του Διονύση Μεσσάρη
Είμαστε για τα καλά μέσα στο καλοκαιράκι και έχω μία ξαφνική όρεξη για λίγο ελαφρά κουβεντούλα ποικίλης ύλης. Ας πούμε μία αναπόληση στο παρελθόν. Αποφεύγω επιμελώς κάθε οδυνηρή οπτασία και στρέφομαι προς τα ανέμελα φοιτητικά χρόνια. Ζητώ συγγνώμη από τους φίλους που δεν είχαν καν τέτοια εμπειρία, λέγοντας τους ότι όπως απέδειξαν τα πράγματα δεν έχασαν και τίποτε σπουδαίο, μάλλον κέρδισαν. Οφείλω όμως ακόμη και μία μεγαλύτερη συγγνώμη από τους συνομήλικους μου, και βάλε, που σίγουρα τις ανώμαλες καταστάσεις της εποχής μας ίσως και να μην τις θυμούνται σαν πολύ ανέμελες. Όπως και να το κάνουμε οι διαδοχικές και παρατεταμένες φοιτητικές μου περίοδοι με φόρτωσαν με αρκετές αναμνήσεις – εμπειρίες που δεν θα ήταν άσχημα να μοιραστούμε μερικές εξ αυτών επιλεκτικά, αν δεν έχετε τίποτε καλύτερο να κάνετε.
Μία τυπική φοιτητική ημέρα ξεκινούσε και τότε και τώρα λίγο πριν το μεσημεράκι στο κυλικείο της Σχολής. Τα μαθήματα, κυρίως θεωρίες από καθηγητές ας πούμε πρώτης γραμμής, είχαν ήδη αρχίσει αρκετές ώρες πριν. Οι παρουσίες δεν ήταν υποχρεωτικές την εποχή της «Φοιτητοκρατίας» η οποία βέβαια κρατά μέχρι σήμερα, ως αποτέλεσμα του φαινομένου Maximilien de Robespierre ή αλλιώς πως, – «Τρομοκρατία» – πισωγύρισμα της Δημοκρατίας μετά από μία επανάσταση για την Δημοκρατία. Αφήστε τα, πίκρα μεγάλη. Με άλλα λόγια ο μπαμπάς πληρώνει απευθείας, και μέσω της εφορίας πληρώνει και το κράτος, για να πάρει τις ειδικές γνώσεις το παιδί του, από τον καλό φοιτητή, από τις αντιγραμμένες σημειώσεις, από το κομματόσκυλο, από τα έτοιμα θέματα και την παράνομη αντιγραφή, πάντως όχι από τον κανονικό και ταγμένο προς τούτο καθηγητή με διαδικασίες αδιάβλητες και διαφανείς. Και με ακόμη πιο διαφορετικά λόγια, η οικογένεια στερείται, επενδύει, φορτώνεται κάρτες (ωραίες εποχές ε;) για να αποκτήσει το παιδί ένα πτυχίο ως ανταλλακτικό είδος για να φέρει μερικά χρήματα πίσω ή τουλάχιστον να καταστεί οικονομικά αυτάρκες. Τώρα, τις περισσότερες φορές βέβαια, το παιδί τους «δουλεύει ψιλό γαζί» με τον δύσκολο καθηγητή που το κόβει συνέχεια, που όλοι οι άλλοι φταίνε εκτός από αυτό, που δεν κάνει καλό μάθημα κλπ. και η φοιτητική ζωή παρατείνεται επ’ αόριστον.
Χάριν της ιστορίας σας υπενθυμίζω ότι η Γαλλική επανάσταση έφαγε τα παιδιά της. Η ηγετική τριπλέτα Robespierre – Marat – Danton, ξεκίνησε με μία λίστα προγραφής τριάντα δύο πολιτικών αντιπάλων (τους girondists) και κατέληξε να φάει 40.000 ανθρώπους μέσα σε 15 μήνες συμπεριλαμβανομένης και της τριπλέτας, με την αντίθετη σειρά από αυτή που σας την πρωτοέγραψα. Πολύ φασαρία για να καταλήξουν οι Γάλλοι στην Αυτοκρατορία του συμπατριώτη(?) μας του Ναπολέοντα. Το αντίστοιχο φάγωμα της «Φοιτητοκρατίας» υλοποιήθηκε ως εξάλειψη του παλαιού τύπου καθηγητών. Η αναξιοκρατία, ο στείρος συνδικαλισμός, ο υπέρμετρος κομματισμός (όχι η πολιτικοποίηση) έσυραν την ταφόπλακα στην εκπαίδευση γενικότερα. Οι ατελείς φοιτητές έγιναν σε λίγα χρόνια ατελείς καθηγητές με την σειρά τους. Έτσι οι σπουδές σαλαμοποιήθηκαν, η γενική και βαθειά γνώση έδωσε θέση στην πολύ στενή γνώση και μη αξιοποιήσιμη από την αγορά των μόλις ένδεκα εκατομμυρίων κατοίκων της χώρας μας. Επάνω σε αυτό στηρίχτηκε και ένας αντίλογος του τύπου ότι δεν πάω στα μαθήματα γιατί ο καθηγητής δεν είναι καλός.
