Η Κωνσταντίνα Μιχαήλ υποδύεται τη Σεβάς Χανούμ και διηγείται την ασυνήθιστη πορεία της στο ελληνικό τραγούδι της δεκαετίας του ’50.
Μια ποιητική αναδρομή στον βίο και στην ασυνήθιστη πορεία της Σεβάς Χανούμ στο ελληνικό τραγούδι της δεκαετίας του 1950, έτσι όπως την κατέγραψε ο ποιητής Γιώργος Χρονάς και τη σκηνοθέτησε ο Κωνσταντίνος Ρήγος, παρουσιάζεται στη σκηνή του «Αγγέλων Βήμα», στην παράσταση «Σεβάς Χανούμ, η ιστορία μιας τραγουδίστριας του ’50».
Υπό μορφήν εξομολόγησης της λαϊκής τραγουδίστριας, που υποδύεται η Κωνσταντίνα Μιχαήλ, σε έναν δημοσιογράφο (Γιάννης Τσεμπερλίδης), ο θεατής ζει στιγμές της ζωής της, από τη Δράμα όπου γεννήθηκε έως το τέλος της, στη Νεάπολη Θεσσαλονίκης.
«Δυνατή και μόνη. Κρατώντας από τη Σαμψούντα του Πόντου, γεννημένη στα Kοκκινόγεια της Δράμας. Κι από κει στη Θεσσαλονίκη κι από κει στην Αθήνα. Μικρό κορίτσι. Απένταρη, με μόνο κεφάλαιο την ιερή μανία του ρεμπέτικου. Στο πάλκο όπως και στη ζωή» σημειώνει ο σκηνοθέτης της παράστασης. «Ο άγονος έρωτας με τον Καζαντζίδη. Η τρελή περιπέτεια με ένα διάσημο τραγούδι χωρίς τέλος.
Η Βάθη, η Ομόνοια, ο Τζίμης ο Χοντρός, η Τριάνα του Χειλά. Τα άνθη του κακού. Οι απαγορευμένες ουσίες. Τα τραγούδια που δεν είπε. Τα συμβόλαια που δεν υπέγραψε. Η αγία Αμαζόνα, η Σεβάς Χανούμ, λέει όλη τη ζωή της απόψε στον νέο δημοσιογράφο που ήρθε να τη γνωρίσει, αλλά παραδίνεται άοπλος στην τρικυμία του μυαλού της».
«Μια νύχτα την άκουσα να μου μιλάει» αφηγείται ο Γ. Χρονάς, «από το δωμάτιο ενός ξενοδοχείου στον Πειραιά, όπου είχε έρθει από τη Θεσσαλονίκη, για τα γυρίσματα ενός ντοκιμαντέρ για το ρεμπέτικο. Η φωνή της γλυκιά, χαμένη μέσα σε μια παραζάλη, με το τηλέφωνο στο χέρι, με πήγε ένα ταξίδι αργά τη νύχτα».
Ποια ήταν όμως η Σεβάς Χανούμ; Ηταν μια «αγία Αμαζόνα», όπως τη χαρακτηρίζει ο Χρονάς, που γεννήθηκε το 1931 στο χωριό Κοκκινόγεια, λίγο έξω από τη Δράμα, με το όνομα Σεβαστή Παπαδοπούλου.
Πρόσφυγες
Οι γονείς πρόσφυγες, εύποροι, κρατούσαν από τη Σαμψούντα του Πόντου. Στην Κατοχή η οικογένεια μετακινείται στη Θεσσαλονίκη, όπου, σε ηλικία 13-14 ετών, η μικρή Σεβαστή τραγουδούσε σε διάφορα κέντρα της πόλης, παρά τις αντιρρήσεις των γονιών της. Το 1949 φεύγει στην Αθήνα, όπου ηχογραφεί το πρώτο της τραγούδι, την «Ομορφη Πειραιώτισσα» του Κ. Καπλάνη, μαζί με τον Τάκη Μπίνη. Δύο χρόνια αργότερα, στου «Τζίμη του Χοντρού», θα μεταμορφωθεί σε «Σεβάς Χανούμ, ωραία του Πέραν». Τη βαφτίζει έτσι μάλιστα ο ίδιος ο Τζίμης -για να ταιριάζει με τα ανατολίτικα τραγούδια που τραγουδούσε- ο οποίος διαφημίζει στις εφημερίδες της εποχής «τη Νέα ανακάλυψη Σεβάς Χανούμ, την ωραία του Πέραν».
Στη συνέχεια, στη δεκαετία του 1950, θα τραγουδήσει μαζί με τον Μπιθικώτση, την Μπέλλου, τον Παπαϊωάννου, τον Χιώτη, τον Τσιτσάνη, τον Καζαντζίδη και πολλούς άλλους.
Κέντρα διασκεδάσεως διάσημα, σαν την «Τριάνα» του Χειλά, τη «Λουζιτάνια», την «Παλιά Αθήνα» του Μοστρού, αλλά και περιοδείες στην Αμερική και αλλού.
Κι όμως, σε όλη αυτήν τη διαδρομή, που κράτησε μέχρι το 1973 (το 1986, το υπουργείο Πολιτισμού και η Ενωση Τραγουδιστών Ελλάδας διοργάνωσαν συναυλία προς τιμήν της στο Παλέ Ντε Σπορ της Θεσσαλονίκης, ενώ τον Απρίλιο του ’87 τραγούδησε για τελευταία φορά μπροστά στο κοινό, ντυμένη με ποντιακή φορεσιά, σε τιμητική συναυλία του Ομίλου Ποντίων και της Ευξείνου Λέσχης Θεσσαλονίκης) και παρότι πρόκειται για μία από τις ωραιότερες φωνές του λαϊκού τραγουδιού στη «χρυσή» του περίοδο, της δεκαετίας του ’50,οι δίσκοι που αποτύπωσαν το μέταλλο της φωνής της ήταν ελάχιστοι.
Η δισκογραφία της Σεβάς Χανούμ δεν είναι εκτεταμένη. Η Σεβαστή έφυγε από τη ζωή πάμφτωχη, στις 18 Μάιου του 1990, ύστερα από πτώση της στην άσφαλτο. Τα τελευταία χρόνια της ζωής της, η υγεία της είχε εξασθενίσει και η ίδια ζούσε απομονωμένη στη Νεάπολη Θεσσαλονίκης. Λίγο πριν πεθάνει, σχεδίαζε την επάνοδό της στο τραγούδι. Δεν πρόλαβε όμως…
Σκηνικά
Τα σκηνικά της παράστασης «Σεβάς Χανούμ, η ιστορία μιας τραγουδίστριας του ΄50» επιμελήθηκε, μαζί με τον σκηνοθέτη, η Μαίρη Τσαγκάρη και τα κοστούμια η Ελενα Παπανικολάου.
Αντιγόνη Καράλη
akarali@pegasus.gr
Πηγή: Έθνος