Ωστόσο η Λέσινγκ δεν υπήρξε μόνο Βρετανή. Οι περισσότερες ιστορίες της για την Αφρική μιλάνε και η Αφρική είναι αυτή που διαμόρφωσε την επαναστατημένη συνείδησή της, κυρίως λόγω του απαρτχάιντ και της υποδεέστερης θέσης των γυναικών. Το έχει πει και η ίδια, άλλωστε: «Οι άνθρωποι φτιάχνονται από το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνουν».
Και το περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσε εκείνη δεν ήταν και τόσο βρετανικό, έστω και αν οι γονείς της ήταν Βρετανοί. Γεννήθηκε στις 22 Οκτωβρίου του 1919 – έφθασε δηλαδή τα 94 – στην τότε Περσία. Ο στρατιωτικός πατέρας της ήταν ανάπηρος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Και γνώρισε τη νοσοκόμα σύζυγό του όταν ανάρρωνε μετά τον ακρωτηριασμό του ποδιού του. Το ζευγάρι πήγε στην Περσία προκειμένου ο σύζυγος να δουλέψει σε βρετανική τράπεζα. Εκεί γεννήθηκε η Ντόρις αλλά δεν έμειναν πολύ. Η οικογένεια έφυγε όταν η Ντόρις Μέι Τέιλορ, όπως είναι το ονοματεπώνυμό της (το Λέσινγκ προέρχεται από τον δεύτερο σύζυγό της), ήταν μόλις πέντε ετών. Εγκαταστάθηκαν στη Νότια Ροδεσία – τότε βρετανική αποικία -, τη σημερινή Ζιμπάμπουε, όπου ο Αλφρεντ Τέιλορ αγόρασε χίλια στρέμματα θαμνώδους έκτασης για να καλλιεργήσει αραποσίτι. Και όπως η Ντόρις έχει πει, μεγάλωσε μέσα στο φυλετικό μίσος. Ο ίδιος της ο αδελφός ήταν ρατσιστής και αργότερα έκανε να μιλήσει μαζί του τριάντα χρόνια. Και αυτό το φυλετικό μίσος ήταν που έγινε το κεντρικό θέμα του πρώτου της βιβλίου, «Τραγουδάει το χορτάρι» (1950), το οποίο μιλούσε για τη σχέση της συζύγου ενός λευκού κτηματία με τον μαύρο υπηρέτη της – μάλλον προκλητική ιστορία για τα δεδομένα της εποχής.
Το βιβλίο πάντως που θεωρείται Βίβλος του φεμινισμού, το οποίο άλλωστε την καθιέρωσε διεθνώς – έστω και αν αργότερα η ίδια πήρε αποστάσεις από το φεμινιστικό κίνημα -, το κυκλοφόρησε το 1962: είναι το «Χρυσό σημειωματάριο», μυθιστόρημα-ποταμός άνω των 700 σελίδων που έχει πρωταγωνίστρια μια συγγραφέα και χωρισμένη μητέρα, η οποία, για να μην τρελαθεί, κατατάσσει τα βιώματά της σε κατηγορίες και τα καταγράφει σε αντίστοιχα σημειωματάρια. Πρόκειται για την περιγραφή μιας γυναίκας σε αναζήτηση προσωπικής και πολιτικής ταυτότητας, αντιμέτωπης με το τραύμα της συναισθηματικής απόρριψης και της σεξουαλικής προδοσίας, με την επαγγελματική αγωνία και τις εντάσεις της φιλίας και της οικογένειας.
