Κριτική θεάτρου: Μιχαέλα Αντωνίου
Elizadeth του Χάρη Ρώμα σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καρατζιά – Πολυχώρος Vault
Τα έργα που δίνουν την ευκαιρία στο θεατή να παρακολουθήσει από την κλειδαρότρυπα τον κόσμο των ηθοποιών και το ανέβασμα μιας παράστασης έχουν, μέσα στα χρόνια, μεγάλη απήχηση στο ευρύ κοινό.
Θεατρικά όπως Το Σώσε του Micheal Frayn, Η Παράσταση Συνεχίζεται… του Rick Abbot ή ακόμα και ταινίες όπως Σφαίρες πάνω από το Μπρόντγουεϊ του Woody Allen, που χρωματίζουν τις κωμικές πλευρές των σχέσεων των ανθρώπων του θεάτρου και τις αναποδιές που συμβαίνουν σε μια παράσταση, βλέπονται και ξαναβλέπονται με ιδιαίτερη ευχαρίστηση.
Η θεματική, λοιπόν, του έργου Elizadeth του Χάρη Ρώμα είναι γνωστή και ιδιαίτερα αγαπητή. Ο Ρώμας, βασισμένος στο sequel του Η Παράσταση Συνεχίζεται… (Play on) Sing On δημιουργεί ένα έργο που ασχολείται αποκλειστικά με την ελληνική πραγματικότητα. Οι επικαιρικές, σχεδόν επιθεωρησιακές, αναφορές φέρνουν το έργο στην σημερινή εποχή και κάνουν τον θεατή να αντιδρά σε πράγματα οικεία του. Αφαιρούν, όμως, την διαχρονικότητα και την δυνατότητα τέτοιου είδους έργων να ταξιδεύουν σε άλλες κουλτούρες. Παρόλ’ αυτά, το κείμενο εξυπηρετεί τον σκηνοθετικό στόχο του Δημήτρη Καρατζιά να μιλήσει για τους ηθοποιούς του σήμερα – ή ίσως καλύτερα του σήμερα και κάτι, μιας και το έργο εκτυλίσσεται το 2015, σε μια εποχή κρίσης όπου εξαθλιωμένοι ηθοποιοί δέχονται να ξεπουλήσουν τα πάντα για την σιγουριά εξακοσίων ευρώ το μήνα και την δυνατότητα της επιβίωσης. Σας θυμίζει κάτι;
Ο Καρατζιάς, λοιπόν, με αυτό το κείμενο προσπαθεί να καυτηριάσει τα όσα καταρρέουν γύρω μας, χωρίς καμία ηττοπάθεια ή μιζέρια. Μόνο του όπλο το γέλιο και μια ειρωνική, σατιρική διάθεση. Στόχος του η διασκέδαση, μα και η ενεργοποίηση του θεατή. Έτσι, φτιάχνει στην μικρή, φιλόξενη σκηνή του Vault μια παράσταση γοργή, έξυπνη, με ρυθμό και θεατρικότητα. Η σκηνοθεσία του είναι στην κόψη του ξυραφιού και σε καμία στιγμή δεν επιτρέπει στους ηθοποιούς του να ξεπέσουν σε ευκολίες και μπαλαφαρισμούς.
Το ανέβασμα ενός τέτοιου έργου με εννέα ηθοποιούς πάνω στην σκηνή να κατέχουν εννέα σχεδόν ισάξιους πρωταγωνιστικούς ρόλους προϋποθέτει, καταρχήν, ένα ομοιογενές, δυνατό σύνολο. Αυτό το σύνολο υπάρχει και όλοι, ανεξαιρέτως, φτιάχνουν έναν τύπο που είναι εύκολα αναγνωρίσιμος και ξεκάθαρα κωμικός. Η Δήμητρα Κολλά παίζει περίτεχνα με τον «όγκο» της επί σκηνής. Η Παντελίτσα Λοΐζου δημιουργεί μια φιλόδοξη, τσιμπημένη Κύπρια. Ο Πάνος Μπρατάκος έναν προσγειωμένο, περιορισμένης ευθύνης, ο-θεός-να-τον-κάνει ζεν πρεμιέ. Η Αλκμήνη Σταθάτου μια υστερική, υστερόβουλη, κακομαθημένη ενζενί. Η Τριανταφυλλιά Ταμπαλιάκη μια σκληροπυρηνική, ανταγωνιστική και αθεράπευτα ρομαντική τεχνικό σκηνής. Η Φωτεινή Τσακίρη μια απερίγραπτη, ταλαντούχα-ατάλαντη, στενόμυαλη και φιλάρεσκη συγγραφέα. Ο Τάσος Τζιβίσκος έχει στυλ και σκηνική παρουσία. Ο Έλτον του έχει αυθεντικότητα και καταφέρνει να περνάει από την έπαρση στην αμηχανία και την ντροπαλότητα αβίαστα και μετρημένα. Ο Σαράντος Γεωγλερής εξελίσσει εξαιρετικά τον ρόλο του. Φτιάχνει έναν υπέροχο απελπισμένο ηθοποιό, έναν εκνευριστικό ψωνισμένο σκηνοθέτη, έναν πανικόβλητο άνθρωπο. Προβάλει την κωμικότητά με μέτρο και σκιαγραφεί εσωτερικά και εξωτερικά με θεατρικότητα. Τέλος, ο Γιώργος Σεϊταρίδης είναι απολαυστικός. Δομεί έναν χαρακτήρα με εξωτερικά κουσούρια και εσωτερικό βάθος. Έχει αμεσότητα, γοργάδα, εναλλαγές και τον απαραίτητο αυτοσαρκασμό για τον ρόλο του.
Ο Μάνος Αντωνιάδης κάνει ενδιαφέρουσες μουσικές επιλογές και οι πρωτότυπη μουσική του έχει μπρίο και δίνει μια ακόμη κωμική νότα στην παράσταση. Σκηνικά, κοστούμια και φωτισμοί (Βαγγέλης Μούντριχας) συμπληρώνουν ένα ανέβασμα που είναι βασισμένο σε ηθοποιούς.
Μια παράσταση για να ξεκαρδιστείς.