Όσο την γνωρίζω καλύτερα, τόσο με κερδίζει η ευαισθησία της και το μεγαλείο της ψυχής της. Η αγαπημένη ηθοποιός Γωγώ Ατζολετάκη, αρχές του καλοκαιριού, μας χάρισε ένα ακόμη διαμάντι, από τη συγγραφική της δουλειά.
«Κι όμως εμείς θα πάμε στο παράδεισο» είναι ο τίτλος του νέου της βιβλίου που κυκλοφόρησε από της εκδόσεις Ιώλκος. Μια διαφορετική γραφή, από το χώρο της Τέχνης, για την οικονομική κρίση που μαστίζει τη χώρα μας. Την ρώτησα αν την έχει πλήξει προσωπικά η κρίση και αν ήταν αυτός ο λόγος που έγραψε αυτό το βιβλίο. Έτσι άρχισε η κουβέντα μας…
μιλάει στη Λαμπριάνα Κυριακού
ΓΑ: Η κρίση μας άγγιξε όλους, δυστυχώς. Και το χειρότερο είναι πως μας βρήκε απροετοίμαστους, αμέριμνους. Γι’ αυτό και αρκετοί λύγισαν, δεν άντεξαν… Όμως, αυτό που θίγω στο μυθιστόρημά μου, δεν έχει να κάνει με προσωπικό μου βίωμα. Η οικονομική ανασφάλεια κι ο τρόμος του ανθρώπου για το μέλλον είναι διαχρονικά και πανανθρώπινα προβλήματα. Είναι αυτό που γράφω σε κάποιο σημείο, στο βιβλίο : «Έχεις λεφτά ; Ζεις… Δεν έχεις λεφτά ; Πεθαίνεις». Αυτός ήταν ο καμβάς, αυτή την αγωνία του ανθρώπου ήθελα ν’ αποτυπώσω.
Βέβαια, όταν συνέλαβα την ιδέα, δεν ήξερα ότι μας περίμενε, εδώ στη χώρα μας, μια τεράστια οικονομική κρίση. Που διέλυσε πολλά σπιτικά και που έκανε τη «σύνταξη» μια πολύτιμη πηγή εσόδων. Το μόνο ίσως έσοδο για μια οικογένεια. Κι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι, κι αυτή τη στιγμή που μιλάμε, που εύχονται να κρατηθούν στη ζωή όσο γίνεται περισσότερο οι γέροντές τους, για να μην κοπεί η σύνταξη. Είναι θλιβερό. Όμως κάτι τέτοιο συμβαίνει και στο μυθιστόρημά μου. Και απ’ αυτή την άποψη, είναι πολύ επίκαιρο. Διαχρονικό, αλλά και απόλυτα επίκαιρο στην κατάσταση που βρισκόμαστε.
ΛΚ: Αδίστακτος βασανιστής η κρίση. Η Μάρθα και η Ελισάβετ, οι δυο ηρωίδες του βιβλίου σας, παλεύουν μεταξύ τους, αλλά και με τον ίδιο τους τον εαυτό. Ας μιλήσουμε στους αναγνώστες μας για τις ηρωίδες σας.
ΓΑ: Αυτό είναι ο δεύτερος άξονας του μυθιστορήματος. Η συγκρουσιακή σχέση ανάμεσα στην κόρη και στη μάνα. Συγκρουσιακή, έως καταστροφική. Γιατί εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με την «αγία» μητέρα, που συνήθως ξέρουμε. Την τρυφερή, τη στοργική, την αγαπησιάρα… Η Μάρθα του βιβλίου μου είναι ο άλλος τύπος της μάνας. Δεσποτική, αυταρχική, νάρκισσος, εγωίστρια, με λίγα λόγια η μάνα που αντιμετωπίζει τα μέλη της οικογένειάς της ως… υπηκόους. Που καταπιέζει τα παιδιά της, μέχρι που τους διαλύει τη ζωή. Δυστυχώς, έχουμε ακούσει πολλά για τέτοιου είδους μανάδες… Μια τέτοια μάνα είναι, λοιπόν, και η Μάρθα. Και όταν η ζωή τής φέρνει τη μεγάλη ανατροπή, γαντζώνεται πάνω στην κόρη της, για να επιβιώσει ψυχικά.
