ΨΕΥΤΡΑ ΜΟΥΣΑ

messaris
Facebook
Twitter
LinkedIn

Του Διονύση Μεσσάρη

Έχω λίγο καιρό τώρα που επιδίδομαι μετά μανίας στην συγγραφή μίας επίτομης στιχοπλοκικής τεχνικής κινητοποιώντας και φέρνοντας στα όρια όλη την τυπική και άτυπη παιδεία μου. Δεν κατανοώ πλήρως την αιτία για ένα τέτοιο τόλμημα αλλά είμαι πρόθυμος να το ψάξω σχετικά. Καμιά φορά τα ελατήρια, ή κίνητρα αν προτιμάτε, των όσων κάνουμε βρίσκονται βαθειά κρυμμένα μέσα στην ψυχή μας ή ακόμα χειρότερα στο εγώ μας.

Η αυτοενδοσκόπηση βέβαια είναι μία δύσκολη διαδικασία, αλλά η υπομονή και η επιμονή ταυτόχρονα με την μεθοδικότητα που με χαρακτηρίζει και που ενίοτε προκαλούν αυτοκτονικές τάσεις στους φίλους μου (φρικάρουν κατά το κοινώς λεγόμενο) νομίζω ότι θα φέρουν καλά αποτελέσματα. Μα το διακύβευμα ποιο είναι; Ένα; Πολλά! Θα μου ημερέψει την τρικυμία εν τω κρανίω, θα ενδυναμώσει την φιλοσοφική μου διάθεση, θα βαθύνει τον ορίζοντα της σκέψης μου και άλλα ευτράπελα που πάντοτε εμφανίζονται σε ένα αξονικό τομογράφο. Για να προλάβω την πονηρή σας σκέψη όμως ότι, «που κολλάμε όλοι εμείς στην δική σου ομφαλοσκόπηση;» και πριν προλάβετε να με παρατήσετε μόνο μου στον μονήρη απέλπιδα πλου σας απαντώ ως εξής: Δύο τινά θα συμβούν είτε θα εισπράξω μία καλή απάντηση από όλα αυτά, είτε όχι. Στην πρώτη περίπτωση. Δύο επόμενα τινά μπορεί να συμβούν, είτε να ωφεληθείτε και εσείς, εφόσον σας αφορά το θέμα, είτε όχι. Κοντολογίς το θέμα τίθεται έτσι. Έχετε 25% πιθανότητες να ωφεληθείτε και εσείς άμεσα και 75% απλά να περάσετε ένα άχρηστο πλην ευχάριστο τέταρτο επομένως κερδισμένοι βγαίνουμε όλοι μας.

Είμαι λοιπόν σε βαθειά σκέψη – απορία. Είναι δυνατόν να έχουμε πάρει, όχι αυτή καθεαυτή τη ζωή μας λάθος, αλλά την εν γένει σημειολογία της ζωής μας λάθος; Βασικό μάθημα και μου άρεσε να το μοιράζομαι με τους φοιτητές μου. Μπορεί δηλαδή να είμαστε έρμαια μίας αόρατης υπερ-ευφυούς σκέψης, μίας συνομωσίας που λέει και ο πάντα καχύποπτος φίλος μου ο Βασίλης; Είναι δυνατόν να είμαστε θύματα των αστραφτερών εικόνων; Να είμαστε αθύρματα ενός άρματος που καθοδηγείται από τον τίτλο, τον οποιοδήποτε τίτλo; Του κάθε παρουσιαστή ειδήσεων; του κάθε σχολιαστή επικαιρότητας; του κάθε ειδήμονα; του κάθε ξύλινου πολιτικού; του κάθε καφενόβιου πεμπτοφαλαγγίτη; Και ποιος είμαι εγώ που ρωτάω; Και με ποιο δικαίωμα; Με έπιασε πονοκέφαλος. Μία στιγμή φίλοι μου. «ΓΙΩΡΓΟ ΠΙΑΣΕ ΑΚΟΜΗ ΕΝΑ ΚΑΡΑΦΑΚΙ ΜΕ ΣΥΝΟΔΕΙΑ». Απ’ ότι βλέπω, σας υπόσχομαι ότι σε λίγη ώρα θα είμαι πιο ενδιαφέρων. Όλοι μπορούμε να είμαστε ενδιαφέροντες με λίγο (επαναλαμβάνω λίγο) αλκοόλ. «ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΠΟΛΥ ΓΙΩΡΓΑΚΗ ΝΑ ΔΕΙΣ ΣΤΟ ΓΑΜΟ ΣΟΥ ΕΓΩ ΤΙ ΘΑ ΚΑΜΩ».