Ας το συζητήσουμε λίγο αυτό. Ο καθηγητής δεν είναι καλός γιατί δεν έχει παιδαγωγική επάρκεια, σωστό και πολύ ευρέως διαδεδομένο φαινόμενο. Ο καθηγητής δεν είναι καλά καταρτισμένος στο επάγγελμα που εισηγείται, γιατί δεν το εξασκεί. Δηλαδή, επειδή απαιτείται προετοιμασία διδασκαλίας δεν έχει χρόνο για εξάσκηση επαγγέλματος ή επειδή δεν διδάσκει ορθολογικά επιδίδεται στο επάγγελμα, τα τσεπώνει από τον ιδιωτικό φορέα, οπότε και πάλι εμφανίζεται επαγγελματικά ανεπαρκής. Ο καθηγητής είναι φευγάτος ή ιπτάμενος, γεγονός που συμβαίνει πολύ συχνά, με αποτέλεσμα άλλοτε καλό γιατί γλυτώνουμε από έναν κακό διδάσκαλο και άλλοτε κακό γιατί οι δευτεράντζες είναι άστα να πάνε στην ευχή. Που καταλήγουμε καλοί μου φίλοι; Υπομονή. Η φοιτητική ημέρα συνεχίζεται. Το απογευματάκι ή κάπου ενδιάμεσα στην ημέρα κανένα ενδιαφέρον μάθημα και αργά το φοιτητικό γλέντι ή η μάζωξη. Οργιώδης βραδιά, πνευματικές αναζητήσεις, φαγοπότι σε φτηνά στέκια, παρτάκι σπίτι, ύπνος γύρω στις 4:00 πμ. Έλα μου όμως που ο μετεφηβικός ύπνος απαριθμεί δέκα συναπτές ώρες, ειδικά αν έχεις πιεί. Να πως δένει η επόμενη μέρα στο κυλικείο.
Παρόλα ταύτα οι δυτικού τύπου κοινωνίες πάσχουν από μία καθηγητο-λαγνεία. Ο καθένας μας ακούει καθηγητής και του ανοίγουν τα μάτια διάπλατα. Έχεις την κακιά αρρώστια πας στον καθηγητή. Θα σε χειρουργήσει ο καθηγητής (μάλλον θα περάσει από το χειρουργείο να μάθει πως πήγε η εγχείρηση). Διαλύθηκε το ρημάδι σου από τον σεισμό, θα έρθει καθηγητής. Η οικονομία πάει κατά διαόλου θα επιληφθεί ο καθηγητής. Η χώρα θέλει διακυβέρνηση ο καλύτερος είναι ο καθηγητής. Λοιπόν σας λέω μετά πλήρους γνώσεως ότι αυτό στις περισσότερες περιπτώσεις δεν είναι καθόλου σωστό. Έχοντας δεχθεί δώδεκα χιλιάδες ώρες εκπαίδευσης και έχοντας διδάξει άλλες τόσες, σας δηλώνω ότι αυτό δεν είναι καθόλου μα καθόλου σωστό. Εξάλλου έχουμε πρόσθετα παραδείγματα Καθηγητών – Πρωθυπουργών ή ακόμα χειρότερα Υπουργών, που δεν τα πήγαν επίσης καθόλου μα καθόλου καλά.
Ίσως ήρθε η ώρα να εμβαθύνουμε κάπως περισσότερο σε ένα πρόσφατο παράδειγμα. Η νέα κυβέρνηση συνεργασίας ή συνευθύνης ή συμπαιγνίας ή ανάλογα όπου ανήκει ο καθένας, ότι σας αρέσει, έχει στην σύνθεση της 20% καθηγητές. Αποτελεί αριθμό ρεκόρ!
