Δημοσιεύτηκε την Τρίτη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ Β’ 2376/2.8.2016) η απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος (ΕΠΑΘ 195/1/29.7.2016), με την οποία τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε ο Κώδικας Δεοντολογίας για τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων ιδιωτικών οφειλών που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του Ν.4224/2013 (ΦΕΚ Α’ 288/31.12.2013).
Ο Κώδικας Δεοντολογίας καθιερώνει γενικές αρχές συμπεριφοράς και υιοθετεί βέλτιστες πρακτικές τόσο για τις δανείστριες τράπεζες όσο και για τους δανειολήπτες, με στόχο την εξεύρεση λύσεων ρύθμισης ή οριστικού διακανονισμού οφειλών σε καθυστέρηση, λαμβάνοντας υπόψη τις δυνατότητες και ιδιαιτερότητες κάθε δανειολήπτη.
Στον αναθεωρημένο Κώδικα Δεοντολογίας, μεταξύ άλλων, εξειδικεύεται περαιτέρω το πεδίο εφαρμογής του, αποσαφηνίζεται σειρά διαδικασιών επικοινωνίας με τους δανειολήπτες και λαμβάνεται ειδική μέριμνα για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις, για κοινωνικά ευπαθείς ομάδες και για περιπτώσεις δανείων με πολλαπλούς πιστωτές.
Στον αναθεωρημένο Κώδικα Δεοντολογίας, μεταξύ άλλων, εξειδικεύεται περαιτέρω το πεδίο εφαρμογής του, αποσαφηνίζεται σειρά διαδικασιών επικοινωνίας με τους δανειολήπτες και λαμβάνεται ειδική μέριμνα για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις, για κοινωνικά ευπαθείς ομάδες και για περιπτώσεις δανείων με πολλαπλούς πιστωτές.
Σύμφωνα με το νέο κώδικα, κάθε ίδρυμα εφαρμόζει τα ακόλουθα στάδια κατά το χειρισμό των δανειοληπτών με οφειλές που παρουσιά-ζουν καθυστερήσεις, καθώς και σε περιπτώσεις με ενδείξεις πιθανής καθυστέρησης:
Στάδιο 1: Επικοινωνία με τον δανειολήπτη.
Στάδιο 2: Συγκέντρωση οικονομικών και άλλων πληροφοριών.
Στάδιο 3: Αξιολόγηση των οικονομικών στοιχείων.
Στάδιο 4: Πρόταση των κατάλληλων λύσεων στον δανειολήπτη.
Στάδιο 5: Διαδικασία εξέτασης ενστάσεων.
Επικοινωνία με τον δανειολήπτη
Επικοινωνία που αφορά δάνειο σε αρχική καθυστέρηση
Προαιρετική επικοινωνία
Σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης καταβολής δόσης, εν όλω ή εν μέρει, σύμφωνα με το προσυμφωνημένο χρονοδιάγραμμα αποπληρωμής, το ίδρυμα δύναται να προβεί στις πιο κάτω ενέργειες:
Επιχειρεί επικοινωνία με τον δανειολήπτη συμβουλευτικού χαρακτήρα με επίκεντρο τη διερεύνηση των αιτιών που ανέκυψαν και μπορεί να οδηγήσουν σε καθυστερήσεις, ώστε να του δοθεί η δυνατότητα να εξετάσει έγκαιρα την ένταξη του στη ΔΕΚ για διερεύνηση τυχόν εναλλακτικών λύσεων. Συνέχιση της επικοινωνίας στα επόμενα Στάδιατης ΔΕΚ, γίνεται εφόσον συναινέσει ο δανειολήπτης. Μη ανταπόκριση σε αυτό το Στάδιο, δεν συνεπάγεται την απώλεια του χαρακτηρισμού του ως «συνεργάσιμου».
Η επικοινωνία σε αυτό το Στάδιο είναι σκόπιμο να συνοδεύεται με αποστολή του «Ενημερωτικού Φυλλαδίου» της ενότητας Ε.2 του Πρώτου Κεφαλαίου και καθορισμό του «Ειδικού Σημείου Επικοινωνίας» για τις περαιτέρω επαφές.
