του Γιώργου Δανόπουλου
Ήταν βράδυ Δευτέρας που πέρασα το κατώφλι του θεάτρου “Κνωσός”. Κατέβηκα τα σκαλοπάτια και βρέθηκα στον ζεστό και φιλικό του χώρο, όπου και συνάντησα την Δανάη, μόλις είχε βγεί απο τις πρόβες.
Θυμήθηκα εκείνο το βράδυ σε ένα άλλο θέατρο, σε μιά άλλη παράσταση, πριν απο δύο χρόνια όπου την είχα πρωτοσυναντήσει… Διατηρούσε το ίδιο Χαμόγελο, Φρεσκάδα και Ενέργεια, χαρακτηριστικό που μεταφέρει σε κάθε της δουλειά. Καθήσαμε σε ένα απο τα γραφικά τραπεζάκια στο lobby και συζητήσαμε για την παράσταση που θα παρακολουθούσα, τις “ΑΝΤΙΓΟΝΕΣ” καθώς και για την σχέση της με εκείνην.
1) Πες μας λίγα λόγια για την παράσταση, την υπόθεση και τους συντελεστές…
Η παράσταση ονομάστηκε ΑΝΤΙΓΟΝΕΣ και όχι ΑΝΤΙΓΟΝΗ παρόλο που το κύριο σώμα της είναι η Αντιγόνη του Σοφοκλή, γιατί ξεκινάει με τις χίλιες Αντιγόνες του Ντελπό, περνάει στην Αντιγόνη του Μπρεχτ, στη σκηνή με τις δύο αδελφές, στους Επτά Επι Θήβας με την αναγγελία της εντολής από τον κήρυκα να μείνει άθαφτος ο Πολυνείκης για να μπούμε στο βασικό και πολύ γνωστό σε όλους μύθο της Αντιγόνης του Σοφοκλή. Η Αντιγόνη έρχεται σε ρήξη με την εξουσία, με την απόφασή της να θάψει τον αδελφό της αψηφώντας την εντολή του Κρέοντα να μείνει άθαφτος αλλά και τις συνέπειες της εντολής αυτής που θα την οδηγήσουν στο θάνατο. Ο χορός παίζει καθοριστικό ρόλο, γιατί ο χορός είναι η φωνή του πολίτη. Είναι αυτός που φτιάχνει όλη την ατμόσφαιρα μέσα στην οποία δρουν οι ήρωες. Είναι αναπόσπαστο κομμάτι και μήτρα της τραγωδίας.
Οι σκηνοθέτες Λάμπρος Τσάγκας και Μαρία Φραγκή βοήθησαν πολύ με τη φρέσκια ματιά τους σε αυτό το εγχείρημα και η διαδρομή είχε πολύ μεγάλο ενδιαφέρον για όλους τους ηθοποιούς. Όλοι οι ήρωες γεννιούνται επί σκηνής, όπως και οι θέσεις αλλά και αποφάσεις τους. Και αυτό ήταν το πολύ ενδιαφέρον για εμένα. Αυτή ακριβώς η προσέγγιση, πέρα από το γεγονός ότι αυτοί οι ήρωες είναι φορείς ιδεών και επομένως εισέρχονται στη σκηνή έτοιμοι να τις υπερασπιστούν ως το τέλος. Υπάρχει ένας σκηνικός χρόνος σε αυτή την παράσταση που επιμηκύνεται, ζωντανεύει, παίρνει ζωή μέσα από τη ματιά των δύο σκηνοθετών, υπάρχουν κάποια δευτερόλεπτα που η Αντιγόνη σκέφτεται, και δεν ξέρουμε πως θα αντιδράσει, δεν είναι προαποφασισμένο ότι θα θάψει τον αδελφό της, είναι μια απόφαση που παίρνει εκείνη τη στιγμή, μπροστά στα μάτια του θεατή, όντας ανάμεσα σε πτώματα, ψάχνοντας απεγνωσμένα το πτώμα του αδελφού της, είναι μια απόφαση που παίρνει από τις συνθήκες, από τη στάση της αδελφής της, από ότι την περιβάλλει και ναι, τελικά από τον ίδιο της τον χαρακτήρα που δεν της επιτρέπει να κάνει τίποτα άλλο παρά μόνο αυτό που θεωρεί η ίδια σωστό.
