Μέσα Αυγούστου, ξημερώματα, κατεβαίνω με συρτό βήμα την δεξιά όχθη της Πανεπιστημίου. Αυτό το βουερό ποτάμι μοιάζει πια με ξεροπόταμο. Αυτή η λαοπληθής αρτηρία οδηγεί στο far west ή καλύτερα, ως περιγραφή ταιριάζει, σε ταινία συντέλειας κόσμου.
Δεν κινείται φύλλο, δεν υπάρχει ψυχή, όχημα τίποτε. Τα παπούτσια μου διαμαρτύρονται μάλλον εδώ και ώρα. Δεν πρέπει να είναι και πολύ έξυπνη ιδέα. Γυναίκες υπάρχουν πολλές, όμως αναπαυτικά και κυρίως φθηνά παπούτσια όχι. Ας είναι. Ξαφνικά νοιώθω μία ξένη παρουσία. Στην απέναντι όχθη εξίσου βαριεστημένος περπατάει ένας γέρικος λύκος, νομίζω «Γερμανικός Ποιμενικός», πάντως όχι «Ιταλικός Ποιμαντικός». Μαύρη ράχη καφετί υπόλοιπο τρίχωμα, υπέροχος. Έχει αυτό το βλέμμα το λυπημένο και στωικό. Περπατάει λίγο όπως εγώ, σταματάει, ρίχνει μία ματιά πίσω ψηλά στο Σύνταγμα απ’ όπου έρχεται το ποτάμι, μία μπροστά προς το νυν τερατούργημα και πρώην σιντριβάνι, σήμα κατατεθέν των Αθηνών και έπειτα στρέφει το βλέμμα σε εμένα απέναντι και συνεχίζει διστακτικά. Σταματάει και με κοιτάει ίσως για οδηγίες. Φαίνεται απορημένος. Που είναι οι φίλοι του οι άνθρωποι; Είναι μια φοβερά πετυχημένη ερώτηση και η απάντηση παντού και πουθενά. Είναι φοβερά ευαίσθητα και φιλικά ζώα. Τα αδέσποτα ψάχνουν απεγνωσμένα για μία φιλική, σταθερή και μόνιμη ανθρώπινη σχέση επειδή είναι κοινωνικά ζώα. Λυπάμαι φίλε μου δεν είμαι ότι καλύτερο σαν παρέα αυτή τη στιγμή για σένα. Είμαι άδειος από σάντουιτς και αισθήματα. Φρόντισαν κάποιοι γι αυτό.
Ωχ! ετοιμάζεται να διαβεί το Ρουβίκωνα θέλει να γίνουμε φίλοι. Το στρίβω αλά Γαλλικά και χάνομαι μέσα στα στενάκια. Αισθάνομαι τα θλιμμένα του μάτια να μου τρυπούν την πλάτη. Νοιώθω απαίσια. Δεν αντέχω ρίχνω μία κλεφτή ματιά πάνω από τον ώμο μου. Έχει αποδεχθεί την μοίρα του και κατηφορίζει προς την Ομόνοια. Τον θαυμάζω, είναι γενναίος, πάει κατευθείαν στην γη των κανίβαλων. Ίσως βρει μία καλή φωλιά μαζί με ένα ανθρώπινο απομεινάρι κάτω από κανένα χαρτοκούτι. Όμως το ερώτημα παραμένει «που είναι οι φίλοι μας οι άνθρωποι»; «Μα γύρω μας άνθρωπε μου, ρίξε μία ματιά και θα μας δεις». Σταματώ. Μίλησε η σκέψη μου; «Αν θέλεις περίμενε λίγο θα ανοίξουμε τα μαγαζιά, τα περίπτερα, θα γεμίσουμε τα λεωφορεία, θα ταΐσουμε τους πορτοφολάδες, θα βαρέσουμε τις δόσεις μας, θα γίνουμε πολλοί θα δεις, περίμενε λίγο». Ναι η σκέψη μου. Αδημονώ δεν μπορώ να περιμένω. Παίζω την ταινία στο μυαλό μου στο γρήγορο. Μπαίνω από την είσοδο με τα τσαρούχια βιαστικά. Να οι ώρες, περνούν από μπροστά μου μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα: όρθρος, περί μεσούσης αγοράς, περί λύχνων αφάς και ωπ! τι έγινε βρε παιδιά? Ξαφνικά βρίσκομαι, νύχτα πάλι, έξω στην αυλή! Δεν κατάλαβα τίποτε. Τόσοι πολλοί άνθρωποι δίπλα μου! Αρκετοί με κοίταξαν, κάποιοι μου μίλησαν, ακόμη λιγότεροι μου έκαναν μία χειραψία, ελάχιστοι με ένοιωσαν. Φρίκη! Γλιστρούν όλοι σαν τους κόκκους της άμμου μέσα από το χέρι μας. Τι κακό κάναμε στους εαυτούς μας; Χάσαμε την ανθρώπινη ζεστασιά μας; Ζούμε ολέθριους ρυθμούς. Κυνηγάμε το άπιαστο διεκδικώντας τα όλα και χάνοντας την κοινωνικότητα μας. Λοιπόν θα διεκδικήσω την λύση του ερωτήματος στο εγγύς μέλλον, κυρίως για να εξιλεωθώ για την βάρβαρη πρωινή μου συμπεριφορά. Εντάξει;
