Για τον Δημήτρη Μητροπάνο από τον Γεράσιμο Μπετσιμέα που «έφυγε» προχθές… – Του Θανάση Κάππου

Polish 20240109 183354653
Αρχείο Θανάση Καππου
Facebook
Twitter
LinkedIn

Του Θανάση Κάππου

(Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί προδημοσίευση από τη μονογραφία του Θανάση Κάππου για τον Δημήτρη Μητροπάνο που θα κυκλοφορήσει σύντομα)

 

Ο Γεράσιμος Μπετσιμέας υπήρξε από τους πρώτους «Λαμπράκηδες»!

Συνοδοιπόρος του Μίκη Θεοδωράκη και παιδικός φίλος του Δημήτρη Μητροπάνου.

Μία κατάθεση ψυχής για τον παιδικό του φίλο:

«Εγώ πήγαινα στη θεία μου στην Αγία Μονή, που έμενε στην ίδια αυλή με την οικογένεια του Δημήτρη. Γνωριστήκαμε όταν ήταν πολύ μικρός, στην ηλικία των πέντε έξι χρόνων το πολύ. Γίναμε πολύ καλοί φίλοι. Εκεί τον άκουσα να τραγουδάει για πρώτη φορά, τραγουδούσε απ’ το πρωί μέχρι το βράδυ. Η θεία μου με τη μάνα του ήταν στον αργαλειό και κάθε τόσο μου έλεγαν: “Άκου τον Μήτρο τι τραγούδημα κάνει”. Τον φώναζαν Μήτρο λόγω του παππού του, που ήταν ψάλτης και καλλίφωνος. Κανείς δεν τον έλεγε Δημήτρη, όλοι τον φώναζαν Μήτρο. Από τα πέντε έξι τραγουδούσε και κάποια στιγμή γύρω στα επτά, σε ένα αντάμωμα-συνάντηση των απανταχού Βλάχων-Σαμαριναίων έγινε το άτυπο ξεκίνημα. Δεν πρέπει να ήταν πάνω από οκτώ και έγινε πραγματικά πανικός. Τραγούδησε δημοτικά και ό,τι μπορείτε να φανταστείτε. Μιλάμε για χιλιάδες κόσμο. Ήταν πραγματικά η έκπληξη της συνάντησης.

»Ο Μήτσος ήταν πολύ τυχερός. Η φωνή του ήταν δώρο. Ήταν αυτή που ήθελε ο Ρίτσος στον “Επιτάφιο”. Κάπου στον “Επιτάφιο” ο Ρίτσος βάζει τη μάνα να λέει στον γιο: “Και μου ιστορούσες με φωνή γλυκιά, ζεστή και αντρίκια”. Αυτά ήταν τα χαρακτηριστικά του Μήτσου, που τον συνέδεσαν διά βίου με το ελληνικό τραγούδι. Είχε μια παρέα “Λαμπράκηδων” στα Τρίκαλα και έναν φίλο που τραγουδούσε υπέροχα. Πιστεύαμε πως θα έκανε κι αυτός καριέρα στη μουσική μαζί του. Είχε εξίσου φοβερή φωνή. Η φωνή του Δημήτρη σε συνδυασμό με την ευαισθησία που του καλλιέργησε το ευρύτερο περιβάλλον – οικογένεια, “Λαμπράκηδες”, γειτονιά – ήταν βασικά στοιχεία της πορείας του. Η Αγία Μονή ήταν κάτι σαν την Πλάκα. Κάθε βράδυ μαζεύονταν όλοι σε μια πλατεία και τραγουδούσαν.

»Ο πατέρας του ήταν καπετάνιος του Δημοκρατικού Στρατού, ο αδελφός της μάνας του ένας μορφωμένος αριστερός που έκανε φυλακές, εξορίες και ουσιαστικά αυτός στήριξε την οικογένεια. Η μάνα του ήταν στην ΕΠΟΝ κι όταν κάναμε με τους “Λαμπράκηδες” εξόρμηση για τον μήνα του βιβλίου, για να γεμίσουμε τις λέσχες μας –μία στην πόλη και έξι στα χωριά– με βιβλία, μας έδωσε την πινακίδα “ΕΠΟΝ Αγίας Μονής” που είχε φυλάξει στο σπίτι. Την είχε φυλάξει μάλιστα για να μας τη δώσει! Μιλάμε τώρα για μια περίοδο μεταξύ 1964-1967, που τα πράγματα ήταν παραπάνω από δύσκολα. Ο Μήτσος μέχρι το 1967 είχε φύγει από τα Τρίκαλα και από την οργάνωση των “Λαμπράκηδων” της γειτονιάς για την Αθήνα, χωρίς να χάσει ποτέ την επαφή του μαζί μας.

