Η κυρία Μαίρη μας πονάει σήμερα!
Ηταν καλό παιδί! Μα τώρα έχει πεθάνει!
Ηταν ονειροπόλος! Μα τώρα έχει πεθάνει !
Ήταν 42 ετών ! Μα τώρα έχει πεθάνει!
Ηταν μοναχογιός. Μεγαλωμένος με αγάπη και όνειρα ! Πολλά όνειρα! Σε μία οικογένεια που η προσφορά και αλληλεγγύη ήταν φετίχ!
Ο πατέρας, Βασίλης Παναγάκος, καπετάνιος στα πλοία, ένας ήπιος, ευγενής, γαλαντόμος Μανιάτης και η μητέρα η κυρία Μαίρη από την Εύβοια.
Απαρνήθηκε το όνομα της από αγάπη και σεβασμό στα αυστηρά έθιμα της Μάνης. Αγάπησε τη Μάνη σαν δική της πατρίδα.
Δύσκολη απόφαση για μόνιμη εγκατάσταση στην περιοχή. Οδυνηρή όπως εκ των υστέρων αποδείχτηκε. Ο καπετάνιος λίγο μετά την εγκατάσταση στη γη της Μάνης, τον Κότρωνα, αρρώστησε βαριά. Η ζωή στα καράβια αφήνει συντρίμμια.
Η Μαίρη και ο Αντώνης έμειναν μόνοι σε ένα εχθρικό περιβάλλον με βεντέτες, αντιδραστικά κατάλειπα αιώνων, μίσος για το «ξενόφερτο» , εξοντωτικά συμπλέγματα. Η Μαίρη ήταν η “ξένη” και δεν της επέτρεπαν να αγαπήσει τη νέα της κατοικία και ο Αντώνης ο γιός, που γύρισε μετά τις σπουδές του, για να κάνει ακόμη πιο εμφανή την ανικανότητα και την αμορφωσιά των ντόπιων.
Άρχισε ο πόλεμος.
Κάθε νεωτερισμός, κάθε νέο στοιχείο που αναδείκνυε την περιοχή το πολεμούσαν με βαρβαρότητα. Δεν ήθελαν, δεν θέλουν να αλλάξουν! Είχαν όφελος, αλλά και αυτό τους ενοχλούσε! Ποιοι είναι αυτοί…
Η Μαίρη και ο Αντώνης πάλεψαν πολύ. Πάλεψαν γιατί λάτρεψαν αυτόν τον τόπο.
Τον λάτρεψαν μέχρι θάνατου!
Το τέλος του Αντώνη δεν ήλθε μόνο του! Το χέρι του γεμάτο πόνο, απογοήτευση, αγανάκτηση, ήταν βαρύ και ασήκωτο από την κακοδαιμονία μιάς κοινωνίας που αντιστέκεται στο καινούργιο, αντιστέκεται στη δημιουργία.
Ο Αντώνης δεν όπλισε μόνος την καραμπίνα. Τα σκάγια που πήραν τη ζωή του ήταν γεμάτα από κακία, μίσος, νάρκη στη διαφορετικότητα.
Ο Αντώνης με το τέλος του είπε αντίο σε όλη αυτή τη μιζέρια και την μικρότητα. Γιατί ο Αντώνης πίστεψε ότι το τέλος του, μπορεί να είναι η αρχή για μιά δεύτερη θεώρηση των πραγμάτων. Μιά νέα θεώρηση που να ξεκινά από εκείνον χωρίς όμως Εκείνον δυστυχώς!
Είμαστε όλοι ένοχοι για τον Αντώνη!