Τα “ΟΡΓΙΣΜΕΝΑ ΝΙΑΤΑ” από 26/2 ανεβαίνουν στη Θεσσαλονίκη

Facebook
Twitter
LinkedIn

Το έργο του Τζον Όσμπορν “Οργισμένα Νιάτα” μετά την επιτυχημένη του πορεία στην Αθήνα, από 26/2, ανεβαίνει στη Θεσσαλονίκη και συγκεκριμένα στο Θέατρο Αυλαία.

Η απόδοση, δραματουργική επεξεργασία και σκηνοθεσία είναι της Κίρκης Καραλή, η μετάφραση του Χρήστου Κεχαγιά και η αναλυτική προσέγγιση του Ανδροκλή Δεληολάνη.
Στο ρόλο της Άλισον η Πέγκυ Τρικαλιώτη, του Τζιμ ο Χάρης Τζωρτζάκης, του Κλιφ ο Σήφης Πολυζωίδης και το ρόλο της Έλενας αναλαμβάνει η Ολυμπία Σκορδίλη.  Παραγωγή: ANDRODELY p.c.

 

ΤΟ ΕΡΓΟ

Ένα έργο που διαδραματίζεται σε τρεις Κυριακές. Ώρες ανίας και αυτοκαταστροφής. Σ’ εκείνα τα απογεύματα της υπαρξιακής μελαγχολίας, όπου το φως απ’ τις γρίλιες του παραθύρου σε εξουθενώνει.

Ο Τζίμυ και η Άλισον νοηματοδοτούν ο ένας τη ζωή του άλλου. Ένα σαρκικό πάθος -που το μυαλό αδυνατεί να εξηγήσει- τους φέρνει κοντά. Ο φίλος Κλιφ βρίσκεται στη σκηνή ως ειρηνευτική δύναμη και η φίλη Έλενα εισβάλλει ανάμεσά τους ως καταλύτης που ανατινάζει το νόημα. Προδοσίες, αποκαλύψεις, απομαγεύσεις και τέσσερις ψυχές ξεγυμνωμένες μέσα σ’ ένα σαλόνι. Ο έρωτας είναι θύελλα και μαζί καταφύγιο.

Ο βασανιστής βασανίζεται πολύ περισσότερο από εκείνους που προσπαθεί να βασανίσει, πληγώνεται και πληγώνει, αλλά ματώνεται περισσότερο απ’ ότι ματώνει. Γιατί όσο περισσότερο αγαπάς κάποιον, τόσο πιο δύσκολο είναι να του το πεις.

Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ

Εφτά Κυριακές. Εφτά εποχές. Εφτά διαφορετικές πόλεις. Τέσσερις άνθρωποι σε ένα σπίτι στο Σικάγο του ’56, στο Παρίσι του ’62, στο Μιλάνο του ’72, στην Αθήνα του ’81, στη Μόσχα του ’88, στο Βερολίνο του ’91, στο Λονδίνο του ’97. Οι ίδιοι άνθρωποι, η ίδια ιστορία. Η λύσσα ενός αυτοκαταστροφικού πάθους και η πορεία προς την ενηλικίωση. Κι όταν ο Τζίμυ Πόρτερ ενηλικιωθεί, μαζί του θα κλείσει κι ο 20ός αιώνας. Ο τελευταίος -ίσως- αιώνας που οι νέοι πολέμησαν για τα ιδανικά τους.

Τα τυραννισμένα νιάτα αλληλοσπαράσσονται σε ένα σπίτι όπου πνέουν ψυχροπολεμικά μποφόρ. Σ’ ένα σπίτι που μοιάζει με Κόλαση κεκλεισμένων των θυρών. Κάθε συμφιλίωση, δεν είναι παρά ένα φαινόμενο παροδικό. Μια σκηνική ιστορία που δεν μπορεί να υποδείξει κανέναν δρόμο λυτρωμού. Που χρησιμοποιεί τις στιγμές παραφροσύνης, για να υποδείξει το μέγεθος ενός υπαρξιακού ατελείωτου αγώνα.

Όλα τα ιδανικά τα εξάντλησε μια περασμένη γενιά. Η περασμένη γενιά θα αντιδράσει λέγοντας πώς πολλά απ’ τα ανεκπλήρωτα ιδανικά της, τα άφησε παρακαταθήκη στους απογόνους της. Για να ‘χουν με κάτι να παίζουν. Κι ο καιρός περνάει και κανείς δεν λυτρώνεται απ’ τον κυνισμό, την πίκρα και τη ματαίωση.


