Κι ο κόσμος πάσχει μονομιάς
Ιούλιος 2025.
Γράφει η Ευτυχία Καρύδη Φαράκου Ένα κοριτσάκι τριών χρόνων ξεβρασμένο από τη θάλασσα, εκεί όπου ο ήχος των κυμάτων κτυπάει στην ακτή, στον Φλοίσβο της μενεξελί αθηναϊκής πολιτείας.
Στο Ζάπειο μια 67χρονη γυναίκα δημοσιογράφος, αυτοπυρπολείται. Όσοι την γνώρισαν, λένε πως το ανάστημά της μετριέται μόνο με την μεζούρα της αξιοπρέπειας.
—-” Όταν χτύπησε, δεν την πήγα νοσοκομείο. Δεν είμαι νόμιμη, δεν έχω χαρτιά. Φοβήθηκα!” απολογείται η μάνα της μικρής, που το τελευταίο της νανούρισμα το έκανε η θάλασσα. Αν υπάρχεις, στείλε μου σήμα, Θεέ, πως την προσέχεις.
—- “Δεν έχω να φάω!” ήταν οι λέξεις που βγήκαν από το στόμα της αυτοπυρπολημένης γυναίκας – δημοσιογράφου, λίγο πριν ο αρχάγγελος της κουνήσει τα φτερά του.Και ουκ επ΄άρτω μόνο ζήσεται, ο απελπισμός.
“Ναυάγια της ζωής” θα μού πείτε. Και δεν θα εκπλαγώ με την αντίδραση- διαπίστωση. Συνηθίσαμε! Χθες και σήμερα ίδια και όμοια. Κι ο κόσμος…Ο κόσμος χάνεται μονομιάς. “Μα όποιος δεν φοβάται το πρόσωπο του τέρατος, αρχίζει να τού μοιάζει”, λέει ήρεμα αυστηρά στη συντροφιά ο Μάνος Χατζηδάκις.
Είναι οι μέρες που ο αυριανισμός- κιτρινισμός σε στενή συμπόρευση με την εφημερίδα “Ελεύθερη Ώρα” (πες σημερινή χρυσή αυγή και βάλε…) έχει περιλάβει, εκτός από τον Μάνο Χατζηδάκι, τον Γρηγόρη Φαράκο και την αφεντιά μου. “Βλέπεις; Είμαστε όμοιοι!” μού ψιθυρίζει ο Χατζηδάκις.
Όμοια με τον Μάνο Χατζηδάκι! Πολλά έχω χάσει στη ζωή. Κι άλλα τόσα, ίσως και περισσότερα, μού έχουν χαριστεί αφειδώλευτα, απλόχερα. Ας πούμε, εκείνο το.. “Βλέπεις, είμαστε όμοιοι!”.
Αλλά, εκείνη την βραδυά , η μπηχτή για το τέρας, είναι κατ΄ ευθείαν βολή για την Μελίνα Μερκούρη, που ξώφαλτσα πήρε κι εμένα. Εκτός από τον Τζούλη της, νομίζω, πως δεν υπάρχει άλλος που να την κοίταξε με λατρεία στα ίσα, όπως ο Μάνος Χατζηδάκις. Γι αυτό, δεν την θέλει αιχμάλωτη, μιας δημοκρατίας που αυτοευτελίζεται. Κι έχει δίκιο. Είχε δίκιο. Το έβλεπε κι εκείνη, το διαισθανόταν και το αισθανόταν…'”Δεν αρέσομε πια “παραδέχεται.
Πιο κει ο μετρημένος Ιάκωβος Καμπανέλλης μάς εκμυστηρεύεται για μια ακόμη φορά :”Πιστέψτε με! Ούτε πίσω από τον φράχτη του Μάουτχάουζεν δεν ένοιωσα να χάνομαι ως άνθρωπος. Ρίγος με διαπερνά με όσα συμβαίνουν. Φαίνεται η αντικομμουνιστική υστερία έκαμε το ναζισμό να ξεχνιέται και κάποτε να αθωώνεται”.
Λάμνει σιγαλά ο βαρκάρης. Αρχίζει να ξημερώνει στην Παλαιά Επίδαυρο. Από την ανοιχτή μπαλκονόπορτα του “Apollon Beach Hotel” Βερδελής, κοιτάζω προς τα δεξιά το σπίτι της Μελίνας. Ένα καθάριο φως, με το πιο άυλο γαλάζιο του κόσμου με κλέβει. Θέλω να ξαναζήσω το παραμύθι μαζί Της. Μαζί τους. Με τον Αντώνη Καλογιάννη, που αύριο 3 Αυγούστου έχει τα γενέθλια του, να τραγουδάνε καθώς “Το γαλάζιο πουλί” του Μέτερλινκ.
“Μεσόγειο την λεν../Λαοί της συμφοράς και πίκρα του θανάτου../Στην Ισπανία εχάθη η λέξη λευτεριά../Πάντα η Αθήνα μένει όνειρο πικρό../ Τον Παρθενώνα κρύβουν σύννεφα βαριά/ Το καλοκαίρι εκεί δεν τρέμει τον καιρό/ Μεσ΄ στη Μεσόγειο”







