπάλα. Τον άκουσε να λέει ότι «το ποδόσφαιρο είναι ποίηση και ο πρώτος σκόρερ ο καλύτερος ποιητής της χρονιάς». Τον είδε να τιφάζει την Μπολόνια και να φοράει την φανέλα της. Τον είδε να παίζει με διάσημους ιταλούς ποδοσφαιριστές φιλικά παιχνίδια, όπως τον θρυλικό Σαβόλντι. Μα, εκείνο που είπε κι αποδείχθηκε προφητικό ήταν αυτό: «Η ντρίπλα είναι επίσης καθαυτό ποιητική, αν και όχι πάντα τόσο ποιητική όσο το γκολ. Πράγματι, το όνειρο κάθε ποδοσφαιριστή, όνειρο που το μοιράζονται και όλοι οι θεατές, είναι να ξεκινήσει από τη σέντρα, να ντριπλάρει όλους τους αντιπάλους του και να βάλει γκολ. Αν μπορεί κανείς να φανταστεί, να ορίσει το εξαίσιο στο ποδόσφαιρο, θα ήταν αυτό. Αλλά δεν συμβαίνει ποτέ. Παραμένει όνειρο. Το έχω δει να πραγματοποιείται μια φορά, από τον Φράνκο Φράνκι, στην ταινία “Οι δυο μάγοι της μπάλας”». Δυστυχώς, ο Παζολίνι δολοφονήθηκε το 1975 και δεν πρόλαβε τον Ντιέγκο Μαραντόνα να το κάνει στο Μουντιάλ του ’86 στο Μεξικό, όταν ντρίπλαρε όλη την Αγγλία.
Η Λάουρα Μπέτι πλησίασε τον Παζολίνι: «Τι λες, είσαι για ένα φιλικό ματς με το συνεργείο του Μπερτολούτσι; Ευκαιρία για να φιλιώσετε»; Την μία που το είπε, την άλλη οι δυο ομάδες βρέθηκαν στο γήπεδο. Η ομάδα στα μαύρα κόκκινα, όπως οι φανέλες της αγαπημένης του Μπολόνια. Οι του Μπερτολούτσι με βιολετί φανέλα που ανέγραφε τον από το ματς. Πήγε στα τσικό της Πάρμα και ζήτησε δυο δανεικούς πιτσιρικάδες, τους έδωσε φανέλες, αφού πρώτα τους δήλωσε ως υπαλλήλους του κινηματογραφικού συνεργείου. Το ένα από τα 15χρονα παιδιά λεγόταν… Κάρλο Αντσελότι! Ο γνωστός! Αυτό το παιδί που φιγουράρει αμήχανο στην άκρη της φωτογραφίας.
Το ματς ήταν σκληρό, το κλωτσίδι έπεφτε σύννεφο. Η ομάδα του Παζολίνι με τον Παζολίνι αρχηγό, τον «Στούκας» όπως τον αποκαλούσαν, από τα γερμανικά αεροπλάνα κάθετης εφόρμησης στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, προηγήθηκε 2-0. Ο Πιέρ Πάολο παρότι δεξιοπόδαρος, έπαιζε… αριστερό εξτρέμ φυσικά. Ο Μπερτολούτσι στον πάγκο έκανε τον προπονητή. Τελικός σκορ, 5-2 για την ομάδα του Μπερτολούτσι. Μία τούρτα και μια κούπα το έπαθλο.
Ο Παζολίνι το έφερε βαρέως για την συντριβή. Μόλις ξανάρχισαν τα γυρίσματα, υποχρέωσε το συνεργείο να παίζει μπάλα στα διαλλείματα…
τίτλο της ταινίας. Τα δυο τοτέμ του σινεμά έδωσαν τα χέρια. Και πάλι φίλοι.