In Memoriam: Για τον Ανδρέα Μπελεζίνη ( Πάτρα 1929 – Αθήνα 2011) –  Γράφει η Τιτίκα-Μαρία Σαράτση

Thumbnail
Facebook
Twitter
LinkedIn

 In Memoriam: Για τον Ανδρέα Μπελεζίνη ( Πάτρα 1929 – Αθήνα 2011)

 Γράφει η Τιτίκα-Μαρία Σαράτση*

Υπάρχουν – λίγες και λίγοι – διδασκάλισες και διδάσκαλοι που μας καθόρισαν. Μας έδειξαν το δρόμο, μας βοήθησαν ουσιαστικά να χαράξουμε την πορεία μας. Ένας από αυτούς ήταν ο σημαντικότατος και εξαιρετικός φιλόλογος και κριτικός Ανδρέας Μπελεζίνης.

Βρέχει από το πρωί και κοιτάζω στα κλεφτά την οδό Μαρασλή. Φέτος το παράθυρο είναι πίσω μου. Η βροχή παίζει μια αόριστη μουσική στο παράθυρο. Αυτός ο ήχος είναι η μόνη μου παρηγοριά: η φιλόλογος αγορεύει πάλι στην έδρα.

Words, words, words.Στο πλαϊνό θρανίο η Χαρίκλεια σχεδιάζει ανθρωπάκια στο τετράδιο της γεωμετρίας. Θα περάσει όμως η ώρα, venceremos, Θα περάσει….θα πάμε περπατώντας ως τα Εξάρχεια, κοντά είναι, και εκεί στην Ακαδημίας και Ζωοδόχου Πηγής θα χωριστούμε, εγώ θα πάω προς στην Κωλέττη…και στον ήλιο του απογεύματος.

Τη Στέλλα, την Ελληνίδα Εβραία φίλη μας τη θυμάμαι συχνά: τα χριστουγεννιάτικα» καστανά της μάτια και το λευκό της χέρι σημαδεμένο βάρβαρα με τη σφραγίδα του Άουσβιτς… Έλεγε πάντα ότι οι λέξεις είναι ζωντανές: μπορούν να απογειώνονται, να

προσγειώνονται και να αρμενίζουν στο πέλαγος.

Ο Ανδρέας Μπελεζίνης επετέλεσε θεάρεστο έργο και συνέχισε το έργο της Στέλλας. Του οφείλω σχεδόν τα πάντα. Με πήρε από το χέρι και με οδήγησε στην ακρογιαλιά όπου μου έδειξε τη θάλασσα: «Αυτό είναι το καραβάκι σου» μου επαναλάμβανε και μου έδειχνε τα κύματα.

«Εσύ μεγάλωσες στο Πήλιο. Το βουνό κατεβαίνει ως τη θάλασσα: το κυματάκι σκάει απαλά στα βότσαλα. Εκεί στα βαθιά νερά βρίσκεται…» σταματούσε και μου χαμογελούσε σιωπηλά.

Βλέπεις, Νίκο, ο στόμφος του ήταν μόνο μια τεχνική. Δεν τον ρώτησα ποτέ τι βρίσκεται στα βαθιά, ούτε στα ρηχά. Ήξερα καλά – γιατί με είχε διδάξει – τι σημαίνει το «όλον». Από 16 χρονών το έμαθα. Το «όλον» δεν ήταν αυτά που μας δίδασκε. Δεν ήταν ο Σολωμός, ο Ευριπίδης, ο Αισχύλος, δεν ήταν ο Έζρα, δεν ήταν ο

Εμπειρίκος, δεν ήταν ο Μπρετόν. Το «όλον» ήταν η ζωή, οι στιγμές, οι ανθρώπινες φλέβες, ο παλμός που είχαν διαποτίσει αυτή τη γνώση.

Η Ελλάδα και ο ελληνικός Καβάφης που χαμογελά στο Καφενείο και παραδίδεται παλλόμενος στη «φθορά». Η βουβή απελπισία και τα δάκρυα της λύτρωσης μετά την ηδονή. Το «όλον» ήταν ότι ο Ανδρέας ήταν αυτό, αυτά που δίδασκε. Η επιγραμματικότητα του. Η αντιπάθειά του προς τις συμβατικότητες.΄ Η λαχτάρα του για το «νέον». Ήταν η αγάπη του για την Πανέμορφη Κατερίνα, την Υπέροχη Άννα. Ήταν η αγωνία του αν είναι καλός Πατέρας. Ήταν ο βουβός θυμός του για τη μιζέρια των διανοουμένων. Για τη γλώσσα και το δράμα του Ετεοκλή και του Πολυνείκη. Που η πατρίδα μας ζει σε επανάληψη ανά τους αιώνες. Η αγωνία του για τη γλώσσα και τη χώρα. Ήταν τα βουβά δάκρυά του για τη νεαρή Αλίκη Τσουκαλά, οι ώρες του στα Προσφυγικά του Ιλισού μετά την εκτέλεσή της, πριν τα σπιτάκια τα καλύψoυν το Hilton και η Εθνική Πινακοθήκη. Δεν χαθήκαμε ποτέ.

