Με έναν τραγικό τρόπο έπεσαν οι τίτλοι τέλους για τον Ρόμπιν Γουίλιαμς, ο οποίος έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 63 ετών.
Ο διάσημος κωμικός που θεωρείτο ως ένας από τους κορυφαίους ηθοποιούς της γενιάς του βρέθηκε νεκρός στο σπίτι του στη Βόρεια Καλιφόρνια όπως ανακοινώθηκε από το γραφείο του σερίφη της κομητείας Μαρίν.
Αν και τα αίτια του θανάτου του διάσημου ηθοποιού είναι ακόμη υπό πλήρη διερεύνηση οι ιατροδικαστικές υπηρεσίες θεωρούν ότι ο ηθοποιός πέθανε από ασφυξία απόρροια αυτοκτονίας.
Ο βραβευμένος με Όσκαρ ηθοποιός ο οποίος έχει δώσει προσωπική μάχη με τον εθισμό στο αλκοόλ και την κοκαϊνη. κατά το παρελθόν είχε εισαχθεί παλαιότερα σε ένα κέντρο αποκατάστασης στη Μινεσότα για να αντιμετωπίσει τα προβλήματα του.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της αστυνομίας ο ηθοποιός που ζούσε με τη σύζυγό του στη βόρεια Καλιφόρνια βρέθηκε νεκρός στις 12:02 τοπική ώρα και ότι η πιθανή αιτία του θανάτου του ήταν ασφυξία εξ αιτίας αυτοκτονίας.
Στις 21 Ιουλίου 1951 και ήταν γιος του Ρόμπερτ, στέλεχος της Ford και της Λόρα, πρώην μοντέλου.
Κατά την παιδική του ηλικία είχε γίνει στόχος δυσμενών σχολίων επειδή ήταν παχουλός και συχνά περνούσε το χρόνο του στο μεγάλο σπίτι της οικογένειάς του για να αποφεύγει τα παιδιά που τον κορόιδευαν. Τελικά, εκμεταλλεύτηκε την ταμπέλα του υπέρβαρου, εντασσόμενος στην ομάδα πάλης, και συνειδητοποίησε ότι μπορεί να κάνει τα άλλα παιδιά να γελάνε και έτσι να κερδίζει τον σεβασμό τους.
Ο πατέρας του συναταξιοδοτήθηκε όταν ο Γουίλιαμς ήταν 16 ετών και μετακόμισαν στην Καλιφόρνια, όπου ολοκλήρωσε την εκπαίδευσή του στο Λύκειο Ρέντγουντ. Στη συνέχεια εισήχθη στο Claremont Men’s College, όπου σπούδασε πολιτικές επιστήμες και έπαιζε ποδόσφαιρο.
Αφού αποφοίτησε από το Claremont, μπήκε στο Κολλέγιο Marin για να σπουδάσει δράμα και γρήγορα κέρδισε υποτροφία στην επιφανή σχολή Juilliard της Νέας Υόρκης, όπου ήταν συμφοιτητής με τον γνωστό από το ρόλο του ως Superman Κρίστοφερ Ριβ.
Οι δυο τους έγιναν πολύ καλοί φίλοι και παρέμειναν μέχρι και το χαμό του Ριβ το 2004. Στη σχολή, επίσης, γνώρισε την χορεύτρια Βαλερί Βαλερντί, με την οποία παντρεύτηκαν το 1978 και απέκτησαν έναν γιο, τον Ζάκαρι.
Ο Γουίλιαμς έγινε για πρώτη φορά γνωστός για το ρόλο του ως εξωγήινος στο τηλεοπτικό σόου της δεκαετίας του 1970 «Mork and Mindy». Το σόου είχε μεγάλη επιτυχία και χάρισε στον Γουίλιαμς την πρώτη του Χρυσή Σφαίρα το 1979, χάριν κυρίως στον χαιρετισμό «νανού νανού», που έγινε παγκόσμιο σλόγκαν.