 

Έγραψαν για την παράσταση:

“Αίσθησή μου είναι, όμως, πως η Καραλή πήρε τους ήρωές της από το χέρι κανονικά και τους οδήγησε στην ενηλικίωση, φωτίζοντας έστω και στο τελευταίο λεπτό την απόλυτη εσωτερική μαυρίλα τους.”

“Ο Χάρης Τζωρτζάκης είναι εξαιρετικός ως Τζέιμς. Με τη φυσική του ευλυγισία, ακόμα και τα γκρίζα του μαλλιά, συνδυάζει μια ευγένεια με μια τραχύτητα, τη νεανικότητα με την ωριμότητα.”

“ο Σήφης Πολυζωίδης που αποδίδει άψογα το πιο ισορροπημένο πρόσωπο του έργου. Ανεπιτήδευτος ως ηθοποιός, σου δίνει την αίσθηση του φίλου της «διπλανής πόρτας» που πάντα λειτουργεί πυροσβεστικά και όταν η κατάσταση φτάνει στο απροχώρητο απλώς αποχωρεί, μένοντας ουσιαστικά αλώβητος από τη φωτιά των άλλων.”

“Η Πέγκυ Τρικαλιώτη Άμεση, εκδηλωτική. Στο φινάλε, με τον φρενήρη μονόλογό της, αγγίζει την τελειότητα.”

Αντώνης Μποσκοϊτης lifo

“Με την απόδοση του κειμένου όσο και τη σκηνοθεσία της η Κίρκη Καραλή εντόπισε εύστοχα το επίκαιρο του ζητήματος και διακτινώνοντας το έργο σε τόπους και χρόνους του διευρυμένου δυτικού κόσμου διαμηνύει το μάταιο κάθε ιδεολογίας που θα επέτρεπε να αναβιώσει το όνειρο για μια δικαιότερη κοινωνία.”

Δημήτρης Τσατσούλης imerodromos

“Η Πέγκυ Τρικαλιώτη στο ρόλο της Άλισον, έχει δύναμη, ρυθμό, ρεαλισμό και πάθος στην ερμηνεία της. Μας συστήνεται εκ νέου.”

“Ο Σήφης Πολυζωίδης ως Κλιφ, δίνει ζωή, παλμό και σκηνικό εκτόπισμα σε ένα χαρακτήρα που συχνά περνά απαρατήρητος σε αυτό το έργο. Τον χτίζει με επιμέλεια, ηρεμία και συνέπεια, παίζοντας ρυθμιστικό και κατασβεστικό ρόλο στις εντάσεις των άλλων χαρακτήρων.”

Γιώργος Χριστόπουλος onlytheater

“Ένα συγκλονιστικό ταξίδι 100 λεπτών, σε επτά πόλεις και εποχές.”

“Τα εύσημα για τα θεμέλια σε αυτό το οικοδόμημα …. να μη χάσει το έργο την πατίνα του χρόνου αλλά παράλληλα να αποκτήσει το άρωμα και τη γεύση της σημερινής εποχής… ανήκουν στον Χρήστο Κεχαγιά που έκανε τη Μετάφραση και στον Ανδροκλή Δεληολάνη ο οποίος ασχολήθηκε με την αναλυτική προσέγγιση του έργου.”

“Σπάνια συμβαίνει κάτι τέτοιο…Άγγελος Μέντης, ο σκηνογράφος, αυτό που σχεδίασε …σε έκανε να το παρατηρείς, να το χαζεύεις…τα σκηνικά ήταν για τα «Νιάτα» ένας ιδιαίτερος μαγνήτης…. ο πέμπτος πρωταγωνιστής του έργου”

“τα κοστούμια με την υπογραφή του Απόστολου Μητρόπουλου… καθένα ήταν και μια πρόταση διαχρονική … και εδώ η απλότητα απέκλεισε κάθε ενδεχόμενο φθηνού εντυπωσιασμού.”

Παναγιώτης Μήλας catisart

“Ο Jimmy (Χάρης Τζωρτζάκης) ταυτίζεται απόλυτα με τον ρόλο του· παρορμητικός και ανάλγητος, σκληρός και κυνικός, θυμίζοντας έναν λιγότερο cult Στάνλεϋ Κοβάλσκι· ένας χαρακτήρας έντονα πεσιμιστικός, έτοιμος ωστόσο να κατασπαράξει τον άλλον για να επιβιώσει.”

“Ο Σήφης Πολυζωΐδης, αληθινός και ειλικρινής, προβάλλει μια συναισθηματική αυθεντικότητα σε συνδυασμό με μια πρωτόγνωρη ενσυναίσθηση· ενωτικός, αρρενωπά τρυφερός, εμπνέει έναν ανεπαίσθητο και οικείο ερωτισμό, είναι ο άνθρωπος κλειδί που αφήνει να εκτονωθούν οι αυτοκαταστροφικές εντάσεις με λιγότερη παραφροσύνη.”

