του Διονύση Μεσσάρη
Η βόμβα έσκασε εντελώς ξαφνικά μέσα στην παρέα μας που ομολογουμένως είχε αρχίσει να ψιλοβαριέται. Δεν προλάβαμε να κάνουμε κιχ που λένε. Προερχόταν από τον Τάκη, το ψηλό ροδαλό μας φίλο. «Να πω ένα ανέκδοτο»;
Μου ήρθε να φωνάξω «φυσικά και όχι» αλλά κάπως είδα την γιαγιά μου να με κοιτά με το αυστηρό της μάτι και να κουνά το δάκτυλο της αρνητικά και απειλητικά. Σούφρωσα τα χείλη, έσμιξα τα φρύδια, έσκυψα το κεφάλι και τσαντισμένος κοίταξα τους άλλους φίλους για βοήθεια. Κάτι ανάλογο συνέβαινε και σε αυτούς, το έβλεπα στα πρόσωπα τους. Μου ήρθε να καγχάσω δυνατά αλλά δεν θα ήταν κόσμιο. Ο Πύρος σκεφτόταν να πει ότι έφευγε γιατί θα γεννούσε η γυναίκα του, αν και ένα μήνα νυμφευμένος. Ο Σούλης σιχαίνεται τα ανέκδοτα, ειδικά για δικηγόρους και ειδικά όταν τα λέω εγώ. Η χαριστική βολή ήρθε από τον Ρίγο, τον σπαστικό της παρέας που με ένα άδειο βλέμμα μας άδειασε «και δεν λες, μόνο ένα όμως». Πλάκα είχε πως μερικοί από τις άλλες, τις διπλανές παρέες, έστησαν αυτί επίσης. Κανονικά η λαθρακουστία πρέπει να τιμωρείται, όπως κάποτε η λαθρανάγνωση. Μην κοιτάτε που σήμερα σε παρακαλάνε να διαβάσεις. Η αντίθεση σε αυτή την μορφή της φθηνής και άδολης, τις περισσότερες φορές, διασκέδασης έγκειτο στο ότι τα ανέκδοτα του Τάκη ήταν ιδιαίτερα άνευρα, χρονικά εκτεταμένα και το γελαστικό αποτέλεσμα αρκετά φτωχό. Αυτή η στάση μου έμελε να αλλάξει και ιδού ο λόγος:
«Ένας τουρίστας επισκέπτεται με μία άγονη γραμμή ένα μικρό νησάκι και μπαίνει για κατάλυση στο μοναδικό ξενοδοχείο. Ο ξενοδόχος που ήταν και σερίφης, και παπάς και νεκροθάφτης, για να θυμηθούμε και τον φίλο μας τον Goscinny του ζητά 20 € για προκαταβολή. Ο τουρίστας αφήνει πάνω στον πάγκο το χαρτονόμισμα και φεύγει για να δει τις ομορφιές του νησιού (τρομάρα του). Ο ξενοδόχος ευτυχισμένος αρχίζει να συντάσσει το δελτίο όταν μπαίνει με άγριες διαθέσεις ο μοναδικός χασάπης του νησιού στον οποίο ο ξενοδόχος χρώσταγε 20 € από κρέατα που είχε πάρει και δεν είχε πληρώσει. Βλέπει το χαρτονόμισμα το αρπάζει και ευτυχισμένος παίρνει τους δρόμους ανεμίζοντας το. Μέγα λάθος, γιατί τον βλέπει ο μανάβης στον οποίο ο χασάπης χρώσταγε και του το παίρνει. Για να μην τα πολυλογώ αυτή η διαδικασία απλωνόταν σαν κύμα στο μικρό νησάκι όπου το εικοσάρικο γύρναγε απελευθερώνοντας εντάσεις και φέρνοντας το φως το αληθινόν και την αρμονία στις ψυχές. Τελικά ο ημιονηγός του νησιού μπαίνει στο ξενοδοχείο και παραδίδει με υπηρηφάνεια το εικοσάρικο ως παλιά οφειλή από την φιλοξενία της πεθεράς του, αν και δεν είχε μείνει ευχαριστημένος από το service δεδομένου ότι την επόμενη μέρα η πεθερά του ζούσε ακόμη. Έτσι το εικοσάρικο έμεινε να αναπαύεται στον πάγκο πάλι στην παλιά θέση. Ξαφνικά ο τουρίστας μπαίνει έξαλλος στο ξενοδοχείο. Δεν βρήκε αρκετή ξεραΐλα στο νησί, ούτε γκέιδες, ούτε γαϊδουράκια, μόνο ημίονους (κοινώς μουλάρια). Επομένως δεν ήταν ο τόπος της απολύτου αρεσκείας του. Βουτάει το εικοσάρικο και φεύγει.»