Το 1980 το Χόλιγουντ του χτύπησε τελικά την πόρτα και ο Γουίλιαμς πήρε το ρόλο του «Ποπάι». Οι κριτικές και το κοινό, μάλλον, δεν ενθουσιάστηκαν με την ταινία και ο ηθοποιός αναγκάστηκε να αναζητήσει ξανά καταφύγιο για δύο ακόμη χρόνια στο «Mork and Mindy», μέχρι που πρωταγωνίστησε στην ταινία «Ο αλλόκοτος κόσμος του Γκαρπ».
Το 1982 ήταν η χρονιά που η προσωπική του ζωή άρχισε να παίρνει τον κατήφορο, καθώς έδινε μάχη με τις εξαρτήσεις από το αλκοόλ και τα ναρκωτικά, κυρίως κοκαΐνη, κάτι που είχε αρνητικό αντίκτυπο στο γάμο του με τη Βάλερι, παρά τις προσπάθειες εκείνης να τον αποτρέψει από τις εξαρτήσεις.
Το 1983, οι «Survivors» ήταν μία ακόμη αποτυχία, μέχρι το 1987 και πέντε ταινίες μετά, να κερδίσει το «τζακ ποτ» με το «Καλημέρα Βιετνάμ».
Ενσαρκώνοντας τον dj Αντριαν Κρονάουέρ, ο Γουίλιαμς κέρδισε την δεύτερη Χρυσή Σφαίρα του και την πρώτη του υποψηφιότητα για Όσκαρ.
Την επόμενη χρονιά η Βάλερι προσέλαβε την Μάρσα Γκάρσις για γκουβερνάντα του Ζάκαρι. Όταν η Βάλερι και ο Γουίλιαμς χώρισαν, η Μάρσα έγινε η βοηθός του και ταξίδευε μαζί του μέχρι που ερωτεύτηκαν και παντρεύτηκαν το 1989, αποκτώντας δύο παιδιά τη Ζέλντα Ρέρι και τον Κόντι Άλαν.
Το 1988 τρεις ταινίες προβλήθηκαν με πρωταγωνιστή τον Γουίλιαμς: «Οι περιπέτειες του Βαρόνου Μινχάουζεν», το Rabbit Ears: Pecos Bill» και το «The portrait of a white marriage».
Ωστόσο την προσοχή των κρτικών κέρδισε με την συγκλονιστική ερμηνεία του ως ο ριζοσπαστικός καθηγητής στον «Κύκλο των Χαμένων Ποιητών», όπου ακούστηκε και η αξέχαστη φράση «Oh Captain, my Captain». Ο ρόλος αυτός του χάρισε τη δεύτερη υποψηφιότητα για Όσκαρ.
Το 1990 πρωταγωνίστησε στο «Κάντιλακ Μαν», «Επιστροφή στη χώρα του Ποτέ» και «Ξυπνήματα», στην οποία ενσάρκωσε τον γιατρό Όλιβερ Σακς δίπλα στον Ρόμπερτ ντε Νίρο.
Το « Fisher King» (1991) του Τέρι Γκίλιαμ συχνά έχει χαρακτηριστεί ως η καλύτερη ταινία και ρόλος του Γουίλιαμς, ο οποίος σώζει τη ζωή του Τζεφ Μπρίτζες, και αυτός ο ρόλος του τοποθετεί για τρίτη φορά στις υποψηφιότητες για Όσκαρ.
Την ίδια ο χρονιά πρωταγωνιστεί ως Κάπτεν Χούκ στην ταινία «Hook» του Στίβεν Σπίλμπεργκ, η οποία είχε το άκρως αντίθετο θέμα με το «Fisher King», αλλά παρά την εισπρακτική επιτυχία, θεωρήθηκε υπερβολικά συναισθηματική και ως πρώτη «πατάτα» του αμερικανού σκηνοθέτη.
Το 1992 έρχεται η ταινία κινουμένων σχεδίων «Αλαντίν» της Disney και φωτίζει ένα ακόμη ταλέντο του Ρόμπιν Γουίλιαμς, ο οποίος έδωσε τη φωνή του στο Τζίνι. Η συμμετοχή του αυτή ήταν μία από τις κορυφαίες από τους πρωτοκλασσάτους σταρ που έδωσαν τη φωνή τους σε ήρωες της ταινίας και έφερε στο box office 200 εκατομμύρια δολάρια.
