Της Δέσποινας Μακρινού
12 Ιουλίου 1904 – 23 Σεπτεμβρίου 1973
” Μπορείς να κόψεις όλα τα λουλούδια,
αλλά δεν μπορείς να εμποδίσεις την Άνοιξη να ΄ρθει”
Μιά μέρα σαν την χθεσινή, 12 Ιουλίου, ακριβώς πρίν απο 118 χρόνια , γεννιέται στη Χιλή, ο μεγαλύτερος ποιητής του 20ου αιώνα , ο Πάμπλο Νερούδα.
Το πραγματικό του όνομα είναι Ρικάρντο Νεφταλί Ρέγιες Μπασοάλτο και ζεί με την οικογένειά του στην πόλη Παράλ της Χιλής . Η μητέρά του ένα μήνα μετά τη γέννησή του, πεθαίνει απο φυματίωση και ο πατέρας του αναγκάζεται να μετακομίσει σε άλλη πόλη και να ξαναπαντρευτεί. Σε ηλικία μόλις 10 ετών γράφει το πρώτο του ποίημα, αλλά ο πατέρας του, που εργάζεται στους σιδηροδρόμους, τον αποθαρύνει και του το απαγορεύει. ‘Ετσι για να μπορέσει να συνεχίσει αναγκάζεται να υιοθετήσει το ψευδώνυμο Πάμπλο Νερούδα. απο τον γνωστό Τσέχο ποιητή Γιαν Νερούντα .
Στο σχολείο ευτύχησε να έχει δασκάλα την πεζογράφο και μετέπειτα κάτοχο βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας, Γκαμπριέλα Μιστράλ, η οποία και τον εμύησε στην κλασική ρώσικη λογοτεχνία .
Σταθμός στη ζωή του υπήρξε η γνωριμία του με τον Ισπανό ποιητή Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα στο Μπουένος Άυρες το 1933.
Ένα χρόνο αργότερα διορίζεται πρόξενος της Χιλής, αρχικά στην Βαρκελώνη και στη συνέχεια στη Μαδρίτη. Εκεί θα ξανασυναντήσει τον Λόρκα και τη “φωνή της πένθιμης πορτοκαλιάς‘ και θα ενταχθεί διακριτικά,λόγω της διπλωματικής του ιδιότητας, στην λογοτεχνική “Γενιά του 27” που αγωνιζόταν ενάντια στο φασισμό στην Ισπανία.
Τον Αύγουστο του 1936 ο Νερούδα πληγώνεται βαριά, όταν μαθαίνει ότι ο Λόρκα δολοφονήθηκε. Ο κορυφαίος Ισπανός ποιητής εκετελέστηκε απο τους φασίστες του Φράνκο χωρίς δίκη, γιατί ήταν δημοκράτης και ομοφυλόφιλος. Ο Νερούδα γράφει:
Αν μπορούσα να κλάψω από φόβο σε ένα μοναχικό σπίτι,
αν μπορούσα να μου βγάλω τα μάτια και να τα φάω,
θα το έκανα για τη φωνή σου της πένθιμης πορτοκαλιάς
και για την ποίησή σου που βγαίνει κραυγάζοντας.
Λίγο αργότερα μετακομίζει στο Παρίσι και συνεχίζει την δράση του στο πλευρό των δημοκρατικών δυνάμεων της Ισπανίας. Ιδρύει την “Ισπανοαμερικανική ομάδα αλληλεγγύης” και διευθύνει το περιοδικό ” ” Οι ποιητές του κόσμου υπερασπίζονται τον ισπανικό λαό “.
Το 1939 ορίζεται πρόξενος της Χιλής στο Παρίσι, με σκοπό να βοηθήσει τους Ισπανούς δημοκράτες που είχαν εξοριστεί. Ο Φράνκο έχει πλεόν επικρατήσει και οι διώξεις των Δημοκρατικών, Ισπανών και ξένων εθελοντών απο τις Διεθνείς Ταξιαρχίες, έχει ξεπεράσει κάθε όριο βίας και εκδίκησης .
Ο Νερούδα ευαισθητοποιημένος με βαθειά δημοκρατική συνείδηση, οργανώνει μεγάλη επιχείρηση διάσωσης. Με ανυπέρβλητες δυσκολίες και χιλιάδες προβλήματα, καταφέρνει να ναυλώσει το ιστορικό πλοίο “Winnipeg” και να μεταφέρει 2000 Ισπανούς εξόριστους στο λιμάνι Βαλπαραίσο της Χιλής .
” Ήταν ψαράδες, αγρότες, εργάτες, διανοούμενοι, ένα δείγμα δύναμης, ηρωισμού και δουλειάς. Η ποίησή μου για τον αγώνα τους κατόρθωσε να τους βρει πατρίδα. Ένιωσα περήφανος», έγραψε με το τέλος της επιχείρησης.
