Κανείς δεν υπολόγισε ότι η οδύνη της απώλειας των 57 παιδιών απο τους συγγενείς δεν θα είχε ημερομηνία λήξεως. Κανεί δεν πίστευε ότι το δράμα των συνανθρώπων μας της κάθε μάνας πατέρα και αδελφού,θα γινόταν και δικός μας πόνος. Στις νύχτες που περνάει ο πατέρας επιστράτευσα και τον ποιητή Τάσο Λειβαδίτη .γιατι δεν βρίσκω λόγια που θα μπορούσα να γράψω…

Οἱ ταξιδιώτες χάθηκαν στο βάθος
άλλους τους κράτησε για πάντα το φεγγάρι
οἱ καγκελόπορτες το βράδυ ανοίγουνε μ᾿ ένα λυγμό
οι ταχυδρόμοι ξέχασαν το δρόμο
κι ἡ εξήγηση θα ρθεί κάποτε
όταν δεν θα χρειάζεται πιά καμία εξήγηση

… Ζούσε την τελευταία του ώρα. Στο σταθμό, νύχτα, περίμενε τὸ τρένο, που θα ᾿πέφτε μπροστά του να τελειώνει. Ἄξαφνα, από μια παλιά ξεχασμένη παρόρμηση ανέβηκε στη γραμμή να περπατήσει, όπως άλλοτε, που ήταν ένα αιώνιο παιδί. Τότε, μ᾿ έκπληξη , είδε τη μικρή πεθαμένη εξαδέλφη να περπατάει στην άλλη γραμμή, απλώνοντας τούτο το χέρι, για να κρατηθούν, πιὸ στέρεα, πάνω ἀπ᾿ τ᾿ ὄνειρο.
……Περπάτησαν ὥρα, χαμογελώντας ὁ ένας στον άλλον, κι όταν πέρασε τυφλό το τρένο, βουίζοντας, τα δύο παιδιά χειροπιασμένα συνέχιζαν να προχωράνε πάνω στις ράγες,
……ενώ το πτώμα ενός άντρα κείτονταν πιο εκεῖ.

Κλείσε το σπίτι. Δώσε σε μια γειτόνισσα το κλειδί και προχώρα. Ἐκεῖ που οἱ φαμίλιες μοιράζονται ἕνα ψωμί στα οκτώ, εκεί που κατρακυλάει ὁ μεγάλος ἴσκιος τῶν ντουφεκισμένων. Σ᾿ όποιο μέρος της γης, σ᾿ όποια ώρα,
εκεῖ που πολεμάνε και πεθαίνουν οἱ άνθρωποι γιὰ ἕνα καινούργιο κόσμο… ἐκεῖ θὰ σὲ περιμένω, ἀγάπη μου!