Λία Τσεκούρα Artharbour


 

 

Συντελεστές

Μετάφραση – Έρευνα: Χρήστος Κεχαγιάς

Απόδοση- Δραματουργική Επεξεργασία – Σκηνοθεσία: Κίρκη Καραλή

Αναλυτική Προσέγγιση: Ανδροκλής Δεληολάνης

Σκηνικά: Άγγελος Μέντης

Κοστούμια: Απόστολος Μητρόπουλος

Ηχητικό περιβάλλον: Λιάνα Τζερεφού

Για το ρόλο του πατέρα δανείζει τη φωνή του ο Ανδροκλής Δεληολάνης

Δημιουργία trailer: Ειρήνη Στείρου

Φωτογραφίες Παράστασης: Νίκος Πανταζάρας

Βοηθός Παραγωγής: Ειρήνη Βουρλάκου

Παραγωγή: ANDRODELY p.c.


Πρωταγωνιστούν:

Πέγκυ Τρικαλιώτη, Χάρης Τζωρτζάκης, Σήφης Πολυζωίδης, Ολυμπία Σκορδίλη



ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΣΚΗΝΟΘΕΤΗ

Η φωνή της νεολαίας του καιρού του Όσμπορν (1956) είναι η ίδια με τη φωνή κάθε νεολαίας από τότε και μετά (μεταπολεμικής, μεσοπολεμικής ή εμπόλεμης), είναι πικραμένη για τον σύγχρονο κόσμο, μιλά με κυνισμό, φοβάται να αγγίζει τη χαρά, γιατί συνήθισε στον πόνο.

Το έργο είναι ένας πίνακας της νευρωτικής εποχής μας, σαρκαστικός και άφρων.

Υψώνει φωνή που περιφρονεί τους “ώριμους” και “βολεμένους” κάθε γενιάς, μάχεται εναντίον εκείνων που προσπαθούν να επιβάλλουν ένα απονευρωμένο καθωσπρέπει σήμερα. Μιλά μια φωνή, που φοβάται πως μια μέρα, όλες οι επαναστατικές νεανικές φανφάρες θα γίνουν αναίμακτες προσχωρήσεις, πως ο παλιός ατίθασος εαυτός θα συνθηκολογήσει με το προδιαγεγραμμένο αύριο. Φωνή που προσβάλει όσους φυγομαχούν, που πνίγεται από την λιποτάκτισσα καρδιά τους. Που διαμαρτύρεται ενάντια στην κρατούσα τάξη. Που εξουθενώνεται από το άγχος της εποχής της. Που περιφρονεί αυτούς που δεν αποδέχονται τις προκλήσεις της, που δεν ορθώνουν το ανάστημά τους πλάι της. Φωνή που σιχαίνεται τον σύγχρονο πολιτισμό όταν ευνουχίζει τον ιδεαλισμό, απ’ τον οποίο τροφοδοτείται και στον οποίον πιστεύει η νέα γενιά. Φωνή γενιάς που αναζητά το υψηλό ιδανικό πάνω στο οποίο πρέπει να πατήσει για να αλλάξει τον κόσμο, να τον κάνει καλύτερο. Και βρίσκει τοίχο. Ματαιώνεται. Θλίβεται. Και επιχειρεί νέα επίθεση. Κηρύσσει πόλεμο απέναντι στη νέα τάξη πραγμάτων. Οι τραυματισμένοι νέοι του αιώνα μας. Πρώτα πολεμούν κι έπειτα τιθασεύονται, συμβιβάζονται, υποτάσσονται. Σήματα κινδύνου που εκπέμπονται προειδοποιητικά, είτε ως παρακλήσεις ή ως διαμαρτυρίες. Κανείς δεν σηκώνεται από τον καναπέ, κανείς δεν ξεσηκώνεται, κανείς δεν εξεγείρεται. Όλοι περιμένουν. Τι περιμένουν; Όχι πια τον Γκοντό…