Υποχρεωτική ειδοποίηση
Αν η καθυστέρηση υπερβεί τις εξήντα (60) ημερολογιακές ημέρες το ίδρυμα οφείλει να αποστείλει γραπτή ειδοποίηση στον δανειολήπτη εντός των επόμενων τριάντα (30) ημερολογιακών ημερών, εκτός αν εν τω μεταξύ καταβληθεί ολοσχερώς η οφειλόμενη δόση.
Σε περίπτωση νέας καθυστέρησης για το ίδιο δάνειο δεν είναι υποχρεωτική η επανάληψη της αποστολής της 1ης γραπτής ειδοποίησης σε έγχαρτη μορφή, εκτός αν έχει παρέλθει έτος από την τελευταία αποστολή της.
Πρόταση κατάλληλης λύσης
Κάθε ίδρυμα παρέχει, χωρίς αυτό να θεωρείται νέα υπηρεσία προς τον δανειολήπτη (άρθρο 12 του Νόμου 4281/2014) που θεωρείται συνεργάσιμος, πρόταση μιας ή περισσότερων εναλλακτικών λύσεων ρύθμισης και αν καμία εξ αυτών δεν συμφωνηθεί, λύση/-εις οριστικής διευθέτησης.
Η εκπλήρωση της παρούσας υποχρέωσης του ιδρύματος δεν μπορεί να συναρτάται από απαίτηση προηγούμενης εξόφλησης τυχόν οφειλών του δανειολήπτη προς λοιπούς πιστωτές. (β) Για την αξιολόγηση της καταλληλότητας κάθε λύ σης, λαμβάνονται υπόψη, σε κάθε περίπτωση, η ανά- γκη συμμόρφωσης του ιδρύματος προς τις ισχύουσες εποπτικές απαιτήσεις, καθώς και οι ειδικότερες για τη διαχείριση των καθυστερήσεων διατάξεις προληπτικής εποπτείας που έχει θεσπίσει η Τράπεζα της Ελλάδος για τη διαχείριση των απαιτήσεων σε καθυστέρηση (ΠΕΕ 42/2014, όπως ισχύει) ή άλλη αρμόδια, κατά περίπτωση αρχή για την προληπτική εποπτεία του ιδρύματος.
Η αξιολόγηση βασίζεται επίσης σε καθορισμένα και δια- φανή κριτήρια και διαδικασίες που το ίδρυμα διαθέτει με βάση τις εν λόγω διατάξεις προληπτικής εποπτείας, λαμβάνοντας υπόψη το ελάχιστο επίπεδο των «ευλόγων δαπανών» διαβίωσης που προσήκει στην περίπτωση του δανειολήπτη.
Αξιολόγηση οικονομικών στοιχείων
Κάθε ίδρυμα αξιοποιεί την πληροφόρηση που παρέχεται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα ώστε να εκτιμώνται, κατά το δυνατόν, κατ’ ελάχιστον, τα εξής:
(αα) η περιουσιακή κατάσταση του δανειολήπτη,
(ββ) η τρέχουσα ικανότητα αποπληρωμής του δανειολήπτη, λαμβάνοντας υπόψη σε κάθε περίπτωση το συνολικό ύψος και τη φύση των χρεών του δανειολήπτη περιλαμβανομένων τυχόν οφειλών του έναντι άλλων ιδρυμάτων ή φορολογικών ή άλλων δημοσίων αρχών ή ασφαλιστικών φορέων,
(γγ) το ιστορικό οικονομικής συμπεριφοράς του δανειολήπτη και
(δδ) η μελλοντική ικανότητα αποπληρωμής των οφειλών εκ μέρους του δανειολήπτη μέχρι τη λήξη της περιόδου ρύθμισης.
(β) Η εκτίμηση υπό στοιχείο (δδ) πραγματοποιείται λαμβάνοντας υποχρεωτικώς υπόψη:
i) το ελάχιστο επίπεδο των «εύλογων δαπανών διαβίωσης» και
ii) τις παραμέτρους που περιγράφονται στο Κεφάλαιο Α.2 της ΠΕΕ/ΤΕ 54/2015 (ηλικία, επάγγελμα, οικογενει- ακή κατάσταση, υγεία κ.λπ.) ώστε κατά την εκτίμηση της ικανότητας αποπληρωμής να λαμβάνονται υπόψη παράγοντες υγείας, κοινωνικοί κ.λπ., που θα μπορούσαν να επηρεάσουν ουσιωδώς την ικανότητα αποπληρωμής του δανειολήπτη.