Φαριάντ Φερεϊντούν
Πατρίδα μου είναι
ένας ουρανός χωρίς διαβατήριο,
χωρίς πύλη.
Μπαίνω απ’ τον αέρα.
Της Δέσποινας Μακρινού
Τα Πέτρινα χρόνια του Πέρση ποιητή άρχισαν απο τη γέννηση του στο Χοραμσάρ της Περσίας, στις 6 Δεκεμβρίου του 1949.
Η γενέτειρα του πόλις το Χοραμσάρ, καταστράφηκε απο τον στρατό του Σαντάμ Χουσείν το 1986 και ο Φαριάντ αναγκάστηκε να αναζητήσει αλλού άσυλο.
Επέλεξε να έλθει στην χώρα μας , την οποία έιχε επισκεφθεί έξι χρόνια νωρίτερα το 1980. “Δυστυχώς η Ελλάδα και η Περσία για μένα είναι δύο αδιέξοδα” .
Σπούδασε Νεοελληνική φιλολογία και αρχαία ελληνικά στο ελληνικό πανεπιστήμιο και εργάστηκε ως συγγραφέας παιδικών βιβλίων, αλλά και ως μεταφραστής κειμένων (γνώριζε πολύ καλά περσικά, αγγλικά, γαλλικά και λίγα αραβικά).
Συναντήθηκε με τον δικό μας Γιάννη Ρίτσο και αναπτύχθηκε μεταξύ τους μιά πολύμορφη συνεργασία τόσο συγγραφική όσο και φιλική. Αποτέλεσμα της συνεργασίας τους υπήρξε ένα ογκώδες έργο 1100 σελίδων, το μεγαλύτερο δίγλωσο έργο που έχει εκδοθεί διεθνώς στα ελληνικά και στα περσικά.
Ο “Πέτρινος Χρόνος” περιλαμβάνει :
– ολόκληρη την ομότιτλη συλλογή του Ρίτσου
- ολόκληρες τις τρεις συλλογές ποιημάτων Ημερολόγια Εξορίας
- τα ποιήματα Ακροβολισμός, Γράμμα στον Ζολιό Κιουρί, Το ποτάμι κι εμείς, Τα τρία Χωρικά, Ο γιος μου το φεγγάρι μου, Η Ανυπότακτη Πολιτεία, Ημερολόγιο και Επιστολές ενός Φαντάρου (αποσπάσματα από ένα χαμένο έργο του Γιάννη Ρίτσου), Το Χρέος των Ποιητών, Ο Ηρακλής κι εμείς.
– πολλές φωτογραφίες του Ρίτσου,
– επιστολές του από την εξορία προς την αδελφή του, και μια τελευταία συνέντευξη που έδωσε στον ίδιο
Η σχέση των δύο ποιητών, ανακάλυψε τις βαθειές συγγένειες των δύο πολιτισμών ξεπερνώντας φαινομενικά ανυπέρβλητες δυσκολίες λόγω γλώσσας.
Ο Φερειντούν ήταν ο ίδιος ένας βραβευμένος ποιητής με ευρωπαικές διακρίσεις και αναγνωρίσεις.
Υπηρέτησε την ποίηση υποστηρίζοντας ότι αυτή “ πηγάζει απο την πληγή σαν κόκκινο τριαντάφυλλο απο το στήθος. Η ουσία της είναι απο τον πόνο, απο την πληγή απο το αίμα”.
Ο Φερειντούν δεν μπόρεσε να νοιώσει την θαλπωρή της πατρίδας Ελλάδας. Ένοιωθε ξένος στην Ελλάδα, ανεπιθύμητος στην Περσία “ πηγαίνω στην Περσία, συναντώ ένα μεγάλο τείχος, γυρνώ στη δεύτερη πατρίδα μου την Ελλάδα, το ίδιο, χτυπάει το μούτρο μου σε αυτό το τείχος. Εμπρός γκρεμός και πίσω ρέμα… αδιέξοδο!”