Η μετάφραση της Αντιγόνης του Σοφοκλή είναι του Κ.Μύρη, η δραματουργική επεξεργασία της Μαρίας Φραγκή, η μουσική του Γιάννη Μεταλλινού, τα κοστούμια της Πένυ Αμπλά, τα σκηνικά της Χριστίνα Οικονόμου.
Οι συνάδελφοι είναι ο Λάμπρος Τσάγκας, η Δανάη Καλαχώρα, η Μαρίτα Βλασσοπούλου, η Ντομένικα Ρέγκου, ο Βασίλης Ζαϊφίδης, ο Κωνσταντίνος Ζημιανίτης, ο Πάνος Κορδαλής, η Βούλα Κώστα, ο Γιάννης Μπίμης, η Ελισάβετ Μπούρα, ο Τάσος Ράπτης.
2) Πιστέυεις οτι μοιράζεσαι κοινά χαρακτηριστικά με την ηρωίδα που υποδύεσαι;
Αν ήμουν στη θέση της θα έκανα ακριβώς το ίδιο. Επομένως αυτό που μας συνδέει θεωρητικά, είναι η ίδια η θέση, η συνολική στάση ζωής.
3) Πες μας για τις άλλες δουλειές σου στο θέατρο…
Παράλληλα με τις ΑΝΤΙΓΟΝΕΣ είμαι και στο Θέατρο Επί Κολωνώ, στο έργο “Η Γάζα είναι…Μαθήματα επιβίωσης”, σε σκηνοθεσία της Μάνιας Παπαδημητρίου. Το έργο έχει να κάνει με μονολόγους παιδιών από 13 έως 17 χρονών που έχουν ζήσει τους βομβαρδισμούς στη Γάζα. Συγκλονιστικά κείμενα παιδιών που ξυπνούν και κοιμούνται σε σκηνικό πολέμου και όμως εξακολουθούν να έχουν όνειρα και ελπίδες για τη ζωή τους. Η προηγούμενη δουλειά μου ήταν στο Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας στο έργο ΔΑΚΡΥΓΟΝΑ του Αλέξη Σταμάτη και σκηνοθεσία του νέου και πολύ ταλαντούχου Άρη Τρουπάκη με τον οποίο θα έχω την τύχη να συνεργαστώ ξανά από τον Ιανουάριο. Πιο πριν συνεργάστηκα στο Θέατρο Κάτω απ’τη Γέφυρα, στην παράσταση ΓΕΡΜΑ του Λόρκα, να πάω κι άλλο πίσω; Θα πάω στο πρώτο μου θεατρικό βήμα, το οποίο και δε θα ξεχάσω ποτέ, το 2006 στο Θέατρο Βαφείο δίπλα στον αγαπημένο δάσκαλο και σκηνοθέτη Λάκη Καραλή, στην παράσταση ΜΗΔΕΙΑ του Ευριπίδη. Κάθε δουλειά, κάθε βήμα στο θέατρο, είναι ένα μεγάλο, επίπονο και υπέροχο ταξίδι. Ελπίζω να μπορώ να κάνω πολλά πολλά ακόμα.
