Τελευταία έχω πιάσει πολλές φορές τον ευατό μου να μονολογεί ”Που πας βρε Παπαδόπουλε ;” Γίναμε πολλοί και δεν μπορούν να ελεγχθούν πλέον τα πράγματα; Ξεφτιλίστηκαν τόσο πολύ πια οι θεσμοί που εμείς οι παλιοί χτυπάμε το κεφάλι μας στα ντουβάρια μπας και βρουμε τρύπα και αναπνεύσουμε;
Μήπως δεν είμαστε δίκαιοι και έχει δίκιο ο συνάδελφος που ζητάει από τηλεοράσεως να καταργηθούν τα Πειθαρχικά της Ενωσης-
Μήπως η Ενωση δεν είναι με τα καλά της που ζητάει συλλογικές συμβάσεις; Τι απεργίες και συλλογικές συμβάσεις ζητάς όταν απέναντί σου έχεις στρατιές κονδυλοφόρων και αξιοσέβαστες ιστοσελίδες που κάνουν την ”δουλειά” των επαγγελματιών δημοσιογράφων; Νέοι και ωραίοι και καθοδηγητές παλιοί, παλεύουν για την ελευθερία του λόγου απο το 2012.Και εσυ δεν τους πήρες είδηση. Θα μου πεις είναι πολλά τα λεφτά μαντάμ και άσε μας ήσυχους και εσυ και κάποιοι άλλοι με τους ανεμόμυλου σας που παλεύεται με όπλα μιας άλλης ξεχασμένης εποχής. Σωστά! Και εκεί που σας καταλαβαίνω απόλυτα και μου έρχεται να την κάνω με μικρά πηδηματάκια και να απολαύσω την ηρεμία μου και να αφοσιωθώ μαζί με τους παλιούς και νέους συναδέλφους στην δική μας ηλεκτρονική εφημερίδα με ρεφενέ στα έξοδα- Δε βαριέσαι αφου καταφέραμε και έχουμε ισχυρές και αλώβητες προσωπικότητες σαν συνεργάτες- έρχεται σαν εφιάλτης και μου χτυπάει τη συνείδηση ένας συνάδελφος. Δεν τον είχα συναντήσει ποτέ. Ο Αντώνης Χρυσουλάκης. Εκείνο το 37χρονο παιδί που γυρνώντας ξημέρωμα απο τη δουλειά ζέστανε το φαγητό του και παράλληλα έστειλε το τελευταίο του ρεπορτάζ στις 6.30 στα ”Παραπολιτικά” και αποκοιμήθηκε. Εκει στην περιοχή της Πλατείας Αττικής στο μικρό του διαμέρισμα το φαγητό έπιασε φωτιά και έκλεισε η πορεία ενός νέου δημοσιογράφου που με ιδρωμένη τη φανέλα πάλευε για την επιβίωση. Ναι εκείνο το παιδί που δεν συνάντησα ποτέ με πλησιάζει κάθε τόσο και μου λέει ”Είναι πολλοί οι νέοι σαν και μένα έχεις υποχρέωση να μας δικαιώσεις…Και αν δεν τα καταφέρνεις δεν έχει σημασία. Αρκεί να θυμάσαι και τα δικά σου πρώτα χρόνια και το δανεικό τσάι που έπαιρνες από τον Σωτήρη τον καφετζή….