Παθιασμένο ξεσκέπασμα της μακαριότητας των κρατούντων, ξεγύμνωμα της υποκρισίας και των ανόητων πεποιθήσεών τους. Εκκλησία, αφεντικά, μεγαλοαστοί, πλούσιοι, πολιτικοί και πνευματικοί φωστήρες μπαίνουν στο στόχαστρο του Τζίμυ. Προδομένος απ΄ όλους τους, έπαψε να πιστεύει σε οτιδήποτε. Ο Τζίμυ δεν ξέρει πια από που να αντλήσει πίστη, δεν ξέρει πως να βρει τη δύναμη να αντιταχθεί στον Κόσμο, δεν ξέρει πώς να διεκδικήσει την αγάπη, που να βρει ικανοποίηση και ανακούφιση μη περιορισμένου χρόνου. Ψυχικά και πνευματικά διαλυμένος, εγκλωβισμένος στο σώμα ενός νέου που ξέρει πως έχει μακρύ χρόνο ζωής μπροστά του για να αντέξει να ανέχεται τον Κόσμο στον οποίο βρέθηκε, αντιδρά ειρωνευόμενος, μόνο και μόνο για να ξαλαφρώνει. Ο μάταιος τρόπος όχι ενός “κακού”, αλλά ενός καταπληγωμένου. Ενός ανθρώπου που κουβαλάει στα χέρια την χρεοκοπημένη ιδέα μιας επανάστασης. Νέος που δεν του ανταποδίδεις την οργή, αλλά τη συμπόνοια. Που δεν του απαντάς με κρότου-λάμψης, αλλά που πας μαζί του και μάχεσαι ενάντια στην κοινωνική αναισθησία, στη μοιρολατρεία και στη μακαριότητα που επέβαλλε η κατάρρευση του σύγχρονου πολιτισμού. Ανίσχυρος ο Νέος να ξαναχτίσει πάνω στα ερείπια, εξαντλητικά αγανακτισμένος, αναζητά έμπειρους συμμάχους στον πόλεμο για ένα καλύτερο αύριο.

Τέσσερα πρόσωπα που τριγυρίζουν πάνω σε σωρούς εφημερίδων, που πατούν πάνω στα γεγονότα του κόσμου, που κυκλώνονται από τους ήχους του ραδιοφώνου, παγιδευμένοι σ’ έναν κόσμο που άλλοι έφτιαξαν γι’ αυτούς. Αποσυντεθειμένα ιδανικά. Προσοχή στο κενό μεταξύ ηθικής και οργής. Να τι άφησε ο Δεύτερος Παγκόσμιος: ένα κενό. Την αδυναμία διαχείρισης της πίστης. Μάθαμε να τρομάζουμε, να κραυγάζουμε, να διαμαρτυρόμαστε, μα δεν μάθαμε να έχουμε σκοπό. Δεν μάθαμε που να στρέφουμε την κάννη μας.

Σήμερα, με παλιωμένα συνθήματα στο στόμα, πεθαίνουμε τυχαία μπροστά από φορτηγά που έρχονται καταπάνω μας, πεθαίνουμε επίτηδες πηδώντας από μπαλκόνια μήπως κι έτσι εκδικηθούμε το “πατρικό σύστημα” που μας ανέθρεψε, πεθαίνουμε αυτοκαταστρεφόμενοι μπλέκοντας στα δίχτυα εμφύλιων αλληλοσπαραγμών, πεθαίνουμε από καρκίνους που δεν μεταβόλισαν σωστά τη σκέψη μας. Πεθαίνουμε για τους λάθους λόγους. Και κυρίως πεθαίνουμε χωρίς να είμαστε ευτυχισμένοι.


“…Με άλλα λόγια θα στο πω κι έναν ανάπηρο σκοπό, απ’ το πενήντα και μετά μας έχουν πνίξει τα μπετά, να δεις τι σου `χω για μετά…” (στίχοι: Μιχάλης Γκανάς)


Κάποιοι λένε πως το έργο είναι η έμμεση αφιέρωση του Όσμπορν στην κοπέλα με την οποία είχε μόλις χωρίσει εκείνο τον καιρό. Νεαρός στην ηλικία, ίσως, έψαχνε την απάντηση σ’ ένα και μόνο “γιατί”: γιατί μ’ αφήνεις μόνο μου σ’ αυτόν τον κόσμο;

“Το να μιλάς για τον έρωτα σημαίνει να μιλάς για την εσωτερική αταξία, να ψάχνεις τον λαμπερό πυθμένα της ψυχής που είναι γεμάτη ευγένεια και μικρότητα. Ας σκηνοθετούμε χωρίς να κρίνουμε τις τρέλες της ανθρώπινης καρδιάς”. (Πασκάλ Μπρυκνέρ, “Το παράδοξο του έρωτα”)


Οργισμένα Νιάτα του Τζον Όσμπορν.


Θεσσαλονίκη:  Θέατρο Αυλαία, 26 Φεβρουαρίου έως 1η Μαρτίου στις 9 το βράδυ. Γενική είσοδος 15 ευρώ, μειωμένο 13 ευρώ.

Προπώληση εισιτηρίων στο ταμείο του θεάτρου, Gooddeals και στη viva. Πληροφορίες κρατήσεις: 2310237700, 6932040527.

Σχετικά Άρθρα

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να σας προσφέρει μία καλύτερη εμπειρία.