Ο Πάμπλο Νερούδα συνδεόταν στενά, φιλικά αλλά και ιδεολογικά, με τον Λουί Αραγκόν, τον Ναζίμ Χικμέτ και τον Φιντέλ Κάστρο.
Το Κάντο Χενεράλ ( 11 τόμοι ) έγινε γνωστό στην Ελλάδα απο την σπουδαία Δανάη Στρατηγοπούλου – Χαλκιαδάκη, η οποία υπήρξε και στενή φίλη του. Μελοποιήθηκε απο τον Μίκη Θεοδωράκη και κατέκτησε μιά ιδιαίτερη θέση στην παγκόσμια μουσική σκηνή. Η ίδια η Δανάη σε μία απο τις τελευταίες της συνεντεύξεις είχε δηλώσει :
” Ο Νερούδα είναι ο άνθρωπος που ταυτίστηκε με τον κόσμο της δουλειάς, τον πάντα αδικημένο σ’ αυτόν τον πλανήτη. Και όχι με λόγια. Είναι ο ποιητής, που η ποίησή του δεν είναι καμωμένη από λόγια, αλλά από έργα. Ο στίχος του είναι έργο – ποίημα. Το βλέπεις, το πιάνεις στη χούφτα σου, το ακουμπάς στην καρδιά σου κι ακούγεται διπλό τικ – τακ…».
Στη Χιλή ωστόσο τα πράγματα έχουν αλλάξει και ο Πρόεδρος Γκονσάλες Βιδέλα εκδίδει ένταλμα σύλληψης εναντίον του.
Ο Νερούδα αναγκάζεται να κρυφθεί για τέσσερις μήνες στο υπόγειο ενός φίλου του. Με την βοήθεια των φίλων του καταφέρνει να διαφύγει στην Αργεντινή, όπου και έζησε εξόριστος έως το 1952. Κατά τη διάρκεια της εξορίας του, επιχείρησε να ταξιδέψει σε διάφορες χώρες της Ευρώπης και της Λατινικής Αμερικής, χωρίς όμως στις περισσότερες απο αυτές, να γίνει αποδεκτός, λόγω των πολτικών του πεποιθήσεων.
Στην εξορία γνώρισε τη Χιλιανή τραγουδιστρια Ματίλντε Ουρρούπα, την οποία και παντρεύτηκε το 1966 μετά την έκδοση του πρώτου του διαζυγίου.
Το 1949 επισκέφθηκε τη Σοβιετική Ένωση, προκειμένου να λάβει την τιμητική διάκριση με το “Βραβείο Λένιν“.
Με το τέλος της δικτατορίας, επιστρέφει στη Χιλή στο πλευρό του Σαλβαδόρ Αλιέντε.
Το 1971 του απονέμεται το Νόμπελ Λογοτεχνίας, το οποίο παραλαμβάνει ενώ ήταν άρρωστος απο καρκίνο.
Πέθανε λίγες μέρες μετά τη δολοφονία του Αλιέντε, στις 23 Σεπτεμβρίου του 1973.
Ο θάνατος του προήλθε κάτω απο αδιευκρίνιστες συνθήκες σε ένα καθεστώς βίας , φόβου και τρομοκρατίας. Πολλοί μιλούν για θάνατο που προκάλεσε η άρνηση του δικτάτορα Πινοσέτ, στην παροχή ιατρικής φροντίδας, ενώ βρισκόταν σε κατ’ οικον περιορισμό. Η κηδεία του προκάλεσε παγκόσμια θλίψη, με καταδικαστικές κινητοποιήσεις σε όλες τις χώρες ενάντια στο αυταρχικό καθεστώς του Πινοσετ.
Τα έργα του έως το 1990 ήταν απαγορευμένα, ενώ το σπίτι και τα βιβλία του βανδαλίστηκαν με απόφαση του δικτάτορα.
«’Ητανε της τύχης μου να υποφέρω, όσα υπόφερα και της τύχης μου να αγωνιστώ όπως αγωνίστηκα, να αγαπήσω και να τραγουδήσω όπως τραγούδησα. Γνώρισα σε διάφορα σημεία της Γης το θρίαμβο και την ήττα, έχω ζωντανή στη μνήμη μου τη γεύση του ψωμιού, αλλά και τη γεύση του αίματος. Τι περισσότερο μπορεί να θέλει ένας ποιητής; Η ζωή μου στάθηκε η ίδια η ποίησή μου και η ποίησή μου υπήρξε το στήριγμα όλων των αγώνων μου. Η ποίηση διδάσκεται βήμα-βήμα ανάμεσα στα πράγματα και στις υπάρξεις, χωρίς να τα χωρίσουμε, αλλά ενώνοντάς τα με την ανιδιοτελή απλωσιά της αγάπης“.