Από την άλλη έχουμε την Ελισάβετ. Την κόρη-θύμα. Που γίνεται θύμα εκούσια, γιατί αγαπά και συμπονά τη μάνα. Όμως δεν μπορεί να τη συγχωρέσει που της κατέστρεψε τη ζωή. Οι απωθημένες επιθυμίες της έχουν δημιουργήσει μέσα της μια μπάλα από οργή και μίσος. Που όταν της το επιτρέπουν οι συνθήκες, ανοίγει και βγαίνει το δηλητήριο σαν τσουνάμι. Κι αυτό συμβαίνει πάμπολλες φορές σε όλους μας. Ο καταπιεσμένος θα ξεσπάσει κάποια στιγμή. Και αν είναι μεγάλη η καταπίεση, τότε γίνεται έκρηξη.
ΛΚ: Γιατί κάνουμε τόσο δύσκολες τις σχέσεις μεταξύ μας οι άνθρωποι; Γιατί τόσος ανταγωνισμός, γιατί δεν μπορούμε να συνυπάρξουμε;
ΓΑ: Γιατί μας τρώει το «εγώ» μας. Συνέχεια μιλάμε για συναδέλφωση και αλληλεγγύη, όμως αυτά είναι μόνο λόγια. Θεωρίες. Στη βάση μας είμαστε όλοι εγωκεντρικοί. Περιχαρακωμένοι στον μικρόκοσμό μας. Για να συνυπάρξουμε αρμονικά, χρειάζεται άνοιγμα καρδιάς, ψυχική άπλα, δοτικότητα. Και κατανόηση. Να μπορούμε να βλέπουμε τα πράγματα με τα μάτια του άλλου. Μόνο έτσι θα μάθουμε να συγχωρούμε και να παραβλέπουμε. Όσο δεν παραβλέπουμε, θα συνεχίζουμε να χαλάμε τον κόσμο και να καταστρέφουμε τη ζωή και την υγεία μας «περί όνου σκιάς».
ΛΚ: Μπορεί να μας λύγισε ψυχολογικά η κρίση, αλλά πιστεύω, ότι ξεπεράσαμε αυτόν τον ψυχολογικό πόλεμο. Δεν νιώθετε ότι αυτή η θύελλά υποχωρεί, κι ας είμαστε οικονομικά δεσμευμένοι για άλλα τόσα χρόνια;
ΓΑ: Δεν συμμερίζομαι την αισιοδοξία σας. Οι θύελλες δεν υποχωρούν τόσο εύκολα… αλλά κι αν υποχωρήσει η συγκεκριμένη θύελλα, θα έχει αφήσει πίσω της πολλές καταστροφές, πολλά πτώματα. Θα περάσουν αρκετά χρόνια μέχρι να ξαναβρούμε ένα βηματισμό φυσιολογικής ζωής. Και φυσιολογική ζωή σημαίνει να είμαστε ήρεμοι εσωτερικά. Χωρίς τη μεγάλη αγωνία για το «αύριο».
ΛΚ: Εσείς, ένας άνθρωπος μυημένος, που διαβάζει πολύ, που φημίζεται για το κοινωνικό του έργο, ευαισθητοποιημένη. Μια ηθοποιός που ο κόσμος αγαπάει πολύ και σας ακούει. Ποιο είναι το μήνυμα που θα θέλατε να του περάσετε;
ΓΑ: Πρωταρχικά, αυτό που έμαθα κι εγώ μετά από πολύ πόνο και κόπο : Την υπομονή ! Οι άνθρωποι είμαστε ανυπόμονοι. Όμως όλα τα πράγματα θέλουν το δικό τους χρόνο. Το δεύτερο –πολύ σημαντικό κι αυτό ̶ είναι ν΄ ανακαλύψουμε τη χαρά μιας πιο απλής ζωής Ν’ ασχοληθούμε περισσότερο με το «είναι» παρά με το «φαίνεσθαι». Φορτώσαμε τη ζωή μας βαρίδια. Και τα βαρίδια μάς δυσκολεύουν στο περπάτημα… Καταλαβαίνετε, φαντάζομαι, τι εννοώ.