Επανέρχομαι λοιπόν στην εναγώνια αναζήτηση. Μάλλον ματαιοπονώ γιατί η ερώτηση φέρει αναζήτηση πληροφορίας που εμπεριέχει δολιότητα από πρόσωπα κατηγορούμενα εκ των προτέρων ως πιθανόν δόλια. Κάτι σαν Δήλιον πρόβλημα ε;  Επομένως πρέπει να αναζητήσω την έξωθεν, ας ελπίσουμε αξιόπιστη, μαρτυρία. Λοιπόν νομίζω ότι ο ποιητής είναι το κατάλληλο πρόσωπο. Χειρίζεται την ποιητική έκφραση, την πιο δυνατή του έντεχνου λόγου. Μιλάει απευθείας στο μυαλό, και κυρίως στην καρδιά, στο συναίσθημα – μη από χρείαν ευτελήν κινών αλλά από ανάγκην κοινωνίας περίσσην. Τα κίνητρα του είναι απλά: ξεκινούν από πάθος για αναγνώριση, διέρχονται από την προσπάθεια για ανάδυση από το αδηφάγο τέναγος της κατάθλιψης και φθάνουν μέχρι τον εσωτερικό διάλογο στην προσπάθεια να ανοίξει η πονεμένη κάρα και να πεταχτεί πάνοπλη η οδυνηρή και γοργόφτερη σκέψη. Τέρμα,  ποίος πλέον καταλληλότερος του ποιητού, του μη έχοντος την μορφήν του χοίρου, για να θέσω τα ερωτήματα μου; Ουδείς έτερος τελεία και παύλα.

Πέστε μου, ω! ποιητά μου, η ποίηση αλήθεια δίνει απαντήσεις; «… Aimable Poésie, enveloppe mon âme d’un subtil element … (Jean Moréas) … Ποίηση αξιαγάπητη, τύλιξε την ψυχή μου μ΄ ένα αιθέριο ένδυμα …». Πέτυχα διάνα απόψε ο ποιητής θα μιλήσει στην ψυχή μου αδιάψευστα. Και ότι μιλάει σε αυτή δεν μπορεί παρά να είναι αληθινό. Θα ρωτήσω κάτι συνηθισμένο. Υπάρχει ο έρωτας που λένε; η αληθινή αγάπη για μία γυναίκα μοναδική ας πούμε;  «Dites-moi où, n’en quel pays, est Flora la belle Romaine… (François Villon) … Πέστε μου σε ποιο μέρος ευρίσκεται η Φλώρα, η όμορφη Ρωμαία …». Πάντα δηλαδή όλοι μας αναζητούμε κάπου, κάποτε, κάποιο πρόσωπο; Είναι αδήριτη ανάγκη; Και όταν τελικά το βρούμε μέσα από αμέτρητα λάθη; «Αράξαμε σ’ ακρογιαλιές γεμάτες αρώματα νυχτερινά με κελαηδίσματα πουλιών, νερά που αφήνανε στα χέρια τη μνήμη μιας μεγάλης ευτυχίας (Γιώργος Σεφέρης)». Και όταν πια η ερωτική μας κοινωνία δέσει σφιχτά τι επιδιώκουμε πλέον; «Tengo miedo a perder la maravilla de tus ojos de estatua y el acento que de noche me pone en la mejilla la solitaria rosa de tu aliento … (Federico García Lorca). Έχω μεγάλο φόβο μην χάσω το θαύμα των αγαλματένιων σου ματιών και την νυχτιάτικη μελωδία που μου αφήνει στο μάγουλο το μοναχικό ρόδο της ανάσας σου…». Μα υπάρχει φόβος να χαθεί μία τόση απίστευτη ευτυχία; Αυτό ούτε ο θεός θα το ήθελε αν υπήρχε. «… Ευνοϊκές αστροφεγγιές έφεραν τη σιωπή, και πίσω απ’ τη σιωπή μια μελωδία παρείσαχτη. Ερωμένη. Αλλοτινών ήχων γόησσα. Μένει τώρα ο ίσκιος που ατονεί και η ραϊσμένη εμπιστοσύνη του και η αθεράπευτη σκοτοδίνη του – εκεί… (Οδυσσέας Ελύτης)». Μα γιατί; Πάντα προβάλλει ένα τραγικό γιατί. «…Mir blüht daheim die schönste Maid, drum tut mein früher Tod mir leid… (Nikolaus Lenau)… Με λουλούδια σπίτι μου την πιο όμορφη κόρη, με λύπη ηχεί ο πρόωρος χαμός μου …». Σαν τους τρεις ιππότες τριγυρνώ αιμορροώντας και αναμένοντας τον θάνατο να με βρει ακουμπώντας στον επόμενο του δάσους βράχο…