Βέβαια αυτό οφείλεται σε μία αποφασισμένη τακτική και των τριών κομμάτων εξουσίας. Πρέπει να κρατηθεί πάση θυσία ο υπηρεσιακός χαρακτήρας της κυβέρνησης. Δηλαδή μεταφορικά μιλώντας, η Τρόικα θα διατάζει, ο κόσμος θα αγανακτεί, αλλά δεν θα ξέρει ούτε το όνομα του αντίστοιχου υπουργού ή υφυπουργού για να διαμαρτυρηθεί. Αν πάνε καλά, δηλαδή αν θα είναι επιτυχής η θητεία τους, αυτό θα οφείλεται στην έξυπνη επιλογή των στηριζόντων κομμάτων να επιλέξουν επαΐοντες στις αντίστοιχες θέσεις. Αν δε συμβεί να «αποτύχουν», η αποπομπή τους δεν θα επιφέρει επικίνδυνους τριγμούς στην κυβέρνηση και στα κόμματα που την απαρτίζουν μιάς και το σχοινί, του καθενός από αυτά τα «ειδικά» μέλη της κυβέρνησης που τον συνδέει με το αντίστοιχο κόμμα του, όντας ασθενές δεν θα επιφέρει μεγάλη φθορά στο αντίστοιχο κόμμα. Πονηρός ο βλάχος!
Αλλά ας μην τα ρίξουμε όλα στους καθηγητές της κυβέρνησης. Τι έχετε να πείτε για τα κομματικά στελέχη και τους συνδικαλιστές; Επειδή έχω διατελέσει και από αυτό το φρούτο ως τριτοκλασάτος, σας φανερώνω, ότι ούτε αυτοί είναι κατάλληλοι για την όποια κυβέρνηση. Όταν η κυβέρνηση είναι μονοκομματική που και που πετάει και μερικούς αναπληρωματικούς (συγγνώμη κομματικούς) για να μαθαίνουν και να αποτελέσουν φυτώριο για μελλοντικές κυβερνήσεις. Καλύπτουν τίποτε θέσεις, εκπροσώπου, υφυπουργού κοκ.
Τώρα η συγκυβέρνηση το παράκανε, αριθμός ρεκόρ 38%. Μα τι έχω με αυτή την κατά τα άλλα συμπαθή ομάδα ανεπάγγελτων επαγγελματιών; Κατ’ αρχάς σκεφτείτε ότι απώτερος στόχος τους είναι να γίνουν χαλίφηδες στην θέση του χαλίφη! Δεύτερον πρέπει να επιλέξουν ελπιδοφόρο κόμμα με εξασφαλισμένη άνοδο ή δουλειά. Τρίτον πρέπει να μπουν σε κλίκα με ρεύμα προς τα απάνω ως φοιτητές, απόφοιτοι και μέλη συνδικαλιστικών ενώσεων. Τέταρτον να γίνουν ομαδάρχες με μία τηλεφωνική ατζέντα να! (μετά συγχωρήσεως). Στη συνέχεια να καιροφυλακτούν να στραβοπατήσει ο τομεάρχης ιντριγκάροντας συνεχώς. Να έρθει η νομιμοποίηση με τίποτε τίτλους τύπου «υπεύθυνος εξωτερικών υποθέσεων» και τα συναφή και τέλος η περιπόθητη βουλευτοποίηση. Σαφώς και πρέπει να έχεις απίστευτες ικανότητες για να παρακάμψεις καμιά εκατοστή χιλιάδες μέλη εκτός και αν έχεις βαρύ οικογενειακό όνομα οπότε τα πράγματα είναι απείρως ευκολότερα. Όμως μέσα στην λίστα των ικανοτήτων δεν περιλαμβάνονται αυτές που χρειάζεται να έχεις ως υπουργός. Σας υπενθυμίζω τουλάχιστον τέσσερεις τέτοιου είδους πρωθυπουργούς – υπουργούς που απέτυχαν στο πρόσφατο παρελθόν.
Η στατιστική πάντα ήταν το αγαπημένο μου μάθημα. Πρώτον γιατί με διασκέδαζε ο αμήχανος τρόπος διδασκαλίας των καθηγητών μου και η ασφυκτική αίσθηση που ένοιωθαν για αυτό το μάθημα οι συμφοιτητές μου. Αλλά το κορυφαίο ήταν ότι αν αφαιρούσες εντέχνως μία πολύ μικρή και κρυφή παράμετρο μπορούσες να αποδείξεις σχεδόν τα πάντα. Φαντάζομαι θα γελάτε και εσείς με την ερμηνεία των γκάλοπ και των εκλογικών αποτελεσμάτων που δίδουν στις εκπομπές των καναλιών οι εκπρόσωποι των κομμάτων. Οι αυθαίρετες γενικεύσεις, οι διασταλτικές ερμηνείες, η δικαιολόγηση των κακών επιδόσεων και η συνομωσιολογία πάνε σύννεφο. Το κερασάκι της τούρτας είναι όταν ξιφουλκούν μεταξύ τους οι γνωστοί κορυφαίοι στατιστικολόγοι. Τότε προσπαθούν να μην απέχουν πολύ μεταξύ των για να μην πάει η Στατιστική στα σκουπίδια, επίσης να μην είναι πολύ εμφανής η πολιτική τους καταγωγή, αλλά και να κινηθούν στην γραμμή του εγώ έχω πιο πολύ δίκαιο και επομένως είμαι αξιότερος. Πάνω κάτω το ίδιο κάνουν και οι καθηγητές μεταξύ των.