Πλησίαζε η ώρα και τάχυνα το βήμα μου. Άνοιξα την θύρα (ή την πόρτα αν προτιμάτε) του γραφείου, σύρθηκα στο δάπεδο (μεταφορικά μιλάω), άπλωσα το χέρι να πιαστώ από το τραπέζι και να ανασηκωθώ. Είναι απίστευτο πόσο ψηλά φαντάζει σήμερα. Δυσκολεύομαι και εγώ βιάζομαι κάτι πρέπει να γίνει. Οι λεπτοδείκτες γυρνούν γρήγορα. Τα κατάφερα. Κάθομαι αναπαυτικά στην πολυθρόνα και περιμένω το σήμα στην οθόνη. Θα πρέπει κάποια στιγμή να μαζευτούμε όλοι οι χρήστες ναρκωτικών (συγγνώμη κομπιούτερς ήθελα να πω) και να κάνουμε μία τεράστια αγωγή στον Βασιλάκη τον Θύρα. Πρώτα μας έβαλε στο τριπάκι με τα παράθυρα και μετά μας άφησε να βρίζουμε και να βυσσοδομούμε μέχρι να έρθει το σήμα στην οθόνη και να αρχίσουμε τις αέναες διαδικασίες μέχρι να… , θα κάνω φόνο. Α! νάτο ήρθε. Γρήγοροι πυρετώδεις πληκτρισμοί και ιδού το ζητούμενο. Το «κοινωνικό δίκτυο» εν πλήρει δόξη και τιμή κρίναι ζώντας και νεκρούς (βοήθεια μας). Οι φίλοι μου με τις φωτογραφίες τους, ένα πολύχρωμο μωσαϊκό, διατεταγμένοι σαν στρατιωτάκια που περιμένουν διαταγές. Ξεχασμένα άσβεστα ίχνη της χθεσινής δραστηριότητας μας παγωμένα στην οθόνη μου και στο Columbia των ΗΠΑ. Διαφημίσεις και άχρηστες πληροφορίες συνθέτουν το υπόλοιπο πάνελ της οθόνης. Αναμονή.
Νάτοι! Ένας – ένας διστακτικά σαν τους τριακόσιους πέντε δροσουλίτες του Νταλιάνη που φορτωμένοι τα άρματα τους προβάλλουν πάνω από το Φραγκοκάστελλο νωρίς με την δροσούλα της αυγής. Τι με έχει πιάσει σήμερα; Ένας ύμνος στον άδικο χαμό τους και χάνονται στην θάλασσα σαν συννεφάκια, αδέρφια μας ραντεβού του χρόνου πάλι. Πρώτη παίρνει τα πρωτεία η Πάτρα παθιασμένη με τις ειδήσεις, κάνει επαφή, συζήτηση για ανεκπλήρωτους έρωτες, κουράγιο καλή μου. Έπειτα η συμπατριώτισσα μου η Μελπομένη έχει μια μανία να μου απορρίπτει τις ερωτικές προτάσεις με χιούμορ και απλή γυναίκα όπως είναι με καλεί να ξεπεράσω αδιέξοδα, σε ευχαριστώ γλυκιά μου. Οι δύο τρελές που μ’ αγαπούν (ή τουλάχιστον έτσι θα θελα) γιατί σιωπούν; που έλεγε και ο Δημήτρης Χόρν, ίσως πήγαν διακοπές. Να και ο Πέτρος! Λίγα λόγια στο κακοπαθημένο φίλο μου και βάστα καλά αδελφέ μου εν όπλοις. Ο αιώνια ανασφαλής Σούλης αγουροξυπνημένος «11 η ώρα ξύπνα υπναρά οι γκόμενες μας την κάνανε». Λίγα λογάκια στην Μαρία που την μαχαίρωσε ο άντρας της για να αλλάζει παραστάσεις, μετατραυματικό στρες γαρ. Άντε να ακούσεις τους ατελείωτους λυγμούς του προδομένου Δημητράκη που είναι τρελαμένος με την Λωξάντρα. Από κοντά έναν έλεγχο στην Ειρήνη που της έτυχαν δέκα θάνατοι σε ένα χρόνο. Μία καχύποπτη ματιά στην Ιλόνα πέρυσι κινητοποίησα όλο μου τον στρατό για να την βγάλουμε από τις αυτοκτονικές σκέψεις. Μία στιγμή! Κάτι γράφει η Έφη: «Να πάμε για καφέ 3:00 μμ έχω καινούργιο αίσθημα» ναι χαρά μου! Αυτό κι αν είναι θαυμάσιο νέο. Τέλος με αυτά, τα προσωπάκια με τα ελαφρώς παραλλαγμένα ονόματα! Τα στρατιωτάκια μου με τις φωτογραφίες γραμματόσημα παρέλασαν σήμερα άψογα από μπροστά μου. Ωπ! Για στάσου κάτι γίνεται εδώ.