Polish 20240109 183458454
Απο το Αρχείο του Θανάση Κάπππου

»Η μάνα του ήταν μια πραγματικά μοναδική προσωπικότητα. Το σπίτι τους στην Αγία Μονή ήταν το στέκι της ΕΠΟΝ στη διάρκεια της Κατοχής. Ο ίδιος ήταν πάντα μπολιασμένος με την αριστερή ιδεολογία και σκέψη. Γραμματέας των “Λαμπράκηδων” της γειτονιάς του, ήταν πάντα δίπλα μας. Φανταστείτε πως πηγαίναμε στη Θεσσαλονίκη, όπου τραγουδούσε, και μας έδινε όσα λεφτά είχε πάνω του. Σαράντα, πενήντα, εκατό χιλιάδες… Ποτέ δε μας χαλούσε χατίρι. Ήταν πολύ γενναιόδωρος και δοτικός. Μια φορά είχε έρθει εδώ (σ.σ.: Λάρισα) μαζί με τον Δημήτρη Μπάση, ο οποίος, χωρίς να μας ακούσει, μου εκμυστηρεύτηκε χαμηλόφωνα: “Δεν έχω συναντήσει ξανά τέτοιο άνθρωπο”.

»To 1965 ο Δημήτρης τραγουδάει σε μια συγκέντρωση παρέα με έναν φίλο του, τον Τσάκο, που του είχε κάνει πρόταση να κατέβει να τραγουδήσει στην Αθήνα και δε δέχτηκε, παρά τα παρακάλια του Μητροπάνου. Θυμάμαι, σε μια κηδεία ενός ξαδέλφου μου στα Τρίκαλα, βλέπω τον Τσάκο και μου λέει: “Εγώ δεν ήμουν σαν τον Δημήτρη που είχε προορισμένο δρόμο”. Η φωνή του ήταν δώρο της φύσης. Το στενό του περιβάλλον, λόγω φτώχειας, διώξεων και κυνηγητών, και φυσικά η Αγία Μονή, η «κόκκινη» γειτονιά των Τρικάλων, τον διαμόρφωσαν σε πολλά. Η περιοχή ανήκε σε ένα μοναστήρι που λέγονταν Δούσικο και ήταν τόπος ξεκούρασης και συνάντησης των καλόγερων όταν κατέβαιναν. Μια κατάσταση μπροστά ακριβώς από το σπίτι του Δημήτρη.

»Η φιλία και η σχέση μας είχε καθοριστεί περισσότερο από τις κοινές μας μάχες στο κίνημα και τη συμμετοχή μας στους “Λαμπράκηδες”, παρά από το ότι είχε την ίδια πορτάρα με τη θεία μου στην Αγία Μονή, όπου γνωριστήκαμε από μικροί. Ένα άλλο κομμάτι που ήταν λατρεία για τον Μήτσο ήταν το ποδόσφαιρο. Ήταν άρρωστος Ολυμπιακάκιας, ενώ έπαιζε και ποδόσφαιρο ερασιτεχνικά ως τερματοφύλακας, όπως όλα τα παιδιά της γειτονιάς.

»Απλός, λαϊκός άνθρωπος, είχε μπουχτίσει από την πολυτέλεια και τα δήθεν. Έρχεται μια φορά με τη σύζυγό του, όταν είχαμε φτιάξει το καινούργιο σπίτι, και μόλις κατεβαίνει φωνάζει δυνατά: «Aχ, βρε Βένια, αυτά είναι σπίτια, με καθαρό αέρα και στη φύση. Δώσαμε έναν τόνο λεφτά και δε βλέπουμε τίποτα. Εδώ ανοίγει η ψυχή σου με τη φύση».

ΑΠΑΓΟΡΕΎΕΤΑΙ Η ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ 

Σχετικά Άρθρα

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να σας προσφέρει μία καλύτερη εμπειρία.