Συγγνώμη αλλά εδώ γελάτε. Λυπάμαι αλλά σας τα έλεγα εγώ. Οι λαθρακουστές επιστρέψανε στις θορυβώδεις παρέες τους με ένα ανθυπομειδίαμα. Καλά να πάθετε. Ένα μηχανικό γελάκι ακούστηκε από την δική μας παρέα σαν το αρκουδάκι τυμπανιστής που μένει από μπαταρία και το διαλύσαμε ησύχως. Έμεινα μόνος να κάνω σκέψεις θηλυκού γένους. Ένας τρόπος μόνο υπήρχε για να ξεφύγω, να κάνω παιχνίδια σκέψης. Άρχισα να σκέφτομαι το νησί του Τάκη. Τι είχε συμβεί; Υπήρχε μία κατάσταση προ και μία μετά. Παρόλο που είναι απίθανη η ιστορία, σε επίπεδο μακροκλίμακας θα μπορούσε να ήταν αληθινή. Προσέξτε! Όλοι στο νησί ήταν σε διαταραγμένες μεταξύ των σχέσεις. Η αιτία προφανής. Χρώσταγε ο ένας στον άλλο. Ο τουρίστας εισήγαγε ξένο χρήμα στο νησί, κίνησε τα νήματα, αποκατέστησε εμπιστοσύνη στην τοπική αγορά, και παρόλο που το χρήμα βγήκε πάλι έξω, η κατάσταση εμφανίζεται σαφώς καλύτερη μετά. Δεν έχει σημασία που είναι απίθανο να χρωστάνε όλοι το ίδιο ποσό, έτσι και αλλιώς ένα μέρος της καλής πράξης θα επιτελείτο. Το νησάκι θα μπορούσε να ήταν η Ελλάδα. Το εικοσάρικο θα μπορούσε να ήταν οι πάσης φύσεως οικονομικές εισροές προς την χώρα μας που πήγαν σε λάθος μέρος γιατί ο μανάβης και ο μπακάλης κοιμόντουσαν αντί να είναι τρόπον τινά στους «δρόμους».
Βέβαια όπως συνέβαινε και με τα πειράματα σκέψης του Einstein οι καταστάσεις είναι υπερβολικά ιδανικές για να είναι ασφαλές το συμπέρασμα. Κάποιοι κρίκοι από την αλυσίδα δοσοληψιών θα μπορούσαν να προβάλουν αντίσταση στην αέναη αναμεταξύ μας χρηματορροή με κάποια προσχήματα δίκαια ή μη. Πχ (όχι προ Χριστού) οι μισθοί των μονίμων δημοσίων υπαλλήλων πρέπει να πληρωθούν οπωσδήποτε γιατί οι κακομοίρηδες δεν έχουν άλλη πηγή εσόδων και αυτό είναι κανόνας. Αυτό σημαίνει ότι θα πληρώνουμε τις ημερομίσθιες καθαρίστριες κάθε 2 μήνες για να τηρηθεί ο κανόνας, τους συμβασιούχους δε ξέρω κάθε πόσο, τους εργολάβους κάθε 3 μήνες, τους ωρομίσθιους 3 φορές το χρόνο, τους προμηθευτές δημοσίου κάθε 2 χρόνια κοκ και το κυριότερο θα μπαίνουμε παράλληλα και συνέχεια και πιο μέσα με τα τσαρούχια στο χρέος. Όμως πρέπει και αυτοί να πληρώνονται τακτικά, επειδή είναι φυσικά πρόσωπα ή/και έχουν εργαζόμενους που έχουν την κακή συνήθεια να θέλουν να ζήσουν και αυτοί και τα παιδιά τους και οι πεθερές τους. Αυτοί με την σειρά τους πρέπει να πληρώσουν φροντιστήρια, καθαριστήρια, κοιμητήρια, γυμναστήρια και όλες τις καταλήξεις της Ελληνικής γλώσσας με τους περίπου ενάμιση εκατομμύριο λεκτικούς τύπους. Οι δυστυχείς τελευταίοι της αλυσίδας, δηλαδή όλοι μας, πρέπει να κλείσουμε την πόρτα. Συγγνώμη όλο λάθη κάνω σήμερα. Διορθώνω πρέπει να πληρώσουμε την εφορία, το κράτος δηλαδή, για να γυρίσει ο τροχός πάλι από την αρχή. Δημόσιοι υπάλληλοι, λακκούβες στους δρόμους, κράτος πρόνοιας, χαρτιά φορολογικών δηλώσεων, ραβασάκια της ΔΕΗ κοκ.
