Τη μάνα μου να θυμάστε!-Γράφει η Ευτυχία Καρύδη Φαράκου

540182342 1159170119573963 3437207965751002778 n
Facebook
Twitter
LinkedIn
Τη μάνα μου να θυμάστε!
Farakou 2Γράφει η Ευτυχία Καρύδη Φαράκου
Τον υπέβαλλαν στα 12 μαρτύρια. Λιθοβολισμό,ραβδισμό με μαστίγιο, ραβδισμό με σιδερένιους λοστούς. Ύστερα τον έκαψαν με αναμμένες λαμπάδες, τον καταπλάκωσαν με μια μεγάλη πέτρα και άφησαν ελεύθερα άγρια ζώα να τον κατασπαράξουν.
Η παράδοση μαρτυράει πως τελευταία παράκληση του ήταν,”Αν ποτέ με καταλάβατε, τη μάνα μου να θυμόσαστε και να “σγχωρνάτε”. Λένε πως η μάνα του ήταν φοβερά τσιγκούνα. Γι αυτό,και στη θύμησή του, οι νοικοκυρές, αφού σταυρώνουν τις πίτες του, όπου βάζουν το λιγότερο επτά μυρουδικά.Μαχλέπι, κανέλα, γαρίφαλο, μαστίχα, μοσχοκάρυδο, ανθόνερο,γλυκάνισο.Τις μοιράζουν μουρμουρίζοντας,”Θεός σχωρέστη τη μάνα του Άη Φανούρη”
Κυψέλη η μάνα μας, έφτιαχνε κι Εκείνη με τα κάτασπρα ζουμπουρλούδικα χέρια της Φανούρη. Και κάθε, μα κάθε φορά, μονολογούσε:”Εύφρανον εν χαρά … Δεν ψάχνουμε τίποτα. ‘Ολα τα έχουμε. Ειρήνη. Τα κορίτσια μια χαρά. Είμαστε ερωτευμένοι”. Ανάλογα με τους καιρούς, συμπλήρωνε.”Δεν είμαστε αδιάφοροι για ό,τι συμβαίνει. Προχθές, χωρίς να μάς πάρει κανείς είδηση, παραδώσαμε και σημείωμα της οργάνωσης”. Οπωσδήποτε, δεν παρέλειπε:”Δε θέμε να φανερώσεις γαμπρό”.
Τί φανουρόπιτες είχαν γευτεί τα αδέλφια – οι φίλοι μας οι Μίμηδες, ο Ρέλης κι ο Μητράκος. Κι αν τύχαινε να έχει ματς, ανήμερα στη γιορτή του, στην Λεωφόρο. Όλο το πέταλο μπουκωμένο φώναζε, γ κ ο ο ο ο λ!
Μοσχοβολούσε η γειτονιά από τον “Φανούρη” της. Σε κανέναν δεν αρκούσε το ευλογημένο κομμάτι στην εκκλησία του Αγίου Παντελεήμονα, προστάτη της Πλατείας Βικτωρίας,της Φερών, της “Αριστοτέλους που γερνάς”.Της Χέυδεν του θρυλικού Β΄Αρρένων Αθηνών. Της Χέυδεν της Ελένης Χαλκούση,που ο Νίκος Καββαδίας,στο “Πούσι”, πλέκει σαλαμάνδρα τα μαλλιά της. Ως και ο Πάτρας,ο περιβόητος Γυμνασιάρχης του Β΄Αρρένων, ο οποίος ποτέ δεν εγκατέλειπε το Σχολείο του ,ούτε στις διακοπές,περίμενε το κομμάτι του.
Σε ένα υπόγειο μαγαζάκι της Βαλαωρίτου,πάει κι αυτό,μαζί με τ΄άλλα τα σβηστά… έφτιαχναν χάρτινα, αντιγραφή των κεντητών κολαριστών sous plats,με στάμπα το μονόγραμμα που καθεμιά πελάτισσα επιθυμούσε.Παράγγελνε κι η μάνα μας έγκαιρα για την περίσταση λευκά ή εκρού χαρτοπετσετάκια,και σ΄αυτά μοίραζε τα κομμάτια. Έκανε τον σταυρό του ο Πάτρας. Έτρωγε και έλεγε:”Ως εμεγαλύνθη τα έργα σου!”, παραλείποντας το Κύριε…
Όλοι θέλανε να ευφρανθούν από τα χέρια της. Εκείνη φούρνιζε και ξεφούρνιζε για να μοιράσει. Τί ηλεκτρική κουζίνα κι αυτή!Ολόλευκη, τέσσερα πόδια στραβά, πάσχοντα λες από ραιβοποδία, μάτια μαντέμι, πόρτα που προεξέχει. Ποια τύφλωση μάς έσπρωξε και την πετάξαμε κι αυτή; Γιατί την πετάξαμε;
Μετά από χρόνια, την ξανάδα στον Άνω Βόλο, στο πατρικό αρχοντόσπιτο της Δώρας Σαρρή και γέμισαν όλες μου οι αισθήσεις.Η όσφρηση πρώτη να σέρνει το χορό.
Τώρα,λέει, παραγγέλνουν στο φούρνο,όποιον έχει απομείνει.Αγοράζουν από τα ζαχαροπλαστεία με ζύμη κινέζικη….. φανουρόπιτες. Τις πάνε στην εκκλησία. Γιατί πού ξέρεις; Μπορεί και να υπάρχει, και να βλέπει…..! Τρέχοντας επιστρέφουν στο σπίτι και τρώνε την φανουρόπιτα μεταξύ τους, μόνοι τους.Ολομόναχοι.
Δεν το θέλω, μα τα μάτια μου τρέχουν. Από τα”Εσπέρια” του παράμερου ψυχικού χώρου, του αλησμόνητου Αλέξανδρου Μπάρα, στα χείλη ανεβαίνουν οι στίχοι:
“Στα ελαιώδη νερά του προλιμένος
μετακινείται κύκνεια
ένα μεγάλο πλοίο,
μετακινείται παίρνοντας
κατεύθυνση προς τ΄ανοιχτά,
μ΄εκείνο το περιφρονητικό του μεγαλείο
των μακρινών αποχωρήσεων.
Κι ίσως δεν είναι πλοίο
που φεύγει,
ίσως είναι το παν που φεύγει
όλα που φεύγουν- Όλα”.
Ό λ α!

Σχετικά Άρθρα