ΛΚ: Στις δυσκολίες, βλέπουμε να βγαίνει από μέσα μας, ένας άλλος αγνώριστος εαυτός. Λίγες αντοχές και πολλές εκρήξεις. Είμαστε παιδευμένος λαός και κουρασμένος. Δεν είμαστε όμως ενωτικός λαός με την πρώτη αφορμή, διχαζόμαστε. Τι φταίει;
ΓΑ: Όσο γι’ αυτό… Ο διχασμός είναι περασμένος στο DNA της φυλής μας. Διαίρει και βασίλευε ! Μόλις αποκτήσει λίγη δύναμη ο Έλληνας, γίνεται ένας μικρός «δικτατορίσκος». Αποφασίζει κι επιβάλλει. Στην οικογένειά του, στην εργασιακό του χώρο, στις σχέσεις του, στην πολιτική… Είναι κι μισαλλοδοξία, βέβαια, που μας χαρακτηρίζει ως λαό. Αυτή η μισητή «διχόνοια». Χρειάζεται πολλή εσωτερική δουλειά για να ευελπιστούμε σε βελτίωση. Αλλά αυτό οφείλει να το κάνει ο καθένας μόνος του. Αν δεν αλλάξω εγώ, πώς περιμένω να αλλάξει ο κόσμος ;… Αφού ο «κόσμος» είμαστε όλοι εμείς !
ΛΚ: Τελικά, που θα βρούμε τον Παράδεισο;
ΓΑ: Ααα… Ο Παράδεισος είναι προσωπική υπόθεση του καθενός. Είναι εκεί που τοποθετείς την ευτυχία σου, τη γαλήνη της ψυχής σου. Κι έτσι όπως το βλέπω εγώ, ο Παράδεισος δεν έχει σχέση με κάποιον «Παράδεισο» που βρίσκεται εδώ κοντά (αυτό που λέμε «Παράδεισος επί της γης»).. . Ο Παράδεισος είναι μια βαθιά εσωτερική κατάσταση. Είναι η λύτρωση, η απαγκίστρωση απ’ τις αγκύλες, μέχρι να φτάσεις στην «κάθαρση». Κάπως έτσι έφτασε και στον προσωπικό της «Παράδεισο» και η Ελισάβετ του βιβλίου μου.
ΛΚ: Πόσο επηρέασε η κρίση το θέατρο;
ΓΑ: Σε βαθμό απερίγραπτο. Γκρεμίστηκαν όλα αυτά που ξέραμε στο παρελθόν. Μια νέα τάξη πραγμάτων εντελώς. Όταν πρωτοβγήκα εγώ στο θέατρο, κάναμε εννέα παραστάσεις εβδομαδιαίως και λίγα χρόνια πριν, οι προγενέστεροι συνάδελφοί μας κάνανε δώδεκα… και ακόμα πιο πριν, δεκατέσσερις. Που σημαίνει, πριν από μερικές δεκαετίες, οι ηθοποιοί κάνανε κάθε μέρα δύο παραστάσεις. Η γενιά η δικιά μου αγωνίστηκε, για να κάνει τις εννιά παραστάσεις οκτώ… Και ήταν, τότε, θρίαμβος του συνδικαλιστικού μας οργάνου. Τώρα… αν παίζεις τρεις φορές την εβδομάδα, πρέπει να ‘σαι πολύ ευχαριστημένος… Κι ας μη μιλήσουμε για το οικονομικό. Εκεί επικρατεί η απόλυτη απαξίωση. Οι περισσότεροι ηθοποιοί εργάζονται με ποσοστά. Πόσα να βγάλεις με δυο παραστάσεις εβδομαδιαίως ; Και πώς να επιβιώσει ο ηθοποιός, που αξιώνει να ζει από το επάγγελμά του ;… Φρίκη ! Μην το συζητάς !
ΛΚ: Ήταν δική σας επιλογή να απέχετε από το σανίδι;
ΓΑ: Καθόλου ! Μου λείπει πάρα πολύ το θέατρο, μου’ χει λείψει αυτή η υπέροχη επαφή με τον κόσμο. Γιατί, παρ’ όλη την επιτυχία των βιβλίων μου και παρ’ όλο που έχω αποκτήσει πια ευρύ αναγνωστικό κοινό, εγώ νιώθω και είμαι πάνω απ’ όλα ηθοποιός. Όμως συνέβησαν διάφορα τα τελευταία χρόνια – άλλες επαγγελματικές υποχρεώσεις και μερικά απρόβλεπτα στην προσωπική μου ζωή… η αρρώστια της μητέρας μου, που τελικά έφυγε από κοντά μας, μια εγχείριση που έπρεπε να κάνω στο πόδι… Όλα αυτά δε μου άφησαν περιθώρια για θεατρική δραστηριότητα. Όμως εκεί ήταν και είναι πάντοτε στραμμένη η ματιά μου. Και τώρα επιστρέφω πιο ορεξάτη από ποτέ !