Το μυθιστόρημα αυτό διαδραματίζεται στο Λονδίνο, όπου η Λέσινγκ είχε εγκατασταθεί από το 1950. Πριν έρθει στην Ευρώπη στα 31 της χρόνια, είχε πάντως προλάβει να ζήσει μια ολόκληρη ζωή. Εγκατέλειψε την οικογένειά της και το σχολείο στα 14, δούλευε για να ζήσει, είχε συμμετάσχει ενεργά σε αριστερές οργανώσεις της Ροδεσίας. Εκανε και δύο γάμους, τον πρώτο στα 17 της με τον Φρανκ Γουίσντομ, τον δεύτερο στα 26 με τον γερμανό κομμουνιστή Γκότφριντ Λέσινγκ (με τον οποίο χώρισαν τέσσερα χρόνια μετά), και είχε αποκτήσει τρία παιδιά – δύο από τον πρώτο, ένα από τον δεύτερο. Ο Γκότφριντ Λέσινγκ έγινε αργότερα πρεσβευτής της Ανατολικής Γερμανίας στην Ουγκάντα, όπου και δολοφονήθηκε, το 1979, από εξεγερθέντες κατά του Ιντι Αμίν Νταντά.
«Τότε ήμασταν όλοι κομμουνιστές», έχει πει για τις δεκαετίες του 1930 και 1940. Αλλά και μετά, τις δεκαετίες του ’50 και του ’60, η πολιτική της δράση ήταν διαρκής. Από το 1952 μέχρι το 1956 ήταν και μέλος του βρετανικού κομμουνιστικού κόμματος. Μετά το άφησε, δεν άφησε όμως τους αγώνες: «Τα καλύτερά μου χρόνια τα πέρασα τη δεκαετία του ’60», είπε κάποτε. Διευκρινίζοντας ότι πίστευαν τότε διάφορες ανοησίες. Οτι «σε 15 χρόνια θα είμαστε στην εξουσία», ότι «δεν θα υπάρχουν φυλετικές προκαταλήψεις», ότι «θα είμαστε όλοι ελεύθεροι, δεν θα υπάρχει κράτος». Επίσης ότι «με την πτώση του καπιταλισμού, το μέλλον θα είχε δικαιοσύνη, ισότητα, ίσες αμοιβές για τις γυναίκες, τους ανάπηρους, τους μαύρους. Ολα τούτα δεν είχαν καμία σχέση με αυτό που συνέβαινε στον κόσμο». Ακόμη και για την ιστορία του απαρτχάιντ, η τότε ματιά ήταν συναισθηματική και μάλλον αφελής: «Πιστέψαμε στ’ αλήθεια ότι όταν οι μαύροι πάρουν την εξουσία… Γιατί πιστέψαμε κάτι τόσο ανόητο; Γιατί θα έπρεπε να είναι καλύτεροι από οποιονδήποτε άλλο;».
Δεν τα διέγραψε πάντως ποτέ όλα αυτά. Μπορεί τα περισσότερα να ήταν ουτοπίες, ωστόσο «έφεραν μια τεράστια συναισθηματική φόρτιση. Και αν σε συνεπάρει η γνήσια πίστη, μπορεί να συμβούν θαυμάσια πράγματα».
Αλλωστε ούτε η λογοτεχνία αλλάζει την κοινωνία. Αν και υπάρχουν φορές που έχει μεγάλη δύναμη. «Μπορεί κανείς να πει ότι ο Σολζενίτσιν συνέβαλε στην κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης», έχει πει.
Το μεγαλύτερο βραβείο
Οταν πήρε το Νομπέλ Λογοτεχνίας, το 2007, η Ντόρις Λέσινγκ ήταν 88 ετών. Ηταν η ενδέκατη γυναίκα που έπαιρνε το βραβείο και η γηραιότερη όλων όσοι το είχαν λάβει, γυναικών και ανδρών. Στην ανακοίνωσή της, τότε , η Σουηδική Ακαδημία την χαρακτήρισε ως «επική αφηγήτρια της γυναικείας εμπειρίας».
Τα παραμύθια της γάτας
Από παιδί η Ντόρις Λέσινγκ λάτρευε τις γάτες, έγραψε μάλιστα και σειρά βιβλίων για τα συμπαθητικά αιλουροειδή. Στη φωτογραφία, η συγγραφέας σε νεανική ηλικία με τη γάτα της Μαύρη Παναγιά.