Αν κατάλαβα καλά, μεταξύ τυρού και αχλαδιού, τηλεφώνων, πνευματικής εργασίας, μίας επαγγελματικής συνάντησης και μίας αψιμαχίας αλληλεπίδρασα με μία όχι ευκαταφρόνητη πλειάδα ανθρώπων. Σίγουρα το ισοζύγιο το δικό μου και το δικό τους δεν ήταν αρνητικό. Αυτό θα φανεί αύριο που θα είναι περίπου ίδιοι πάντως όχι λιγότεροι. Αυτές οι επικοινωνίες είναι πάρα πολύ χρήσιμες σε αυτούς τους ανθρώπους που η κοινωνία πληγώνει καθημερινά. Τελικά φίλοι μου επιτελούμε θεάρεστο έργο μέσω των κοινωνικών δικτύων, προβάλλουμε την κοινωνικότητα μας και την αλληλεγγύη μας και το κακό είναι ότι δεν μας καλεί να μας παρασημοφορήσει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Δεν πειράζει τα τελευταία πέντε χιλιάδες χρόνια η Ελλάδα τρώει τα παιδιά της και μετά το ίδιο κάνουν και αυτά από εκδίκηση.
Το λυπηρό είναι ότι κάποια μορφής ακτινοβολία ερημοποιεί τις γειτονιές και τις πόλεις μας και οι άνθρωποι αποτραβιόνται μέσα στα λαγούμια τους οχυρωμένοι πίσω από μία οθόνη για να είναι προστατευμένοι. Κινδυνεύουμε γιατί τα πρωτεύοντα θηλαστικά και οι σκύλοι έγιναν αυτό που έγιναν επειδή κατάφεραν να μεταφράζουν την γλώσσα τους σώματος, τις κινήσεις, τις γκριμάτσες, την οσμή του ιδρώτα, το τρέμουλο στα ακρόχειλα, την υγρότητα στο βλέμμα, τους κτύπους της καρδιάς των ανθρώπων και επομένως να προβλέπουν τις αντιδράσεις των, τις ανάγκες των και το πρόσφατο παρελθόν τους. Σε καμιά χιλιάδα χρόνια θα χάσουμε τους μιμητικούς μύες του προσώπου μας και θα μοιάζουμε στα πράσινα ανθρωπάκια του Όρσονα. Κάτι πρέπει να ήξερε και μου φαντάζει πολύ ύποπτος τώρα. Πάντως η εξελικτική μας ευφυΐα κατάφερε να αποκαταστήσει με παρεμφερή τρόπο την κοινωνικότητα μας αλλά κρίμα που δεν συμπεριέλαβε στο νέο σχέδιο και τα σκυλάκια. Αυτά δεν μπορούν να καταλάβουν από οθόνες. Μόνο τρομάζουν και πέφτουν κάτω από τους καναπέδες μόλις δουν τον John Wayne να περνά φουριόζος με το άλογο. Ζητώ συγγνώμη από τους Ελληνάρες αλλά ο δικός μας Μέγας Αλέξανδρος χάρις στον Θεόδωρο τον Αγγελόπουλο αφήνει παγερά αδιάφορους τους κύνας.
Τέλος καλό όλα καλά. Πρώτον, λύθηκε το πρόβλημα που είναι οι άνθρωποι. Στα χαρακώματα είναι. Δεύτερον, αν συναντήσετε τα θλιμμένα μοναχικά αδέσποτα και ιδιαίτερα τον γερόλυκο τον δικό μου πέστε του ένα τρυφερό λογάκι, ένα χαδάκι θα ήταν τέλειο (μην ξεχάσετε να πλύνετε καλά τα χέρια σας μετά), αν μάλιστα έχετε και κάτι να φάει θα το εκτιμήσει ιδιαίτερα. Τρίτον, μαθαίνω πως μερικοί μεγαλοεργοδότες κρατικοί και ιδιωτικοί ετοιμάζονται να απαγορεύσουν την κοινωνική δικτυωσύνη (ή διαδικτυωσύνη αν θέλετε) εν ώρα εργασίας. Μην το κάνετε γιατί θα σας πάρει και θα σας σηκώσει. Μα τι έχετε πάθει; Μπορεί η παραγωγικότητα να πέφτει λίγο, αλλά η ανθρωπιά και η ίαση των ψυχών προέχει. Σε τελική ανάλυση την χρειαζόμαστε όλοι με ότι κακό και αν αυτό συνεπάγεται. Ωχ συγγνώμη έχω μήνυμα.