4) Πρόσφατα κυκλοφόρησε και το πρώτο σου βιβλίο σου, θα μας πείς λίγα λόγια για αυτό;
Κλείνει μόλις μια εβδομάδα η Σάωρη (το όνομα της ηρωίδας), στα βιβλιοπωλεία. Το βιβλίο έχει τίτλο ΣΕ ΑΡΓΗ ΚΙΝΗΣΗ και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ. Είναι ένα σπονδυλωτό μυθιστόρημα που εκτυλίσσεται στο κέντρο της Αθήνας εστιάζοντας στη γειτονιά των Εξαρχείων. Η Σάωρη επισκέπτεται τη γειτονιά αυτή, παρατηρεί πράγματα, προσθέτει κάποια άλλα, επισκέπτεται άγνωστους εγκαταλειμμένους χώρους, τη μητέρα της, έναν άντρα από την παιδική της ηλικία με τον οποίο έχει ανοιχτούς λογαριασμούς, μια παιδική της φίλη που δε ζει πια, συνομιλεί με τη μητέρα της μεταφέροντας όλη την πίεση που εκείνη της ασκούσε μέσα από μια ιστορία που μιλάει για τα ρούχα που την πνίγουν ουσιαστικά, ένα φίλο με τον οποίο ετοιμάζονται να δράσουν σε μια πορεία αλλά ποτέ δε θα φτάσουν σε αυτή, γενικά θα έλεγα πως η Σάωρη μπαινοβγαίνει συνέχεια από το ρεαλιστικό σε ένα δικό της χωροχρόνο τον οποίο ζωντανεύει μέσα από μια δική της εντελώς ιδιόρρυθμη ματιά.
Δύσκολο να μιλάει κανείς για το ίδιο του το βιβλίο. Είναι τόσο παράξενη η διαδρομή αλλά και τόσο μαγική συνάμα. Είσαι εσύ και οι ήρωες σου και τίποτα άλλο, μέχρι που έρχεται η ώρα που όλος αυτός ο κόσμος φεύγει από τα δικά σου χέρια σου και φτάνει στα χέρια του αναγνώστη. Εκεί ξεκινάει ένα άλλο μεγάλο ταξίδι, αυτό του αναγνώστη με τον κόσμο του ήρωα.
5) θα ήθελες να μας πεις λίγα λόγια, μέσα από τη δική σου ματιά, ως νέος άνθρωπος για την κρίση που υπάρχει αυτή τη στιγμή στη χώρα μας και για τον τρόπο που την διαχειρίζεσαι;
Είμαι πάρα πολύ προβληματισμένη για όλο αυτό που συμβαίνει αλλά κυρίως και με τον τρόπο που συμβαίνει. Οι άνθρωποι που καλούνται να διαχειριστούν αυτή την κρίση σε πρώτη φάση, νιώθω πως είναι πολύ κατώτεροι των περιστάσεων. Και αυτό μου δημιουργεί μια θλίψη. Από την άλλη αυτό που αναλογίζομαι είναι ένα άλλο τεράστιο κόστος πέρα από το οικονομικό, που σαφώς είναι δεδομένο. Το ψυχικό κόστος που επιφέρει αυτή η κατάσταση σε πάρα πολλούς ανθρώπους μεγαλύτερους αλλά και τους νέους. Οι φίλοι μου έχουν φύγει όλοι έξω. Και δυο, τρεις που έχουν μείνει εδώ, σκέφτονται πολύ σύντομα τρόπο για να φύγουν. Αυτό κάτι λέει. Νιώθω πολύ τυχερή που περπατάω στο δρόμο της τέχνης και αυτός ο δρόμος μου δίνει τη δυνατότητα, γιατί έχει αυτή τη δυνατότητα η τέχνη, να διαφυλάσσω ακόμα την ψυχραιμία μου και να νιώθω δυνατή και έτοιμη να κάνω πράγματα. Αν έκανα μια άλλη δουλειά δεν ξέρω πως θα το αντιμετώπιζα όλο αυτό που συμβαίνει. Πιστεύω ακράδαντα πάντως πως αυτή τη στιγμή που μιλάμε χρειάζεται πάρα πολύ μεγάλη δύναμη από τους ανθρώπους προκειμένου να μπορέσουν να κάνουν το οτιδήποτε από το να προχωρήσουν, να αντιδράσουν, να φωνάξουν, να ξεφύγουν, να συνεχίσουν, ή να βγαίνουν από αυτό το τούνελ κάθε φορά, χωρίς τραύματα. Το πώς και από πού θα αντλήσει ο καθένας αυτή τη δύναμη είναι ένα θέμα. Υπάρχουν τρόποι όμως. Και πάντα θα υπάρχουν. Και προσωπική δουλειά πολύ, καθένας με τον εαυτό του. Δεν πρέπει να σταματάμε ποτέ.