Η διάσημη όπερα του Βέρντι, που έχει παρουσιαστεί σε όλο τον κόσμο, ανεβαίνει μετά από 30 χρόνια στο Ηρώδειο στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών Ο «Τροβατόρε» θα παρουσιαστεί αύριο και στις 12, 13 και 14 του μήνα
Η μελωδική έμπνευση του Βέρντι βρίσκεται στο απόγειό της στον «Τροβατόρε», μία κατεξοχήν «όπερα τραγουδιστών»
«Είτε ταξιδέψεις στην Ινδία, είτε στην Κεντρική Αφρική, θα ακούσεις τον Τροβατόρε», έγραφε ο Τζουζέπε Βέρντι το 1862, γεγονός που ισχύει μέχρι σήμερα.
Οχι τυχαία, σε λιγότερο από μία δεκαετία, η όπερα κατέκτησε την υφήλιο, αφού πρόκειται για αρχετυπικό μελόδραμα του Ρομαντισμού, στο οποίο τα συναισθήματα εκφράζονται μέσα από μουσική μελωδική και ορμητική, άριες και ντουέτα γεμάτα πάθος, όπως επίσης διάσημα χορωδιακά, που δίκαια έχουν χαρίσει στην όπερα αυτή την αθανασία.
Εχει να παρουσιαστεί στο Ηρώδειο τριάντα χρόνια, από το καλοκαίρι του 1982, γι’ αυτό η παραγωγή του «Τροβατόρε» της Λυρικής, αύριο και στις 12, 13, 14 του μήνα, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, αναμένεται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
Την ορχήστρα της ΕΛΣ διευθύνει ο αρχιμουσικός Λουκάς Καρυτινός, ενώ τη σκηνοθεσία, τα σκηνικά, τα κοστούμια και τους φωτισμούς έχει αναλάβει ο «μάγος της όπερας», όπως τον έχουν αποκαλέσει, Ιταλός σκηνοθέτης Στέφανο Πόντα.
Στον «Τροβατόρε» όλα διαδραματίζονται ανάμεσα στη φωτιά και στο φεγγαρόφωτο, ανάμεσα στη φλόγα του πάθους που καίει στα σωθικά και των τεσσάρων βασικών χαρακτήρων και στο ψυχρό φως του φεγγαριού, που φωτίζει ακραίες καταστάσεις.
Στην όπερα δεν υπάρχει λόγος, υπάρχει τραγούδι. Τα πρόσωπα δεν έχουν σώμα αλλά χειρονομίες, σκέψεις. Η όπερα είναι μία τέχνη που ξεδιπλώνεται μέσα από σύμβολα. «Σε αυτό το σημείο παρεμβάλλεται η μεγαλοφυΐα του Βέρντι. Ο συνθέτης αυτός διέθετε την ικανότητα να συνοψίσει τη δαιδαλώδη και αναληθοφανή πλοκή του ”Τροβατόρε” και να την εξυψώσει σε κάτι θεϊκό.
Δεν είναι το λιμπρέτο ή ο λόγος, αλλά η μουσική και η δραματουργία του συνθέτη, οι οποίες κατορθώνουν να προσδώσουν η μία στην άλλη εκείνη την απόλυτη καθολικότητα που βρίσκεται σε πλήρη συμφωνία προς την αιώνια ποιότητα ενός χώρου όπως το Ηρώδειο, ενός περιβάλλοντος εξαγνισμένου και καθαγιασμένου από τους αιώνες», τονίζει ο Πόντα.
Η «δύναμη» και η «οντότητα» του χώρου καθόρισαν τη σκηνογραφική του προσέγγιση. «Μπροστά σε όλο αυτό (το μνημείο) πώς να φτιάξει κανείς ένα σκηνικό; Αντίθετα ο προτεινόμενος σκηνικός χώρος οφείλει να σεβαστεί το μνημείο και να είναι φυσικός, αρχαϊκός και αρχετυπικός, να μη φιλοξενεί την τραγωδία του χθες ή του σήμερα, μιας γυναίκας ή ενός τροβαδούρου, αλλά την τραγωδία όλης της ανθρωπότητας δίχως πριν ή μετά.
Οφείλει να υποβάλλει την αίσθηση ότι η δράση εκτυλίσσεται σαν μέσα σε μια λήθη, στην οποία μόνον η μουσική μπορεί να μας μεταφέρει ή σαν μέσα σε μία κατοικία όπου ξαναβρίσκεται κανείς πολλά χρόνια αφότου είχε φύγει: τα στοιχεία και οι ημερομηνίες επιστρέφουν στη μνήμη όλα μαζί, σε μία ενιαία, συνολική ανάμνηση που τα περιλαμβάνει όλα, χωρίς τον τακτικό κατακερματισμό που είναι απαραίτητος σε μία αφήγηση».
Ακόμα και τα κοστούμια δεν αποτελούν «διάκοσμο», αλλά «προέκταση μίας εσωτερικής αισθητικής, μία διασπασμένη έκφραση ωραίων και χαμένων πόθων».
ΤΕΣΣΕΡΑ ΣΤΕΡΕΟΤΥΠΑ
Μια κατεξοχήν «όπερα τραγουδιστών» είναι ο «Τροβατόρε», καθώς απαιτεί κορυφαίους ερμηνευτές στους βασικούς ρόλους. Τέσσερις ρόλοι, τέσσερα φωνητικά στερεότυπα: όλο το δράμα βρίσκεται στη διαπλοκή τους. Η μελωδική έμπνευση του Βέρντι εμφανίζεται στο απόγειό της. Στην παραγωγή της Λυρικής, στον ρόλο του Κόμη Ντι Λούνα ο Δημήτρης Πλατανιάς, τη Λεονόρα ερμηνεύει η Ιάνο Τάμαρ, την Ατσουτσένα η Μαριάνα Πεντσέβα και τον Μανρίκο ο τενόρος Βάλτερ Φρακάρο.
ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΚΑΡΑΛΗ
akarali@pegasus.gr