Ο Μάνος της Ευδοκίας
Κείμενο και σκίτσο Γιάννης Κουτσοκώστας
Ο Μάνος Λοίζος ήταν ο μόνος Έλληνας συνθέτης που θα μπορούσε να φθάσει ή ακόμα και να ξεπεράσει τα δύο ιερά τέρατα της σύγχρονης ελληνικής μουσικής, το δίδυμο Θεοδωράκη – Χατζιδάκι.
Δεν πρόλαβε. Έφυγε από τη ζωή στις 17 Σεπτεμβρίου, το 1982 σε ηλικία μόλις 45 ετών, αλλά δεν πέθανε ποτέ. Ζει και θα ζει μέσα από τα εκατοντάδες αξεπέραστα και απίστευτα μελωδικά τραγούδια του, που μας συνοδεύουν δεκαετίες τώρα στη χαρά, τη λύπη, τον αγώνα, τον έρωτα, στη ζωή.
« Ο Μάνος” είχε πει ο Μίκης Θεοδωράκης για τον Λοΐζο, “ήταν μια πλαγιά πολύχρωμα λουλούδια, που έλαμπαν καθώς τα χτυπούσε ο ήλιος. Και θα λάμπουν για πάντα, όσο θα υπάρχει και θα λάμπει στον κόσμο αυτός ο μοναδικός ήλιος: η καρδιά του ανθρώπου».
Ο Λοΐζος γεννήθηκε στις 22 Οκτωβρίου του 1937 κατ΄ άλλους στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου και κατ’ άλλους σε ένα χωριό κοντά στη Λάρνακα στην Κύπρο.
Αφού «περιπλανήθηκε» ανάμεσα στις σπουδές στο βιολί, την κιθάρα, τη ζωγραφική, την ΑΣΟΕ και τη Φαρμακευτική στο τέλος βρήκε τον δρόμο του και αφοσιώθηκε στη μουσική.
Ηχογραφεί το πρώτο του τραγούδι «Το τραγούδι του δρόμου» από ένα ποίημα του Λόρκα με ερμηνευτή τον Γ. Μούτσιο. Όλος αυτό ο χείμαρρος μελωδιών που έκρυβε μέσα του βρήκε διέξοδο και ξέσπασε ορμητικός.
Το 1964 γράφει «Το ακορντεόν», τον «Στρατιώτη» και τον «Γ’ Παγκόσμιο», που γίνονται σύμβολα των αγώνων λαού και νεολαίας. Στη χούντα διέφυγε στην Αγγλία, αλλά επέστρεψε, όταν ο Λευτέρης Παπαδόπουλος του πρόσφερε καταφύγιο, αλλά και την ευκαιρία για μια καλλιτεχνική συνεργασία, που άφησε πίσω της αριστουργήματα.
Το 1971 γράφει τη μουσική για την ταινία του Αλέξη Δαμιανού Ευδοκία», από την οποία ξεχώρισε το περίφημο και υπέροχο «ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας».
Με την πτώση της χούντας ο Λοΐζος ηχογραφεί ακατάπαυστα τραγούδια, που είχε απαγορεύσει η λογοκρισία, συνεργάζεται εκτός από τον Λευτέρη Παπαδόπουλο με ποιητές όπως ο Δ. Χριστοδούλου, ο Γ. Νεγρεπόντης ο Φώντας Λάδης και από αυτές τις συνεργασίες προκύπτουν δίσκοι, που γίνονται ανάρπαστοι όπως «Τα τραγούδια του δρόμου», «Καλημέρα ήλιε» «Τα νέγρικα», «Τα τραγούδια μας» κ.α.
Τον Οκτώβριο του 1981 παρουσιάζονται τα πρώτα προβλήματα στην υγεία του Λοΐζου. Νοσηλεύτηκε στο Γενικό Κρατικό με περικαρδίτιδα, βγήκε από το νοσοκομείο και έμεινε όρθιος για να ηχογραφήσει το δίσκο «Γράμματα στην αγαπημένη» σε στίχους του Ναζίμ Χικμέτ και απόδοση στα ελληνικά του Γιάννη Ρίτσου.
Ήταν ο τελευταίος δίσκος, το «κύκνειο άσμα» του μεγάλου και αγαπητού από όλους μουσικοσυνθέτη. Η αυλαία της ζωής του έκλεισε μετά από διαδοχικά εγκεφαλικά επεισόδια σε νοσοκομείο της Μόσχας.
Ήταν στις 17 Σεπτεμβρίου του 1982.