Μετά τα λιγότερο επιτυχημένα «Toys» (1992) και «Το Δίλημμα» (1993), ήταν η σύζυγός του Μάρσα η οποία σκέφτηκε το σενάριο για την «Κυρία Νταπφάιρ» το 1993, η οποία ανέλαβε και την παραγωγή. Η ταινία έγινε τεράστια διεθνής επιτυχία και χάρισε άλλη μία Χρυσή Σφαίρα στον Γουίλιαμς.
Το 1996 κλήθηκε να παίξει το ρόλο ενός γκέι στο «Κλουβί με τις τρελές», μαζί με τους Καλίστα Φλόκχαρτ και Τζιν Χάκμαν, το οποίο έγινε ξανά μεγάλη επιτυχία.
Ο Γουίλιαμς συνέχισε την φανταχτερή αυτή πορεία του, πρωταγωνιστώντας στο «Τζακ» του Φράνσις Φορντ Κόπολα. Εκεί ενσάρκωσε ένα παιδί με γενετική ανωμαλία, η οποία τον έκανε να φαίνεται 40 ετών, ενώ ήταν 10. Ωστόσο, η ταινία δεν κατάφερε να ενθουσιάσει μεγάλο μέρος των σινεφίλ.
Μεταξύ 1996 και 1997 είχε μικρές συμμετοχές στον «Άμλετ» και το «Μυστικό Πράκτορα», καθώς και στην ταινία του Γούντι Άλεν «Διαλύοντας τον Χάρι». Το 1997 ήταν μία σπουδαία χρονιά για τον ηθοποιό, καθώς το «Φλάμπερ» έκανε και επιτυχία, αλλά αποτέλεσε και εισπρακτικό θρίαμβο.
Η απόλυτη όμως δικαίωση για την καριέρα του ήρθε μετά τη συνεργασία του με τους πρωτοεμφανιζόμενους τότε Ματ Ντέιμον και Μπεν Άφλεκ στον «Ξεχωριστό Γουίλ Χάντινγκ». Ενσαρκώνοντας τον Σον Μαγκουάιρ, τον σοφό αλλά πικρόχολο ψυχίατρο της ιδιοφυΐας Ντέιμον, του χάρισε το πρώτο του Όσκαρ για τον Β’ Ανδρικό Ρόλο.
Ακολούθησε σειρά ταινιών χωρίς ιδιαίτερη απήχηση, μεταξύ 1999 και 2001, μέχρι ο Γουίλιαμς να παίξει για πρώτη φορά στην καριέρα του τον «κακό» στην ταινία «Σκοτεινός Θάλαμος» του 2002, μία ερμηνεία για την οποία απέσπασε διθυραμβικές
Την ίδια χρονιά το «Θάνατος στον Σμούτσι» δεν κατάφερε να φέρει κέρδη στο box office παρά το καλό καστ, συμπεριλαμβανομένου του Εντουαρντ Νόρτον και στην καρέκλα του σκηνοθέτη τον Ντάνι ντε Βίτο. Εκείνη τη χρονιά προβλήθηκε και το Insomnia, ωστόσο ο Γουίλιαμς αποφάσισε να επιστρέψει στις «ρίζες» του, με ένα stand up σόου στο Μπρόντγουεϊ.
Παρά το γεγονός ότι δεν είχε εμφανιστεί στη μεγάλη οθόνη για δύο χρόνια, το 2004 επιστρέφει με το χριστουγεννιάτικο δράμα «Noel», το «Σπίτι του D» και το «Final Cut» με συμπωταγωνιστές τον Τζέιμς Καβίζελ και τη Μίρα Σορβίνο.
Το 2006 έξι ταινίες υπερτόνισαν το πολύπλευρο ταλέντο του.
Ήταν τα «Ο Άνδρας της Χρονιάς», «Everyone’s Hero», όπου έδωσε τη φωνή του, το «Runaway Vacation», «Ψίθυροι στο Σκοτάδι» το Happy Feet και το «Μία νύχτα στο μουσειο» με τον Μπεν Στίλερ, παίζοντας μία κωμική εκδοχή του Θίοντορ Ρούσβελτ.