Συνυπήρχαμε εν σιγή και εν ομιλία, όπως οι παλαιοί διδάσκαλοι με τους μαθητές τους Αξιωθήκαμε μια τέτοια πόλη. Περπατήσαμε στους δρόμους της, σκοντάψαμε, πέσαμε. Λαμπύρισαν οι κόκκοι της σκόνης του δρόμου στα ρούχα μας και σηκωθήκαμε γελώντας σε «μια αίθουσα διδασκαλίας» για να παραφράσω τον Β. Βασιλικό, «που μπορεί να γίνει μεγάλη σαν τον κόσμο ή μικρή σαν μια παλάμη».

Χορέψαμε ως το πρωί μαζί με τον Πέτρο, την Έπη, την Εύα, την Ελένη. Ξενυχτήσαμε στου Κιτσίνη στην Καισαριανή μαζί με την κεχαριτωμένη Κατερίνα, μεθύσαμε και μετά κατηφορίσαμε να πιούμε το καφεδάκι μας στην Ομόνοια, δροσεροί σαν νεογέννητα βρέφη.

Πώς δίδασκε ο Ανδρέας; Τι γινόταν…Τι γινόταν!

 Το κηπάκι του Ευαγγελισμού κατέβαινε τότε στην Κωλέττη. To what might have been γινόταν has been. Οι βιολέτες και οι πικροδάφνες της Μαρασλή σκαρφάλωναν στα σκαλάκια του φροντιστηρίου της Κωλέττη, έμπλεκαν στα υποδήματα του Ντηλ που συνέλεγε με αγάπη και υπομονή τα Fragmenta Presocratica. Ο Κάρολος σήκωνε

έκθαμβος το κεφάλι κοιτώντας την Αφροδίτη-Σιμονέτα που γεννιόταν στην Κύπρο και ανάσαινε το κόκκινο γαρύφαλλο του Νίκου Μπελογιάννη. Η Έμη του Τσίρκα αναστέναζε.

Στην Ιερουσαλήμ.

Ατένιζε σιωπηλά τα Θεωνύμια του Μάριου Σπηλιόπουλου, του Συμεών και του Θεόδωρου Λάσκαρι. Από το παράθυρο του δευτέρου ορόφου μας χαμογελούσαν γλυκά ο Άγιος Ιωάννης του Σταυρού και η Τερέζα της Άβιλα. Μετά νύχτωνε και ο Έζρα διόρθωνε τον Θωμά Έλιοτ και ο Ελυάρ χαμογελούσε στον Κατσίμπαλη που μαζί με τον Μίλερ και τον Ντάρελ έπιναν το ουζάκι τους στο καφενείο της γωνίας :

ήταν βιαστικοί, μαζί με τον Ανδρέα Μπελεζίνη είχαν να περάσουν πρώτα από του Ψυρρή, να πάρουν από του Μάνθου το κρασάκι, να συναντήσουν τον Παπαδιαμάντη και τον Μπάιρον αγκαλιά με την Τερέζα Μακρή, τη Φραγκίσκα Φραίζερ και τον Διονύσιο, τον Νίκο Φωκά και τον Σωκράτη Σκαρτσή, την Ιουστίνη και τη Μελίσσα, πριν να ανηφορίσουν όλοι μαζί στην Ακρόπολη για να ακούσουν τα κοκόρια της Αττικής σιγοπίνοντας νωχελικά τον οίνο τους και να ψάλλουν με τον Εμπειρίκο και την Μάτση το αιώνιο άσμα: « Cras amet qui Numquam Amavit (1) » ή (2) « οι μηχανές και τα δρεπάνια του κτήματος μας δεν ηγοράσθηκαν εισέτι. Άλλα τούτο δεν σημαίνει, αγάπη μου, πως το σιτάρι μας, δεν θα θεριστή.Θα θεριστή μια μέρα, και οι δρέποντες τους καρπούς θαμαστε πάλι εμείς, χιλιάκις εμείς, με τα χέρια μας

απλωμένα επάνω από τους κάμπους μας και επάνω από τις πεδιάδες των παιδιών μας.»

(1 )«Αύριο θα αγαπήσει όποιος ποτέ του δεν αγάπησε»To PerVigilium Veneris ( Η

Αγρύπνια της Αφροδίτης) είναι ένα λατινικό ποίημα που γράφτηκε τον 2 ο , 4 ο ή 5 ο αι.

Αποδίδεται στον Τιβεριανό, ενώ άλλοι μελετητές το αποδίδουν στον Πούμπλιο Άννιο

Φλόρο. Γράφτηκε πιθανόν στη Σικελία στην αρχή της Άνοιξης στη διάρκεια

τριήμερων εορτασμών προς τιμήν της Αφροδίτης(Venus) και ουσιαστικά περιγράφει,

με έντονο το ερωτικό στοιχείο, το ετήσιο ξύπνημα του φυτικού και ζωϊκού βασιλείου

εν όψει της Άνοιξης.

(2) Ανδρέας Εμπειρίκος, «Το Γήπεδον», 1945

Η γράφουσα θεώρησε περιττό να αναφερθεί σε όλες τις αναφορές του κειμένου. Ο ευαίσθητος

αναγνώστης θα καταλάβει….

 

*Η Τιτίκα-Μαρία Σαράτση είναι φιλόλογος και δημοσιογράφος

Παραλλαγές του κειμένου αυτού έχουν δημοσιευθεί στην ΑΥΓΗ και στο ΚΟΥΤΙ ΤΗΣ ΠΑΝΔΩΡΑΣ

Σχετικά Άρθρα

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να σας προσφέρει μία καλύτερη εμπειρία.