Αλλά ας συνεχίσουμε πολύ γρήγορα την βάση των δεδομένων που ανοίξαμε. Στην λογική της παρούσας κυβέρνησης ότι πρέπει να φανούμε υπηρεσιακοί και τεχνοκράτες οσονούπω και συνάμα. Εμφανίζεται και μία επίσης αξιοσημείωτη ομάδα κυβερνητικών μελών, τους υπηρετήσαντες σε διοικήσεις φορέων δημοσίου ως επί το πλείστων και κάνα δύο – τρεις καταξιωμένους επαγγελματίες με ποσοστό ρεκόρ 25%. Λοιπόν τους επαγγελματίες, σαν τον Silvio Berlusconi (σας παρακαλώ δεν θέλω να χαχανίζετε) τους συμπαθώ πολύ ξέρουν, αν μη τι άλλο, την δουλειά τους καλά. Αλλά αυτό είναι το πρόβλημα, το μη τι άλλο. Η καταξιωμένη σου εμπειρία δεν σε κάνει υπουργό. Οι υπόλοιποι της ομάδας που χρημάτισαν σε διοικήσεις φορέων, χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: αυτοί που κρατούσαν πάντα μία ισορροπία τρόμου μεταξύ αντιμαχόμενων κομματικών και συνδικαλιστικών ομάδων και σε αυτούς που πραγματικά δούλεψαν σκληρά για τους σκοπούς που τους έταξαν επιτυχώς ή λιγότερο επιτυχώς ανάλογα με τα περιθώρια που είχαν. Δυστυχώς και αυτό δεν επαρκεί για την υπουργική εμπειρία στην δύσκολη περίσταση που έχουμε τώρα.
Αγαπητοί μου φίλοι αντιπαρέρχομαι την ειρωνεία σας «μα τελικά τι θέλεις να σου φέρουμε; Ρωσίδες χορεύτριες;» και σας λέγω ορθά – κοφτά ότι θα ήθελα πραγματικούς υπουργούς. Η κυβέρνηση αυτή διαθέτει ένα φτωχό 18% πρώην υφυπουργούς μικρής εμπειρίας, εθισμένους στην αποστασία, κάποιους τσακωμένους μεταξύ τους και μερικούς που αρκεί μόνο η αναφώνηση του ονόματος τους σε μία παρέα για να σκάσουν χαμόγελα, ούτε καν θυμός!
Ανέτρεξα στην παράδοξη σύνθεση αυτής της μεταπολεμικής κυβέρνησης σαν μία πολιτική – κυβερνητική στατιστική του τρόμου. Ο σκοπός της είναι να διαχειριστεί μία κρίση, να διαπραγματευθεί λιγότερο επαχθείς όρους για τις διεθνείς μας υποχρεώσεις, να αποκαταστήσει εσωτερικές αδικίες, να εισάγει στην μοντέρνα διακυβέρνηση και να θέσει την χώρα σε τροχιά ανάπτυξης. Επομένως οι επί μέρους στόχοι πρέπει να είναι ανά υπουργείο γενικά περιγεγραμμένοι. Αυτό σημαίνει με την σειρά του ότι οι Υπουργοί πρέπει να αυτενεργήσουν αρκετά. Ένα τρίτο του χρόνου τους να σχεδιάζουν και να μελετούν, ένα τρίτο του χρόνου τους να αναφέρονται στους προϊσταμένους τους και στην Ευρώπη και ένα τελευταίο τρίτο να δίνουν οδηγίες και να ελέγχουν τους υφισταμένους τους. Αν όλα αυτά δεν θέλουν εμπειρία πολιτικο-διεθνο-επιστημονικο-επαγγελματική, δηλαδή υπουργική τότε τι θέλουν; Αντί αυτού τώρα πιά θα πρέπει να ρωτάνε συνεχώς για το παραμικρό τον πρωθυπουργό τους που δεν διαθέτει και πολύ εμπειρία και σθένος. Θεός σώζοι τη χώρα.