Τώρα θέλω να προσέξουμε ιδιαίτερα και να ξυπνήσουν όσες ήδη άρχισαν να γλαρώνουν. Εδώ αρχίζουν οι κουτοπονηριές και οι αλληλομπηχτές και η κατάλυση πάσης μορφής κοινωνικής αλληλεγγύης. Ο Θύμιος (πχ), ο υπουργός, που πέρασε νύχτα τα οικονομικά μαθήματα στο Πανεπιστήμιο καθότι επεδίδετο στο άθλημα της αφισοκόλλησης, ευρισκόμενος εις απορίαν περί του τι πρέπει να κάνει, καλεί ως σύμβουλο το γαμπρό του, άριστο φοιτητή, ο οποίος μετατρέπεται σε ένα είδος λακέ. Για όσους δεν γνωρίζουν ο λακές είναι το Νο 1 (πριν την εργοδοσία Νο 2) στην μαύρη λίστα της αριστερής σκέψης και πρακτικής. Αυτός σε σχετική διερεύνηση προθέσεων, έχοντας φάει και μερικές γρήγορες από τους συνδικαλιστές δημόσιους υπάλληλους, προτείνει: 1ον να καθυστερήσει η πληρωμή των υποχρεώσεων του κράτους προς τρίτους, 2ον να πρεσάρουμε τους οφειλέτες Δημοσίου μικρούς και μεγάλους και αν δεν πληρώνουν να τους βάζουμε πρόστιμα και επαυξήσεις χαμηλού επιτοκίου, και 3ον το κράτος δεν έχει χρήματα και πολύ απλά δεν πληρώνει, όπερ και εγένετο. Τώρα σκύψτε για το κερασάκι στην τούρτα.
Οι τράπεζες σε ρόλο Shylock, τρίβοντας τα χέρια, παρεμβαίνουν στον κύκλο της χρηματοροής και καλύπτουν ανάλγητα την ανάγκη ενδιάμεσων πληρωμών με πιστωτικές κάρτες, πάντα με υψηλά επιτόκια. Μ’ έπιασε πονοκέφαλος. Αν και είναι μέρος της δουλειάς μου πάντα με αγχώνουν τα οικονομικά. Τέλος πάντων το ρεζουμέ. Το κράτος δεν πληρώνει, χρωστάει και δεν τιμωρείται με επιτόκια. Αφήνει τους δύστυχους στους οποίους χρωστάει να επιζήσουν με δάνεια τραπεζών με τιμωρία υψηλά επιτόκια. Οι τράπεζες τώρα, μετά την γερή μπάζα που κάνανε, δηλώνουν ότι πια κλείνουν τις κάνουλες γιατί είναι ανασφαλής ο δανεισμός για αυτούς. Το χειρότερο? Με την ενιαία αρχή πληρωμών σε κάτι επιστροφές, κάτι μικροπληρωμές, κάτι συντάξεις, κάτι επιδόματα που περίμενες θα παρεμβαίνει ο κ. Κράτος θα παίρνει την μερίδα του και εσύ τα υπόλοιπα ή και τίποτε. Η κατάρρευση της κοινωνικής συνοχής και της κοινωνικής αλληλεγγύης σε όλο της το μεγαλείο. Η αγορά στερεύει. Η δυστυχία αυξάνει. Η εγκληματικότητα αυξάνει. Τόσα χρόνια που πέρασαν, ξεχάσαμε την ζωοκομία, την γεωπονία, και όλα τα εις –ια. Το σπίτι του παππού στο χωριό κατέρρευσε. Τι θα απογίνουμε? Τι θα κάνουμε? Πως θα καζαντίσουμε?
Έχω την λύση. Τα κουρέλια ακόμα τραγουδούν. Δείτε το πολιτιστικά. Αυξήστε την αλληλεγγύη μας. Γονείς, παππούδες, μπαρμπάδες, φίλοι, σπιτονοικοκύρηδες στηρίξτε μας. Κάνετε οικονομίες. Μην το παίζετε κάποιοι. Μην μαζεύετε ευρώ-ευρώ την κυριακάτικη έξοδο. Κλείνετε την τηλεόραση όταν βγαίνετε από το δωμάτιο. Ανακαλύψτε το τάβλι, και το σκάκι. Στείλτε τους συνταξιούχους σας να κάνουν βόλτα στις λαϊκές και τα super market για προσφορές. Περιορίστε τις μπύρες, δεν είμαστε αλλοδαποί. Σπουδάστε υδραυλικοί, δεν είναι ανάγκη να γίνουμε όλοι πυρηνικοί επιστήμονες (εδώ γελάτε αν θέλετε). Τραβήξτε τα αυτιά των παιδιών σας, λίγη λελογισμένη βία δεν βλάπτει. Κάντε υπομονή και αφήστε τα υπόλοιπα πάνω μας. Ο ηλεκτρονικός τύπος θα δράσει μελλοντικά – δραστικά – αποτελεσματικά. Με τις υγείες σας.