Μα γιατί ποιητά μου; Εγώ μία απλή δοκιμαστική ερώτηση έκανα για τον έρωτα εναποθέτοντας πολλές ελπίδες και προσδοκώντας ακόμη περισσότερα. Παρασύρθηκα τόσο πολύ από την αναζήτηση της αλήθειας; Είναι η ποίηση πανάκεια ή κούφια του λόγου κύμβαλα; Φίλοι μου αγαπημένοι που έλεγε και ο θαυμάσιος Γιώργος Οικονομίδης, είπε ψέματα ο ποιητής; Σε μία (ομολογουμένως μεγάλη) παράγραφο, μας ανέβασε στα εύχαρη ουράνια και μας κατέβασε στα σκοτιδιασμένα Τάρταρα. Φρίκη. Ο κόσμος μας κατέρρευσε. Τελικά έχουμε πάρει  την σημειολογία της ζωής μας λάθος. «Ύψωσε την κεφαλή και σφούγγισε τους οφθαλμούς φίλε μου, μην κλαις και μην οδύρεσαι, θύμα είμαι και εγώ μίας ψεύτρας μούσας την οποίαν επεκαλέσθην στην αρχή και που δεν με συνέδραμε ποτέ. Θυμήσου –  Ἄνδρα μοι ἔννεπε, Μοῦσα, πολύτροπον …».

Έχει δίκιο. Μα και πάλι, ποία είναι η διαφορά; Ίσως τελικά πιστεύουμε τον κάθε καλό ψεύτη επειδή το έχουμε ανάγκη. Ίσως είναι επιτακτική η εναπόθεση της ελπίδας μας σε κάτι ανώτερο που αίρει τις ευθύνες μας, αν όλα τελικά πάνε στραβά. Πιστεύουμε τους πολιτικούς, στέλνουμε στην Βουλή καθάρματα, πιστεύουμε τις κάθε λογής Κασσάνδρες, συνεταιριζόμαστε με απατεώνες, παθιαζόμαστε για την ιδανική αγάπη, περιμένουμε τον πρίγκιπα πάνω στο άσπρο άλογο, κονταροχτυπιόμαστε με ανεμόμυλους, βλέπουμε παντού συνομωσίες, αποδεικνύεται ότι πάντοτε μας δουλεύουν, πάντα μας πιάνουν στα πράσα, η Angela Dorothea Merkel φταίει για όλα … Κράτει, ζαλίστηκα. Είπαμε η ψεύτρα μούσα μας φταίει, παρόλα ταύτα, καλοί μου φίλοι, την αγαπάμε. «ΓΙΩΡΓΑΚΗ ΠΟΥ ‘ΣΑΙ ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ»;   

Σχετικά Άρθρα

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να σας προσφέρει μία καλύτερη εμπειρία.