Ποια ειν αυτή η αψιλή, ποια είν αυτή η μοιραία, που έχει χύμα το μαλλί και ένσημα Βαρέα

nachmia
Facebook
Twitter
LinkedIn

Της Νίνας Ναχμία 

Μπορείτε να μου βρείτε, βρε παιδιά καμιά τραγουδίστρια να τραγουδάει; Έτσι για να μην χανόμαστε δηλαδή. Η μια κάνει …πάτωμα. Η άλλη κάνει καναπέ, η άλλη κρεβάτι, η άλλη ξενοδοχείο, η άλλη σουξουμούξου κι όπου βρω, αρκεί να ρέει το ευρώ. Δηλαδή λάθος ήξερα εγώ μέχρι τώρα που πίστευα πως η τραγουδίστρια πρέπει να τραγουδάει; Φαίνεται πως λάθος ήξερα η άσχετη. Γιατί τώρα έτσι και είσαι ψώνιο και έχεις και να τα χώνεις, σε κάνουνε «μπριζόλα» πρώτης.

Περνάς βέβαια το σχετικό ρεζιλίκι, αλλά εκεί θα σταματήσουμε; Γιατί να το κρύψομεν άλλωστε! Ρεζιλίκια είμαστε από πάντα. Ε, ας το μάθει κι ο κόσμος, να γίνουμε και αναγνωρίσιμα ρεζιλίκια να μας βλέπει κ’ η μαμά μας με τις φίλες της, να καμαρώνει. Ν’ ακούμε κι εμείς, οι αμόρφωτοι, να μαθαίνουμε και να επιμορφωνόμαστε, πως γίνεται μία πολιτισμένη συζήτησης επί ανωτάτου επιπέδου και κατωτάτου υπογείου, όταν η Μαλιοτραβάκη μαλλιοτραβιέται στα «μεσημεριανάδικα» με μιαν άλλη ξανθομπουμπού που, στο τέλος υποχωρεί στο φραστικό μένος της μπριζόλας γιατί δεν θέλει, λέει, να κατέβει στο δικό της επίπεντο κι έτσι γλιτώνουμε από την Καλίγια Περαιτέρω (έτσι λέγεται μια Ρωσίδα αοιδός). Οποία αηδία! 

Μπορεί να επαναλαμβάνομαι, αλλά έχω εμμονή μ’ αυτήν την ιστορία που, έχει πολύ προσωπικό πόνο. Γιατί, ακούω καθημερινά καταπληκτικές φωνές, ωραία τραγούδια με απίθανο στίχο και μουσική. Τα ακούω εγώ και κάποιοι μύστες που δεν θα μπορούσαν να ανεχθούν έστω για ένα λεπτό την φωνητική ρύπανση σε πλέι μπακ σαχλαμάρας και ενορχηστρωμένης βλακείας. Τα ακούω και αναρωτιέμαι πως είναι δυνατόν να μην περισσεύει ούτε ο ελάχιστος χρόνος ν’ ακουστούν κάποιες φωνές που μπορεί να μην έκαναν δισκογραφία γιατί οι κύριοι παραγωγοί περί άλλων τυρβάζουν, αλλά είναι υπέροχες, δουλεμένες, καλλιεργημένες, μοναδικές πολλές φορές. Φωνές που ότι και αν τραγουδήσουν θα σε συγκινήσουν και θα σε παρασύρουν στο όνειρο (αυτός δεν είναι εξ’ άλλου ο ρόλος του τραγουδιού;) ή μήπως το «σούργελο» έχει μπει τόσο καλά στη ζωή μας που να το δεχόμαστε ως το μόνο που μας αξίζει. Κρίμα που οι θησαυροί μας συνεχίζουν να παραμένουν  καταχωνιασμένοι και ανεκμετάλλευτοι.

Τώρα που  πήρα το μισό δώρο λέω ν’ αγοράσω μια μπουτονιέρα από τον Σιανίδη. Μία το ένα θα μου έρθει. Μπορεί το  φουστανάκι  μου να είναι μεταποιημένο και να μην αξίζει τα μισά της μπουτονιέρας των χιλίων ευροπουλάδων αλλά οπωσδήποτε θα του δώσει το κατιτί του. Άλλη υπόληψη θα έχω. Θα πέφτει το μάτι του αλλουνού και κυρίως της αλληνής πάνω της και θ’ αλληθωρίζει. Είναι βέβαια λίγο μεγάλη,  πιάνει το πέτο και  μέρος από τον δεξί  ώμο, αλλά άμα είναι του Σιανίδη αυτός ξέρει. Ποια είμαι εγώ να φέρω αντιρρήσεις; Αυτό το παιδί, μου εγείρει τα μητρικά μου ένστικτα. Μπορεί να φοράει σμόκιν και σοσόνια χαζοκίτρινα αλλά έχει μια συστολή σαν να λέει «συγχωρείστε με» Είναι σαν να περνάει ιλαρά ας πούμε κι εγώ ως μάνα να μην δίνω δυάρα και να πηγαίνω να παίζω μπιρίμπα και μετά να μου βγαίνουν τύψεις ένα πράγμα!

Σχετικά Άρθρα

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να σας προσφέρει μία καλύτερη εμπειρία.