ΛΚ: Το χειμώνα θα πρωταγωνιστήσετε μαζί με την αγαπημένη Μαίρη Βιδάλη, στην κωμωδία του Μολιέρου «Οι Ψευτοσπουδαίες»; Μιλήστε μου γι αυτήν την συνεργασία;
ΓΑ: Να πω ότι είμαι χαρούμενη ;… Θα το πω. Πρώτα απ’ όλα γιατί θα συνεργαστώ με τη Μαίρη, που είναι γνωστή στο χώρο για τις εύστοχες επιλογές της έργων και συνεργατών, αλλά και για τη σοβαρότητα που διακρίνει τις παραστάσεις της.
Όμως χαίρομαι επίσης, γιατί ήρθε η ώρα να ξανασυναντηθώ με τον Μολιέρο. Έναν συγγραφέα που σφράγισε τα πρώτα-πρώτα βήματά μου στην υποκριτική τέχνη. Με τη «Νικολέτα» στον «Αρχοντοχωριάτη» του Μολιέρου έδωσα τις πτυχιακές μου εξετάσεις στη Δραματική Σχολή, μια ερμηνεία που μου χάρισε ένα «Άριστα»… Και ήταν τότε που άρχισαν να κουβεντιάζουνε στο χώρο : «Ααα… Αυτή η Ατζολετάκη έχει τελικά ταλέντο»… Αργότερα, ο Γρηγόρης ο Γρηγορίου, που ήταν δάσκαλός μας στη σχολή, σκηνοθέτησε τον «Αρχοντοχωριάτη» στο «Θέατρο της Δευτέρας» στην ΕΡΤ. Και με πήρε, ασυζητητί, για το ρόλο της «Νικολέτας». Είχα καλή προϋπηρεσία, βλέπετε… (γέλια)… Και τώρα ήρθαν οι «Ψευτοσπουδαίες».
ΛΚ: Έχετε αρχίσει πρόβες; Έχετε προγραμματισμένη πρεμιέρα;
ΓΑ: Θ’ αργήσει λίγο η πρεμιέρα μας. Πρόβες θ’ αρχίσουμε κατά τον Νοέμβριο και προγραμματίζουμε την πρεμιέρα αμέσως μετά τις γιορτές. Οσμίζομαι όμως πως θα ‘ ναι μια πολύ ενδιαφέρουσα παράσταση, με πολύ γέλιο και σάτιρα, και ότι θα περάσουμε πολύ καλά – κι εμείς κι οι θεατές.
ΛΚ: Θα μας πείτε δυο λόγια για το ρόλο σας;
ΛΚ: Σημαντικό έργο και αναγκαίο για την εποχή μας, όταν ο σουσουδισμός, καλά κρατεί γύρω μας. Με το έργο αυτό πιστεύετε ότι θα βάλετε τον θεατή μπροστά τον καθρέπτη του;
ΓΑ: Όλες οι σάτιρες από την εποχή του Αριστοφάνη και του Μολιέρου μέχρι σήμερα, αυτό το σκοπό έχουν. Να καυτηριάσουνε κάποια κακώς κείμενα, και μέσα από το γέλιο να περάσουν μηνύματα στον θεατή. Κάποιοι τα αποκρυπτογραφούν, κάποιοι όχι. Πάντα όμως, σκοπός του θεάτρου είναι να «διδάσκει». Αυτός ήταν ο ρόλος του εξ άλλου στην αρχαία Ελλάδα. Κατ’ αρχήν διδακτικός. Όσο για το «σουσουδισμό» που επικρατεί γύρω μας… ούτε λόγος ! Χορτάσαμε «εικόνες». Ή, για να το πω αλλιώς : Πολύ λάδι κι από τηγανίτα, τίποτα !
ΛΚ; Που θα σας βρει το καλοκαίρι;
ΓΑ: Μάλλον στο σπίτι μου. Έχω πολλή δουλειά να βγάλω μέχρι το Σεπτέμβριο. Γράφω ένα θεατρικό έργο αυτό τον καιρό, που μ’ έχει απορροφήσει εντελώς. Έναν μονόλογο για μια φίλη μου ηθοποιό. Ένα θέμα που την ενδιαφέρει και που με εμπιστεύτηκε να της το γράψω. Έτσι έχω πέσει με τα μούτρα στη δουλειά… Νομίζω πως δε θα μου περισσέψει χρόνος για διακοπές και μπάνια. Αλλά δε με πειράζει. Γιατί αυτό που γράφω με γεμίζει αφάνταστα και, ούτως ή άλλως, έχω κολυμπήσει πολύ στη ζωή μου.
Σας ευχαριστώ πολύ κυρία Ατζολετάκη
Εγώ σας ευχαριστώ !