Του Δημήτρη Κωνσταντάρα
Το πρωί της Δευτέρας, 21 Οκτωβρίου, ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Αθλητικού Τύπου του οποίου είμαι εδώ και 30 χρόνια τακτικό μέλος, με τίμησε με ένα βραβείο για τη συγγραφή του μυθιστορήματος «Η Αφροδίτη της Ανάφης» που κυκλοφόρησε τον Ιούνιο . Και επειδή συγκινούμαι εύκολα, ξανα-συγκινήθηκα κατά την απονομή και παραλίγο να με… πάρουν τα ζουμιά. Βλέπετε, θεωρώ τα βιβλία μου το δεύτερο σημαντικότερο αγαθό στη ζωή μου, μετά την οικογένειά μου.Έφυγα από την τελετή με τον τιμητικό έπαινο ανά χείρας και βγαίνοντας από το κτίριο της Γενικής Γραμματείας Τύπου, με πλησίασε μια πολύ νεαρή συνάδελφος, με συνεχάρη για το βραβείο και για το βιβλίο μου και με ρώτησε με θαυμαστή αφέλεια: «Που μπορώ να το βρω;»
Λίγα χρόνια νωρίτερα, θα είχα γελάσει, θα της είχα …τσιμπήσει το μαγουλάκι και θα της είχα πει το αυτονόητο: «Στα βιβλιοπωλεία». Αλλά το σκέφτηκα. Ποια βιβλιοπωλεία; Υπάρχουν πλέον βιβλιοπωλεία; Που; Και ποια; Πουλάνε βιβλία; Έχουν στα ράφια και τις προθήκες τους τις νέες κυκλοφορίες βιβλίων από σύγχρονους Έλληνες συγγραφείς; Τα έχουν έστω ακουστά ώστε να μπορέσει ο ενδιαφερόμενος να τα παραγγείλει αν αυτός ο ενδιαφερόμενος ΔΕΝ μπορεί ή δεν έχει μάθει να χρησιμοποιεί το διαδίκτυο;
Υπερβολή; Δοκιμάστε το. Πόσα βιβλιοπωλεία ξέρατε πριν από 7-8 χρόνια και πόσα υπάρχουν σήμερα; Τα έχετε επισκεφθεί; Τα έχουν τα βιβλία; Έχουν γενικά βιβλία ή απλώς μια «μόστρα» από όσα – κυρίως ξένα – έχουν γίνει κινηματογραφικές ταινίες ή όσα προβάλλονται από γκρουπ ΜΜΕ τα οποία συνδυάζοντας τηλεόραση – ραδιόφωνο- έντυπο διαφημίζουν ΜΟΝΟ τα δικά τους «προιόντα»;
Της είπα της νεαρής συναδέλφου που ευγενέστατα μου είπε ότι έχει διαβάσει 2-3 βιβλία μου αλλά άλλα 2-3 για τα οποία είχε ακούσει καλά λόγια, δεν μπορεί να τα βρει στα βιβλιοπωλεία, ότι μπορεί να το βρει σ΄ ένα γραφείο που έχει ο εκδοτικός οίκος στην οδό Σόλωνος μέσα από το οποίο, πουλάει κι όλας.
Το βιβλίο είναι το δεύτερο «στοιχείο» πολιτισμού, μετά από τη μουσική ( δίσκοι ή cd δεν πωλούνται πια πουθενά αλλά και ο κόσμος δεν τα αγοράζει γιατί ή παίρνει τα φτηνά κλεψίτυπα από το παραεμπόριο ή τα «κατεβάζει» από το internet ) που απειλείται με εξαφάνιση. Και μπορεί ο μουσικός ή ο τραγουδιστής να πει ότι ζει απ΄ τη δουλειά του γιατί τα τραγούδια του παίζονται στο ραδιόφωνο, γίνονται γνωστά και μετά μπορούν να του εξασφαλίσουν ένα κάποιο μεροκάματο σε νυχτερινό κέντρο. Ο συγγραφέας όμως; Ο συγγραφέας γράφει απλώς από… χόμπι, από ματαιοδοξία ή από πάθος.
Το θέμα όμως δεν είναι μόνο εάν ο μουσικός, ο τραγουδιστής , ο ποιητής ή ο συγγραφέας «βγάζει μεροκάματο» από την πώληση αλλά το ότι το πνευματικό του προιόν ΔΕΝ ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ. Ύστερα από μερικές εβδομάδες, εξατμίζεται, διαλύεται, χάνεται. Σαν να μη γράφτηκε ποτέ.
Η οικονομική κρίση έχει μειώσει το διαθέσιμο «κεφάλαιο» του μέσου πολίτη ο οποίος δεν αισθάνεται ότι έχει τόση ανάγκη το cd με τα τραγούδια ή το βιβλίο όση ένα σαπούνι, ένα ζευγάρι παπούτσια ή ένα κοτόπουλο. Αναζητεί χρήματα για να ντυθεί, να φάει, να ζεσταθεί. Και φυσικά, χρήματα για να αγοράσει μουσική ή βιβλία δεν περισσεύουν. Όπως άλλωστε ούτε περιοδικά πολύ-αγοράζει ενώ και οι πωλήσεις εφημερίδων έχουν μειωθεί δραματικά. «Τι να τα κάνω τα τραγούδια και τα βιβλία όταν πρέπει να ψωνίσω γάλα και μακαρόνια και να βάλω λίγη βενζίνη στο αυτοκίνητο» λέει ο μέσος πολίτης . Και έχει δίκιο.
Κι όσο γι αυτόν που θα το πάρει το cd ή το βιβλίο γιατί το θεωρεί απαραίτητο, αναγκαίο κομμάτι της πνευματικής του χαλάρωσης και βελτίωσης, μέχρι και διασκέδασή του, θα αγοράσει αυτό το cd η το βιβλίο του οποίου την ύπαρξη, την κυκλοφορία την έχει πληροφορηθεί γιατί έχει ακούσει γι αυτό στο ραδιόφωνο ή την τηλεόραση, έχει διαβάσει γι αυτό στα περιοδικά ή τις εφημερίδες, έχει ενημερωθεί ότι – ας πούμε- η «Αφροδίτη της Ανάφης» ΥΠΑΡΧΕΙ.
Αλλιώς, αν τύχει και βρεθεί κάπου, τυχαία ίσως, κοντά σ΄ ένα συγγραφέα και θέλει να πάρει το βιβλίο του, θα τον ρωτήσει με περισσή αλλά και αναγκαστική αφέλεια : «Που μπορώ να το βρω»;
Και δυστυχώς, ο συγγραφέας ΔΕΝ θα μπορεί σήμερα να απαντήσει έτσι όπως θα απαντούσε πριν από –έστω- πέντε χρόνια: «Στα βιβλιοπωλεία».
Και γιατί γράφω ακόμα; Ε… είπαμε. Από πάθος. Και από βίτσιο. Και επειδή όλο και υπάρχουν κάποιες – λίγες- χιλιάδες άνθρωποι που θα το αναζητήσουν το βιβλίο. Θα το βρουν. Θα το διαβάσουν. Κι εγώ – ή οποιοσδήποτε άλλος συγγραφέας- θα έχω βρει άλλη μια «αδελφή ψυχή» που τόσο πολύ χρειαζόμαστε σήμερα.