Τα Πέτρινα χρόνια του ποιητή ωστοσο, φαίνεται ότι δεν τελείωσαν με τον θάνατό του το Φεβρουάριο του 2012.
Ζήτησε να ταφεί στην Ελλάδα γιατί εδώ ένοιωθε πιο ολοκληρωμένο το ταξίδι του στη ζωή.
Δεν ήταν ευπορός και υπήρξε σοβαρό πρόβλημα διάθεσης χρημάτων για την κηδεία. Η Εταιρεία Ελλήνων Συγγραφέων, της οποίας υπήρξε μέλος, ζήτησε απο το Υπουργείο Πολιτισμού μιά μικρή συνδρομή για να τελεστεί με αξιοπρέπεια η κηδεία.
“Ακολούθησαν για μερικές ώρες οι συνήθεις παρελκυστικές διαδικασίες, οπότε και ακούστηκε το γνωστό επιχείρημα ότι αυτές οι υποθέσεις «παίρνουν μέρες» !! και έπειτα μια παρατεταμένη σιωπή. Μάλλον ανάλογη με την επικείμενη «άκρα του τάφου»!
Έτσι λόγω της χρονικής πίεσης αναγκαστήκαμε να χτυπήσουμε άλλες, πιο πρόθυμες πόρτες, και εντέλει είχαμε μεγαλύτερη ανταπόκριση στο αίτημά μας από το Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών “ απόσπασμα απο την ανακοίνωση της Εταιρείας στις 6 Φεβρουαρίου 2012”.
Η σορός του ποιητή μεταφέρθηκε την επόμενη μέρα στην Καισαριανή και παρέμεινε στο προαύλιο του νεκροταφείου (ήταν Ζωροάστρης) με συνθήκες θερμοκρασίς γυρω στο μηδέν. Στην λιτή και άκρως ταπεινωτική αυτή τελευταία πράξη για τον ποιητή, παρέστησαν ελάχιστοι, μεταξύ των οποίων ο Τίτος Πατρίκιος, ο Γ. Δάλλας, ο Λάκης Παπαστάθης.
“Είναι κάπως κωμικό, μα αν κάποιος ανίδεος επισκέπτης του διαδικτύου έβλεπε την ανακοίνωση που βγήκε την επομένη του θανάτου του Φαριάντ, στις 6/2/12, από τον Υπ. Πολιτισμού κ. Π.Γερουλάνο (ή κάποιον εντεταλμένο του), όπου εξέφραζε τη θλίψη του για το θάνατο του Πέρση ποιητή, απευθύνοντας «θερμά συλλυπητήρια στην οικογένεια και τους οικείους του», θα θαύμαζε την ευαισθησία της πολιτικής αρχής. Μη γνωρίζοντας βέβαια ότι οι ελεγειακοί τόνοι της ανακοίνωσης ηχούν μάλλον υποκριτικά, αν σκεφθούμε ότι λίγο πριν είχε εκδηλωθεί η πλήρης αδιαφορία και απαξίωση των αρμοδίων, για τον θανόντα και το έργο του» ανέφερε η ανακοίνωση της Εταιρείας Ελλήνων Συγγραφέων.
Αυτό ήταν το τέλος του Πέρση ποιητή που αγάπησε μιά “λάθος” χώρα. Το ήξερε και σε κάθε ευκαιρία υποστήριζε για τον ρόλο του : «Ο ποιητής αυτοθυσιάζεται για να φτάσει σε ένα ιδανικό και να δώσει αυτό το ιδανικό στον συνάνθρωπο και τον κόσμο. Όσο και αν φαίνεται ιδεαλιστικό, έτσι ειναι. Ο ποιητής, παρότι ξέρει ότι όσο και να προσπαθεί, θα αποτύχει, ακολουθεί τα όνειρά του. Τα όνειρά του είναι σύννεφα και τα σύννεφα δεν πιάνονται”.